ανάμεσα στο πρόσωπό σου και στο πρόσωπό σου
μια τρυφερή μορφή παιδιού γράφεται και σβήνει.
(Γ. Σεφέρης)
Αθήνα. Συνοικία Εξάρχεια: Δεκέμβριος 2008. Ένας 15χρονος μαθητής δολοφονημένος από τη σφαίρα ενός ειδικού φρουρού και η χώρα δεν θα ναι ξανά εκείνη που ήταν. Η σφαίρα εκτός από τον Αλέξη Γρηγορόπουλο χτύπησε την καρδιά της ελληνικής κοινωνίας, την καρδιά του ελληνικού κράτους. Ενός κράτους που με σύνθημα «σεμνά και ταπεινά» ανέχεται, υποθάλπει και συχνά εμπεριέχει τη διαφθορά.
Η άδικη δολοφονία ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η συσσωρευμένη αγανάκτηση ξέσπασε σε μια χώρα όπου τα σκάνδαλα διαδέχονται το ένα το άλλο, (με κορυφή του παγόβουνου το τελευταίο της μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους,). Σε μια χώρα με υποβαθμισμένο σύστημα υγείας, με προβληματική Παιδεία, με απαξιωμένα διπλώματα και με τον νέο άνθρωπο να βλέπει μπροστά του μια καριέρα που αποτιμάται στην καλύτερη περίπτωση σε μηνιαίο μισθό 700 ευρώ. H αγανάκτηση πάτησε πάνω στη τραγική δολοφονία και εκδηλώθηκε σε ολόκληρη σχεδόν την Ελλάδα.
Πάνω στο νεκρό παιδί παίχτηκε ένα θλιβερό διχαστικό παιχνίδι, γεμάτο ηθικολογίες και ψευδοδίλημματα. Ακουστήκαν πολλά παραμύθια, γεγονότα μεγεθύνθηκαν και διαστρεβλωθήκαν. Η ελληνική τηλεόραση ως συνήθως σπεκούλαρε λαϊκίζοντας ασύστολα και τα κουτσομπολίστικα σόου μετακινήθηκαν από την εις βάθος ανάλυση του αφρού, στην αφρώδη ανάλυση της ουσίας. Στα σαλονάκια των hostess τα παιδιά από emo έγιναν «οργισμένοι έφηβοι». Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση προσπάθησε να έχει όσο το δυνατόν μικρότερο πολιτικό κόστος, και φυσικά απέτυχε με την αντιφατική, φοβισμένη της πολιτική που την κατέστησε θεατή στα γεγονότα, ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός ασκείτο σε θεωρητικά διαγγέλματα στα οποία επαναλάβανε γενικολογίες.
Η εξέγερση ειναι η γλώσσα όσων δεν εισακουγονται, έλεγε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Ποτέ θα ακουστούν λοιπόν οι νέοι άνθρωποι, οι απελπισμένοι , οι ταλαιπωρημένοι νέοι, εκείνοι που δεν βλέπουν μπροστά τους τίποτα - μέλλον, υγεία, ασφάλεια, δημιουργία -, οι νέοι εκείνοι νιώθουν το κράτος μπαμπούλα, αντίπαλο, εχθρό και τα οποία οι περισσότεροι φρόντισαν να αφορίσουν με δυο κουβέντες; Πότε θα ακουστεί ο βαθύς πυρήνας των στερημένων, των αποπροσανατολισμένων, των απελπισμένων; Ο στερημένος, εκείνος που δεν έχει δικαίωμα στο δρόμο, όταν βρει την ευκαιρία να εκδηλωθεί, θα γίνει ο βασιλιάς της νύχτας και θα την πυρπολήσει. Το θέμα είναι πώς τον στιγμιαίο αυτοκράτορα της νύχτας θα τον κάνεις ισότιμο διεκδικητή της μέρας.
Όλες οι αντίστοιχες ταραχές, από το Μπρίξτον και το Λος Άντζελες μέχρι τη Γένοβα και το Παρίσι είχαν ως αφορμή την αστυνομική βία. Στην ουσία όμως ήταν μια ευκαιρία για τον κόσμο που είναι αποξενωμένος από την κοινωνία, εκείνον που το σύστημα περιθωριοποιεί, προσβάλλει και ευνουχίζει, εκείνον τον κοινωνικά, ψυχολογικά και χωροταξικά γκετοποιημένο, να βγει στους δρόμους και να εκδηλωθεί.
Μιλάνε για βία. Βία κατά της τζαμαρίας, του κάδου απορριμμάτων, βία κατά των περιουσιών του απλού κοσμάκη. Ξεχνάμε όμως σε πια ουσιαστική βία είχε φτάσει η ελληνική κοινωνία πριν τις 9 μμ του Σαββάτου της 6ης Δεκεμβρίου; Μια βία που ως πολίτες είχαμε ποτιστεί επί χρόνια σε τέτοιο βαθμό, ώστε να την είχαμε σχεδόν απορροφήσει, είχαμε αρχίσει να την θεωρούμε φυσιολογική.
Πριν από 4 χρόνια ήμασταν μια μετολυμπιακη πόλη με αναπλασμένα και φωταγωγημένα ακίνητα που έμοιαζε να έχει να μέλλον. Το μακιγιάζ κατέρρευσε σε χρόνο ρεκόρ, το μπότοξ ξεφούσκωσε και οι ρυτίδες φάνηκαν. Οι φωταψίες έσβησαν γρήγορα και ξαναγυρίσαμε στο γκρίζο. Η κοινωνική αποσύνθεση, η αίσθηση του αποκλεισμού, τα απίστευτα σκάνδαλα, καλύπτονταν από τα ξύλινα λόγια που εξέφεραν ομιλούσες ομοιόμορφες κεφαλές. Ταυτόχρονα κάθε βράδυ ακούγαμε για παραβιάσεις νόμων που κάνουν οι ίδιοι οι τηρητές των νομών. Και οι μεν νοικοκυραίοι απλά κουνάγανε το κεφάλι. Οι απελπισμένοι όμως κάποια στιγμή θα έσπαγαν, και έσπασαν. Και τα έσπασαν.
Ίσως φυσικά δεν είναι μόνο ελληνικό το φαινόμενο. Όλα όσα φάνταζαν λαμπερά στον δυτικό πολιτισμό αρχίζουν πλέον και δείχνουν και το σκοτεινό τους πρόσωπο. Κερδίσαμε την ατομικότητα, κερδίσαμε το εγώ αλλά καταλήξαμε μόνοι, εγωκεντρικοί, αποξενωμένοι, με διαλυμένες σχέσεις. Όμως, εκεί που αυξάνεται ο κίνδυνος αυξάνεται επίσης αυτό που σώζει, έλεγε ο Χέλντερλιν. Όσο μια κρίση βαθαίνει, τόσο δυναμώνει και η συνείδηση σοβαρότητας του προβλήματος.
Εκείνο που θα έπρεπε να κυριαρχεί σήμερα είναι προβληματισμός, προσπάθεια ερμηνείας. Με ανοιχτά μάτια και αυτιά να ψάχνουμε για λύσεις. Λύσεις εδώ και τώρα που θα πρέπει να βασίζονται στην αποκωδικοποίηση των ηχηρότατων μυνηματων που στέλνονται.
Το κληροδότημα μαζεύτηκε από τις άλλες γενιές και τώρα εισπράττεται το εφ άπαξ. Κάποτε ο εχθρός είχε όνομα: ήταν ο ναζισμός, η χούντα, η επάρατος δεξιά… Σήμερα η διαφορά είναι ότι ο εχθρός υπάρχει παντού, εξαερωμένος στην ατμόσφαιρα, πανταχού παρόν, και, το χειρότερο, ενίοτε γοητευτικός.
Η λέξη «κουκουλοφόροι» μονοπώλησε την επικαιρότητα τις τελευταίες βδομάδες. Όμως οι αληθινοί κουκουλοφόροι δεν είναι πια στα Εξάρχεια, στην πλατεία Συντάγματος ή στην πλατεία Ομονοίας. Δεν είναι οι εκατό διακόσιοι γνωστοί άγνωστοι. Είμαστε όλοι εμείς, ολόκληρη η κοινωνία, και πλέον οφείλουμε να βγάλουμε τις μάσκες και να δούμε κατάματα τη νέα γενιά.