Τέσσερις συγγραφείς για την κρίση
Πρώτα, μερικές πικρές αλήθειες.
Η Ευρώπη υπήρξε το θέρετρο όπου εφαρμόστηκαν όλες οι νεωτερικές δομές
και οι θεσμοί κοινωνικού ελέγχου και διαχείρισης και, ταυτόχρονα, ο
πυρήνας όλων των νεωτερικών αφηγημάτων. Τα θεμέλια πάνω στα οποία
(διαμέσου πολιτικό-οικονομικών συγκρούσεων) συγκροτήθηκε ο σύγχρονος
ευρωπαϊσμός δεν ήταν στρωμένα με ροδοπέταλα: βασίστηκαν πάνω στις αρχές
της ισχύος, της υπεροχής και της ιεραρχικής οργάνωσης των σχέσεων.
Η αναζήτηση ενός νέου ευρωπαϊκού οράματος, είτε η αφύπνιση του όποιου υγιούς παλιού, δεν μπορεί να στηριχτεί σε παρωχημένα ιδεολογήματα ή ηθικολογικές επικλήσεις μιας ευρωπαικότητας που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι σημερινές επιδείξεις δύναμης είναι προσαρμοσμένες σε αυτές τις ίδιες άτεγκτες αρχές: της ισχύος, της υπεροχής και της ιεραρχικής οργάνωσης. Η εναλλακτική πρόταση θα προϋπόθετε καταρχάς την αποδόμηση και στη συνέχεια την πιθανώς και ριζική αλλαγή των αφηγημάτων αυτών. Και η αφήγηση είναι τουλάχιστον κάτι που γνωρίζουμε καλά εμείς οι συγγραφείς.
Μόλις πριν από κάποιες εβδομάδες, οι Πορτογάλοι διαδήλωναν κατά της υφεσιακής πολιτικής με τραγούδια από την επανάσταση των Γαρυφάλλων, όπως το Grandola, Vila Morena. Διαδήλωναν ενάντια εκείνου που οι Γάλλοι ονόμασαν pensée undimensionnelle, δηλαδή στη μονοδιάστατη σκέψη, η οποία σημαίνει την αδυναμία να συλλάβει κανείς την αξία πολιτικών σκέψεων, ακόμα και υπαρξιακών αναζητήσεων χωρίς added value, χωρίς ωφελιμισμό.
Πρόκειται για μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία την οποία πρωτογνωρίσαμε με τον αγγλοσαξονικό όρο TINA (Τhere Ιs Νo Αlternative) από την περίφημη ρήση της πρόσφατα αποδημήσασας Μάργκαρετ Θάτσερ. Δηλαδή: νεοφιλελευθερισμός χωρίς όρια, παγκοσμιοποίηση, ελεύθερη αγορά.
Είναι ενδιαφέρον να θυμηθούμε ότι η θεωρία, της «μετάβασης» στη Δημοκρατία απ’ όπου ξεκινά και η αφήγηση για τον εκδημοκρατισμό της Ευρώπης, άρχισε ουσιαστικά με την Επανάσταση των Γαρυφάλλων, το 1974, στην Πορτογαλία. Η Ευρώπη, ως αφήγηση προόδου και εκδημοκρατισμού, ερχόταν συχνά «από τα πάνω προς τα κάτω». Πριν τα PIGS, η Ευρώπη έβλεπε στον Νότο της τον θρίαμβο της Δημοκρατίας.
Πώς όμως φτάσαμε από μια Ευρώπη που νομοθετούσε με βάση την εξίσωση επιδομάτων, αδειών και ρυθμίσεων για τις γυναίκες σε μια Ευρώπη που διαχωρίζεται σε «μέρμηγκες» και «τζίτζικες»; Ιδού ο Αισώπειος μύθος προσαρμοσμένος στην Ευρωπαϊκή Ένωση:
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια χώρα του Νότου, τα τζιτζίκια ζούσαν ανέμελα σε μια συνομοσπονδία με μυρμήγκια βόρειων χωρών τα οποία δούλευαν, δούλευαν και δούλευαν. Όσο η συνομοσπονδία αυτή διένυε μέρες καλοκαιριού, όλα πήγαιναν φίνα. Τα τζιτζίκια τραγούδαγαν και κορόιδευαν τα μερμήγκια, αλλά και τα μυρμήγκια, πού και πού, επισκέπτονταν τον Νότο για μερικές εβδομάδες ανεμελιάς στον ήλιο, δίπλα στα τεμπέλικα τζιτζίκια.
Κάποτε όμως, το καλοκαίρι της συνομοσπονδιακής ευαρέσκειας μετατράπηκε σε καλοκαίρι της δυσαρέσκειας της συνομοσπονδίας. Τότε, τα τζιτζίκια του Νότου, ιδίως στην Ελλάδα, παραλίγο να ξεπαγιάσουν. Χωρίς τρόφιμα στις αποθήκες τους, χωρίς να έχουν προνοήσει για τις δύσκολες ημέρες του χειμώνα, έτρεξαν στις πρωτεύουσες του Βορρά, με προτεταμένο το χέρι, ζητώντας από τα μυρμήγκια αρωγή, αλληλεγγύη.
Τα μυρμήγκια, ναι μεν δεν αρνήθηκαν να συνδράμουν, απαίτησαν όμως από τα τζιτζίκια δείγματα γραφής ότι πλέον θα αλλάξουν. Ότι θα γίνουν κι αυτά πιο… μυρμήγκια.
Tα αποτελέσματα είναι σε όλους μας γνωστά. Ας περιοριστούμε όμως στον αντίκτυπο που έχουν στη νέα γενιά. Σήμερα, σε όλο τον Νότο, υπάρχει μια «χαμένη γενιά» -όρος που παραπέμπει στις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1920- μία γενιά νέων ανθρώπων που δεν μπορούν να ελπίζει σε εργασία, ασφάλεια, περίθαλψη, χειραφέτηση, αυτονομία, δημιουργία οικογένειας, κοκ. Μιλάμε όχι μόνο για την πρώτη μεταπολεμική γενιά που θα ζήσει χειρότερα από τους γονείς της, αλλά και για την πρώτη γενιά για την οποία η Ευρώπη δεν είναι λέξη ταυτόσημη με την πρόοδο. Ζούμε δηλαδή μία ιστορική ειρωνεία, όπου η αφετηρία μιας ηρωικής αφήγησης γίνεται και η αφετηρία μιας έκπτωσης οραμάτων και αξιών.
Ένα άλλο νέο στοιχείο που παρατηρούμε είναι η σύγκρουση κοινωνικών αναπαραστάσεων μεταξύ γενεών, για τις οποίες η έννοια Ευρώπη είχε και έχει διαφορετική σημασία. Σημειώνω: την αναβίωση της μετανάστευσης, την επανεμφάνιση -από την Ισπανία και την Πορτογαλία έως την Ελλάδα- του «αυγού του φιδιού», του ολοκληρωτικού μας παρελθόντος, με ορισμένους να το νοσταλγούν και άλλους να ψάχνουν για τα απομεινάρια του στο κράτος και, για να περιοριστώ στη χώρα μου, εδώ μιλάμε για έναν τόπο όπου κυριαρχεί η πυρηνική «τοξική» οικογένεια, όπου ο νεωτερισμός-μεταμοντερνισμός ποτέ δεν υπήρξε mainstream και η νεολαία είχε γαλουχηθεί μέσα σε μια πολιτισμική, πολιτική/κομματική και, εντέλει, οικογενειακή υποτέλεια (η οποία παρεμπιπτόντως στην Ιταλία λέγεται mamismo)
Ταυτόχρονα, βιώνουμε μια σειρά από ιστορικά παράδοξα: τη μετανάστευση νέων Πορτογάλων στις πρώην αφρικανικές αποικίες, αλλά και τη μετανάστευση Ισπανών και Ελλήνων στη Γερμανία, «σαν να μην πέρασε μια μέρα και εξελίξεις στο πλαίσιο μιας κοινωνίας που βασικά φοβάται και δεν έχει τα διεθνιστικά οράματα των δεκαετιών του 1960 και 1970.
Όλα τα παραπάνω παρουσιάζουν μη ευθύγραμμες εξελίξεις και γεννούν μη προβλέψιμους χαρακτήρες που δεν μπορεί παρά να ελκύουν έναν συγγραφέα. Στη λογοτεχνία, ένα από τα κύρια θέματα είναι η αναζήτηση, η ταυτότητα αλλά και η κρίση αυτής της ταυτότητας. Ο Νότος σήμερα βιώνει την κρίση ως κρίση ταυτότητας. Πώς γίνεται αυτό; Ιδού μια σειρά τρόποι:
Τι μπορούμε να κάνουμε σήμερα; Ένα είναι βέβαιο: ότι ο Νότος πρέπει να συνομιλήσει. Και η συζήτηση να γίνει στη βάση εθνικών βιωμάτων.
Γιατί, λοιπόν, ανάγκη για Πολιτισμό στο Νότο;
Γιατί η τέχνη παράγει σύμβολα. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Ο Ουμπέρτο Έκο λέει ότι «η πολιτική είναι διαχείριση συμβόλων».
Γιατί η σχέση της κοινωνίας με τον πολιτισμό είχε φτάσει σε ένα θλιβερό ναδίρ. Οι συνάδελφοι από τον Νότο ίσως θα ήθελαν να πληροφορηθούν πώς τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα μία τηλεοπτική σαπουνόπερα του χειρίστου επιπέδου παρήγαγε σειρά βουλευτών και πώς ένας γραφικός Νομάρχης που ντυνόταν Ζορό μπορούσε να επανεκλέγεται επί σειρά ετών.
Γιατί οι ανάγκες έκφρασής μας τώρα βρίσκονται σε φάση επαναπροσδιορισμού: στην κρίση αποκαλύπτεται η «βασική ανάγκη» και η τέχνη είναι κομβικό εργαλείο στην ανάδυση, υπενθύμιση, καλλιέργεια και στήριξη αυτού του πρωτογενούς υλικού.
Γιατί και στις τέσσερις χώρες θεωρούμε ότι ο πολιτισμός είναι κατά βάση πολιτιστική βιομηχανία και προέκταση της τουριστικής εικόνας. Στην περίπτωσή μας αυτό περνάει και ως αισθητική, ξέρουμε καλά ποίου είδους…
Γιατί όλοι μας δυστυχώς κουβαλάμε ένα αρχαίο πνεύμα αθάνατο και ένα μύθο αντίστοιχης Ψωροκώσταινας (η Ιταλία/ Ισπανία/Πορτογαλία ως αλλοτινές αυτοκρατορίες, η Ελλάδα ως το «κέντρο του κόσμου»).
Γιατί η τέχνη είναι και περίθαλψη: μια διέξοδος σε υπαρξιακές κρίσεις και οι κοινωνίες μας την έχουν τώρα περισσότερο ανάγκη από ποτέ.
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα. Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου ο Νότος της Ευρώπης είναι υπό διωγμόν σε όλα τα επίπεδα, από τα βασικά ζητήματα επιβίωσης έως και τα θέματα πολιτισμού που θεωρούνται φυσικά πολυτελείας.
Ο Έλληνας συγγραφέας που θέλει να συνομιλήσει με την εποχή του και τον κόσμο, αισθάνεται μια πολλαπλή επίθεση σε όλα τα μέτωπα. Είναι ενας δημιουργός απομονωμένος σε ένα εκδοτικό μπλόκο μες στον χρηματοπιστωτικό κυκεώνα που νοσεί, με μόνη δυνατότητα έκφρασης το έργο του, το οποίο είτε υποβαθμίζεται καθημερινά, είτε εξαφανίζεται. Εδώ και καιρό η πλειονότητα των συγγραφέων δεν πληρώνονται ούτε τα δικαιώματα των βιβλίων τους.
Μια ευρωπαϊκή συζήτηση
Εξ ου και μία πρωτοβουλία σαν αυτή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όχι πλέον παράλληλες συζητήσεις αλλά ΜΙΑ συζήτηση, ευρωπαϊκή όσο και το αναγκαία κοινό ευρωπαϊκό παρόν μας - με όποια μορφή και να θα αποκτήσει αυτό το μέλλον.
Ο στόχος μας είναι βέβαια να μη μείνουμε μόνο εδώ. Να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε έναν πολιτιστικό θύλακα στην Ε.Ε. που να υπενθυμίζει ότι κάθε χώρα δεν είναι μόνο ισολογισμός και έλλειμμα, αλλά ταλέντο και πολιτισμός.
Είναι η πρώτη φορά που Ευρωπαίοι συγγραφείς του Νότου παίρνουμε το βήμα στο ευρωκοινοβούλιο για να μιλήσουμε για τα κοινά προβλήματά μας. Προβλήματα που δεν άπτονται αποκλειστικά στα του κλάδου μας αλλά -μια και η δουλειά μας αφορά τη σύλληψη και αποτύπωση ολόκληρων κόσμων, την αφήγηση και τον φωτισμό της πραγματικότητας και της αλήθειας υπό ένα αναπάντεχο πρίσμα- είναι μοιραία συνδεδεμένα με όσα ζούμε και όσα μας ταλανίζουν, όπως και με όσα μας ενώνουν μέσα από τα κοινά μας βιώματα.
Διότι εντέλει εμείς οι Νότιοι δεν είμαστε μόνο ένα οικονομικό άθροισμα, είμαστε πληθυντικός αριθμός. Πληθυντικός αριθμός προσώπων, ατόμων: δημιουργών και μη. Και εδώ, στον Νότο της κρίσης, πρέπει να δημιουργήσουμε κοινά βιώματα αυτής της πραγματικότητας.
Εμείς οι συγγραφείς, που δουλειά μας είναι να σκάβουμε, να εξορύσσουμε και να φέρνουμε στο φως αυτήν ακριβώς τη θαμμένη πραγματικότητα -πολλές φορές υπό ένα εντελώς νέο φως μέσα από ένα άλλο βλέμμα- πιστεύω πως έχουμε πολλά να συνεισφέρουμε σε μία ευρύτερη συζήτηση σαν και αυτή που αφορά την κοινή ευρωπαϊκή μοίρα των λαών μας που πλήττονται τόσο άγρια από μία πρωτοφανή κρίση.
Για μια Ευρώπη που δεν σκέφτεται εκδικητικά, κραδαίνοντας το κοινό νόμισμα ως προπατορικό αμάρτημα, αλλά που μπορεί να θυμηθεί τις αρχές του ουμανισμού και της αλληλεγγύης και να επέμβει στην ίδια της την αφήγηση.
*Την εκδήλωση διοργάνωσε η ευρωβουλευτής Μαριλένα Κοππά μέσω του blog «The South In Talk»
**Το τελευταίο βιβλιο του Αλεξη Σταμάτη είναι το «Μπορείς να κλάψεις μες στο νερό;» εκδ. Καστανιώτη
***Ο Αλεξης Σταμάτης παραδίδει μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μουσείο Ηρακλειδών από τις 10 Μαϊου ως τις 14 Ιούνιου (6 τρίωρα σεμινάρια, 6.30-8.30, κάθε Παρασκευή) τηλ. για εγγραφές: 210 34 61 981 (10-1μ.μ.)
Η αναζήτηση ενός νέου ευρωπαϊκού οράματος, είτε η αφύπνιση του όποιου υγιούς παλιού, δεν μπορεί να στηριχτεί σε παρωχημένα ιδεολογήματα ή ηθικολογικές επικλήσεις μιας ευρωπαικότητας που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Οι σημερινές επιδείξεις δύναμης είναι προσαρμοσμένες σε αυτές τις ίδιες άτεγκτες αρχές: της ισχύος, της υπεροχής και της ιεραρχικής οργάνωσης. Η εναλλακτική πρόταση θα προϋπόθετε καταρχάς την αποδόμηση και στη συνέχεια την πιθανώς και ριζική αλλαγή των αφηγημάτων αυτών. Και η αφήγηση είναι τουλάχιστον κάτι που γνωρίζουμε καλά εμείς οι συγγραφείς.
Μόλις πριν από κάποιες εβδομάδες, οι Πορτογάλοι διαδήλωναν κατά της υφεσιακής πολιτικής με τραγούδια από την επανάσταση των Γαρυφάλλων, όπως το Grandola, Vila Morena. Διαδήλωναν ενάντια εκείνου που οι Γάλλοι ονόμασαν pensée undimensionnelle, δηλαδή στη μονοδιάστατη σκέψη, η οποία σημαίνει την αδυναμία να συλλάβει κανείς την αξία πολιτικών σκέψεων, ακόμα και υπαρξιακών αναζητήσεων χωρίς added value, χωρίς ωφελιμισμό.
Πρόκειται για μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία την οποία πρωτογνωρίσαμε με τον αγγλοσαξονικό όρο TINA (Τhere Ιs Νo Αlternative) από την περίφημη ρήση της πρόσφατα αποδημήσασας Μάργκαρετ Θάτσερ. Δηλαδή: νεοφιλελευθερισμός χωρίς όρια, παγκοσμιοποίηση, ελεύθερη αγορά.
Είναι ενδιαφέρον να θυμηθούμε ότι η θεωρία, της «μετάβασης» στη Δημοκρατία απ’ όπου ξεκινά και η αφήγηση για τον εκδημοκρατισμό της Ευρώπης, άρχισε ουσιαστικά με την Επανάσταση των Γαρυφάλλων, το 1974, στην Πορτογαλία. Η Ευρώπη, ως αφήγηση προόδου και εκδημοκρατισμού, ερχόταν συχνά «από τα πάνω προς τα κάτω». Πριν τα PIGS, η Ευρώπη έβλεπε στον Νότο της τον θρίαμβο της Δημοκρατίας.
Πώς όμως φτάσαμε από μια Ευρώπη που νομοθετούσε με βάση την εξίσωση επιδομάτων, αδειών και ρυθμίσεων για τις γυναίκες σε μια Ευρώπη που διαχωρίζεται σε «μέρμηγκες» και «τζίτζικες»; Ιδού ο Αισώπειος μύθος προσαρμοσμένος στην Ευρωπαϊκή Ένωση:
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια χώρα του Νότου, τα τζιτζίκια ζούσαν ανέμελα σε μια συνομοσπονδία με μυρμήγκια βόρειων χωρών τα οποία δούλευαν, δούλευαν και δούλευαν. Όσο η συνομοσπονδία αυτή διένυε μέρες καλοκαιριού, όλα πήγαιναν φίνα. Τα τζιτζίκια τραγούδαγαν και κορόιδευαν τα μερμήγκια, αλλά και τα μυρμήγκια, πού και πού, επισκέπτονταν τον Νότο για μερικές εβδομάδες ανεμελιάς στον ήλιο, δίπλα στα τεμπέλικα τζιτζίκια.
Κάποτε όμως, το καλοκαίρι της συνομοσπονδιακής ευαρέσκειας μετατράπηκε σε καλοκαίρι της δυσαρέσκειας της συνομοσπονδίας. Τότε, τα τζιτζίκια του Νότου, ιδίως στην Ελλάδα, παραλίγο να ξεπαγιάσουν. Χωρίς τρόφιμα στις αποθήκες τους, χωρίς να έχουν προνοήσει για τις δύσκολες ημέρες του χειμώνα, έτρεξαν στις πρωτεύουσες του Βορρά, με προτεταμένο το χέρι, ζητώντας από τα μυρμήγκια αρωγή, αλληλεγγύη.
Τα μυρμήγκια, ναι μεν δεν αρνήθηκαν να συνδράμουν, απαίτησαν όμως από τα τζιτζίκια δείγματα γραφής ότι πλέον θα αλλάξουν. Ότι θα γίνουν κι αυτά πιο… μυρμήγκια.
Tα αποτελέσματα είναι σε όλους μας γνωστά. Ας περιοριστούμε όμως στον αντίκτυπο που έχουν στη νέα γενιά. Σήμερα, σε όλο τον Νότο, υπάρχει μια «χαμένη γενιά» -όρος που παραπέμπει στις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1920- μία γενιά νέων ανθρώπων που δεν μπορούν να ελπίζει σε εργασία, ασφάλεια, περίθαλψη, χειραφέτηση, αυτονομία, δημιουργία οικογένειας, κοκ. Μιλάμε όχι μόνο για την πρώτη μεταπολεμική γενιά που θα ζήσει χειρότερα από τους γονείς της, αλλά και για την πρώτη γενιά για την οποία η Ευρώπη δεν είναι λέξη ταυτόσημη με την πρόοδο. Ζούμε δηλαδή μία ιστορική ειρωνεία, όπου η αφετηρία μιας ηρωικής αφήγησης γίνεται και η αφετηρία μιας έκπτωσης οραμάτων και αξιών.
Ένα άλλο νέο στοιχείο που παρατηρούμε είναι η σύγκρουση κοινωνικών αναπαραστάσεων μεταξύ γενεών, για τις οποίες η έννοια Ευρώπη είχε και έχει διαφορετική σημασία. Σημειώνω: την αναβίωση της μετανάστευσης, την επανεμφάνιση -από την Ισπανία και την Πορτογαλία έως την Ελλάδα- του «αυγού του φιδιού», του ολοκληρωτικού μας παρελθόντος, με ορισμένους να το νοσταλγούν και άλλους να ψάχνουν για τα απομεινάρια του στο κράτος και, για να περιοριστώ στη χώρα μου, εδώ μιλάμε για έναν τόπο όπου κυριαρχεί η πυρηνική «τοξική» οικογένεια, όπου ο νεωτερισμός-μεταμοντερνισμός ποτέ δεν υπήρξε mainstream και η νεολαία είχε γαλουχηθεί μέσα σε μια πολιτισμική, πολιτική/κομματική και, εντέλει, οικογενειακή υποτέλεια (η οποία παρεμπιπτόντως στην Ιταλία λέγεται mamismo)
Ταυτόχρονα, βιώνουμε μια σειρά από ιστορικά παράδοξα: τη μετανάστευση νέων Πορτογάλων στις πρώην αφρικανικές αποικίες, αλλά και τη μετανάστευση Ισπανών και Ελλήνων στη Γερμανία, «σαν να μην πέρασε μια μέρα και εξελίξεις στο πλαίσιο μιας κοινωνίας που βασικά φοβάται και δεν έχει τα διεθνιστικά οράματα των δεκαετιών του 1960 και 1970.
Όλα τα παραπάνω παρουσιάζουν μη ευθύγραμμες εξελίξεις και γεννούν μη προβλέψιμους χαρακτήρες που δεν μπορεί παρά να ελκύουν έναν συγγραφέα. Στη λογοτεχνία, ένα από τα κύρια θέματα είναι η αναζήτηση, η ταυτότητα αλλά και η κρίση αυτής της ταυτότητας. Ο Νότος σήμερα βιώνει την κρίση ως κρίση ταυτότητας. Πώς γίνεται αυτό; Ιδού μια σειρά τρόποι:
- Στη βάση μιας αφήγησης τύπου «τζίτζικα και μέρμηγκα» με θρησκευτικές αναφορές και υπόστρωμα σύγκρουσης Προτεσταντικής ηθικής.
- Στη βάση της επανάληψης τραυματικών εμπειριών, όπως η μετανάστευση και η πείνα, που δίνουν μια αίσθηση κατάρρευσης της έννοιας της «προόδου» στην οποία όλοι ήμασταν εθισμένοι.
- Στη βάση μίας αφήγησης που αναζωπυρώνει κάθε είδους ανέκδοτο της δεκαετίας του 1970 για τους νότιους μετανάστες με αποκορύφωμα το αμίμητο PIGS.
- Στη βάση μια σύγκρουσης γενεών σε υπαρξιακό επίπεδο, μια και η γενιά της μεταπολίτευσης έκανε παιδιά με μεγαλύτερες προσδοκίες, τα οποία ωστόσο θα ζήσουν χειρότερα από τους γονείς τους.
- Στη βάση ότι στην Πορτογαλία οι πρώην αποικίες εξαγοράζουν τα πάντα -ηλεκτρισμό, τράπεζες, κ.ο.κ.- ενώ πάνω από 100.000 ψάχνουν το αμερικανικό όνειρο στην Ανγκόλα.
- Στη βάση πρακτικών αποτελεσμάτων, όπως το γεγονός ότι οι νότιοι χάνουν τα σπίτια τους όπως οι νεόπτωχοι της Αμερικής, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο στη Φρανκφούρτη και στο Άμστερνταμ.
- Στη βάση ανισοτήτων: ο ξενοδόχος της Κρήτης δανείζεται με διπλάσιο επιτόκιο από τον συμπαθή συνάδελφό του στον Μέλανα Δρυμό (και πρέπει να ακούει και πόσο τεμπέλης είναι).
- Στη βάση ενός ιδιότυπου «οριενταλισμού» που λέει ότι η Δύση αξιολογεί το Νότο και άρα πρέπει συμβολικά να «μετανοήσουμε» με όρους και πάλι θρησκευτικούς.
- Στη βάση του γεγονότος ότι όλοι στο Νότο είχαμε μία αίσθηση μικρομεγαλισμού της δεκαετίας του 1990 και αρχών 2000 που τώρα καταρρέει.
Τι μπορούμε να κάνουμε σήμερα; Ένα είναι βέβαιο: ότι ο Νότος πρέπει να συνομιλήσει. Και η συζήτηση να γίνει στη βάση εθνικών βιωμάτων.
Γιατί, λοιπόν, ανάγκη για Πολιτισμό στο Νότο;
Γιατί η τέχνη παράγει σύμβολα. Και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Ο Ουμπέρτο Έκο λέει ότι «η πολιτική είναι διαχείριση συμβόλων».
Γιατί η σχέση της κοινωνίας με τον πολιτισμό είχε φτάσει σε ένα θλιβερό ναδίρ. Οι συνάδελφοι από τον Νότο ίσως θα ήθελαν να πληροφορηθούν πώς τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα μία τηλεοπτική σαπουνόπερα του χειρίστου επιπέδου παρήγαγε σειρά βουλευτών και πώς ένας γραφικός Νομάρχης που ντυνόταν Ζορό μπορούσε να επανεκλέγεται επί σειρά ετών.
Γιατί οι ανάγκες έκφρασής μας τώρα βρίσκονται σε φάση επαναπροσδιορισμού: στην κρίση αποκαλύπτεται η «βασική ανάγκη» και η τέχνη είναι κομβικό εργαλείο στην ανάδυση, υπενθύμιση, καλλιέργεια και στήριξη αυτού του πρωτογενούς υλικού.
Γιατί και στις τέσσερις χώρες θεωρούμε ότι ο πολιτισμός είναι κατά βάση πολιτιστική βιομηχανία και προέκταση της τουριστικής εικόνας. Στην περίπτωσή μας αυτό περνάει και ως αισθητική, ξέρουμε καλά ποίου είδους…
Γιατί όλοι μας δυστυχώς κουβαλάμε ένα αρχαίο πνεύμα αθάνατο και ένα μύθο αντίστοιχης Ψωροκώσταινας (η Ιταλία/ Ισπανία/Πορτογαλία ως αλλοτινές αυτοκρατορίες, η Ελλάδα ως το «κέντρο του κόσμου»).
Γιατί η τέχνη είναι και περίθαλψη: μια διέξοδος σε υπαρξιακές κρίσεις και οι κοινωνίες μας την έχουν τώρα περισσότερο ανάγκη από ποτέ.
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα. Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου ο Νότος της Ευρώπης είναι υπό διωγμόν σε όλα τα επίπεδα, από τα βασικά ζητήματα επιβίωσης έως και τα θέματα πολιτισμού που θεωρούνται φυσικά πολυτελείας.
Ο Έλληνας συγγραφέας που θέλει να συνομιλήσει με την εποχή του και τον κόσμο, αισθάνεται μια πολλαπλή επίθεση σε όλα τα μέτωπα. Είναι ενας δημιουργός απομονωμένος σε ένα εκδοτικό μπλόκο μες στον χρηματοπιστωτικό κυκεώνα που νοσεί, με μόνη δυνατότητα έκφρασης το έργο του, το οποίο είτε υποβαθμίζεται καθημερινά, είτε εξαφανίζεται. Εδώ και καιρό η πλειονότητα των συγγραφέων δεν πληρώνονται ούτε τα δικαιώματα των βιβλίων τους.
Μια ευρωπαϊκή συζήτηση
Εξ ου και μία πρωτοβουλία σαν αυτή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όχι πλέον παράλληλες συζητήσεις αλλά ΜΙΑ συζήτηση, ευρωπαϊκή όσο και το αναγκαία κοινό ευρωπαϊκό παρόν μας - με όποια μορφή και να θα αποκτήσει αυτό το μέλλον.
Ο στόχος μας είναι βέβαια να μη μείνουμε μόνο εδώ. Να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε έναν πολιτιστικό θύλακα στην Ε.Ε. που να υπενθυμίζει ότι κάθε χώρα δεν είναι μόνο ισολογισμός και έλλειμμα, αλλά ταλέντο και πολιτισμός.
Είναι η πρώτη φορά που Ευρωπαίοι συγγραφείς του Νότου παίρνουμε το βήμα στο ευρωκοινοβούλιο για να μιλήσουμε για τα κοινά προβλήματά μας. Προβλήματα που δεν άπτονται αποκλειστικά στα του κλάδου μας αλλά -μια και η δουλειά μας αφορά τη σύλληψη και αποτύπωση ολόκληρων κόσμων, την αφήγηση και τον φωτισμό της πραγματικότητας και της αλήθειας υπό ένα αναπάντεχο πρίσμα- είναι μοιραία συνδεδεμένα με όσα ζούμε και όσα μας ταλανίζουν, όπως και με όσα μας ενώνουν μέσα από τα κοινά μας βιώματα.
Διότι εντέλει εμείς οι Νότιοι δεν είμαστε μόνο ένα οικονομικό άθροισμα, είμαστε πληθυντικός αριθμός. Πληθυντικός αριθμός προσώπων, ατόμων: δημιουργών και μη. Και εδώ, στον Νότο της κρίσης, πρέπει να δημιουργήσουμε κοινά βιώματα αυτής της πραγματικότητας.
Εμείς οι συγγραφείς, που δουλειά μας είναι να σκάβουμε, να εξορύσσουμε και να φέρνουμε στο φως αυτήν ακριβώς τη θαμμένη πραγματικότητα -πολλές φορές υπό ένα εντελώς νέο φως μέσα από ένα άλλο βλέμμα- πιστεύω πως έχουμε πολλά να συνεισφέρουμε σε μία ευρύτερη συζήτηση σαν και αυτή που αφορά την κοινή ευρωπαϊκή μοίρα των λαών μας που πλήττονται τόσο άγρια από μία πρωτοφανή κρίση.
Για μια Ευρώπη που δεν σκέφτεται εκδικητικά, κραδαίνοντας το κοινό νόμισμα ως προπατορικό αμάρτημα, αλλά που μπορεί να θυμηθεί τις αρχές του ουμανισμού και της αλληλεγγύης και να επέμβει στην ίδια της την αφήγηση.
*Την εκδήλωση διοργάνωσε η ευρωβουλευτής Μαριλένα Κοππά μέσω του blog «The South In Talk»
**Το τελευταίο βιβλιο του Αλεξη Σταμάτη είναι το «Μπορείς να κλάψεις μες στο νερό;» εκδ. Καστανιώτη
***Ο Αλεξης Σταμάτης παραδίδει μαθήματα Δημιουργικής Γραφής στο Μουσείο Ηρακλειδών από τις 10 Μαϊου ως τις 14 Ιούνιου (6 τρίωρα σεμινάρια, 6.30-8.30, κάθε Παρασκευή) τηλ. για εγγραφές: 210 34 61 981 (10-1μ.μ.)