Κάποιον μου θυμίζει. Αδύνατος, εσωστρεφής, με τα χέρια σταυρωμένα και τυλιγμένα στο σώμα, ματιά απλανή και ταυτόχρονα εναργή, είναι μια φιγούρα που σε πρώτα εντύπωση δεν συνάδει με εκείνη που είχα στο νου για το συγγραφέα της «Επέκτασης του πεδίου της πάλης». Η εντύπωση εντείνεται στη συζήτηση. Ρωτάς. Ο Μισέλ Ουελμπέκ απαντά εξαιρετικά χαμηλόφωνα, περίπου μονολεκτικά. Καταλαβαίνεις πως το θέμα έληξε εκεί. Περνάει σχεδόν ένα λεπτό κατά το οποίο εκείνος σιωπά κι ύστερα, μ' έναν σχεδόν θεατρικό ετεροχρονισμό, επανέρχεται λες και δεν είχε περάσει ούτε στιγμή.
Δύσκολος και μαζί χαρισματικός αλλά και αστείος. Αντιφατικός. Καθόλου παράξενο για κάποιον που στα φοιτητικά του χρονιά ζούσε με ψωμί, μουστάρδα και ουίσκι σε ένα κενό διαμέρισμα με δυο μόνο πόστερ: ένα του Ίγκι Ποπ κι ένα του Ζακ Σιράκ.
Και ξάφνου στιγμές μαγείας. Δυο φράσεις ξυράφι που μου στοιχειώνουν το βράδυ. O άνθρωπος που εχει μιλήσει τόσο αποκαλυπτικά για τη αλλοτριωτική επιρροή της αγοράς, τη διάλυση της οικογένειας, τα σκοτάδια του σεξ και τις αβάσταχτες εντάσεις του Δυτικού τρόπου ζωής ο άνθρωπος που κατηγορήθηκε για τα πάντα, από μισογυνισμό μέχρι ρατσισμό, μοιαζει να ξερει ποτε λεει και τι. Ο Μισέλ Ουελμπέκ τολμά και εκφράζει εκείνο το ζοφερό 20% του εαυτού μας που ο καθένας μας κρατά για πάντα κρυμμένο. Κάτι, που αν μη τι άλλο, θέλει μεγάλα κότσια και θάρρος.
Τέλος βρίσκω ποιον μου θυμίζει. Όχι τυχαία, ένα πρόσφατο είδωλο της ποπ τηλεοπτικής κουλτούρας. Τον Μπέντζαμιν, τον αρχηγό των Others στο αμερικάνικο σίριαλ Lost. «Η δυνατότητα ενός νησιού» έχει τελικά πολλές σημασίες.