Είναι μόδα; Είναι αρνητική κριτική ως προς μια καλλιτεχνική πρόταση, είναι συντηρητικό αντανακλαστικό ως προς μια διαφορετική ανάγνωση ενός κλασικού έργου, ή –το χειρότερο-, είναι ένδειξη εθνικισμού και ρατσισμού απέναντι σε έναν σκηνοθέτη που τυχαίνει να μην είναι Έλληνας, και «τολμά» να «πειράζει» τα ιερά και όσια, τα τιμαλφή του αρχαίου μας θεάτρου; Όπως και να χει, τα γιουχαΐσματα που εισέπραξαν οι «Πέρσες» (η οι «Περσίδες») του Ντίμιτερ Γκότσεφ κατά τη διάρκεια της παράστασης είναι ένα δείγμα της «ποδοσφαιροποίησης» της Επιδαύρου.
Σε όσους υποστηρίζουν ότι οι αντιδράσεις αυτές είναι μέρος της παράδοσης του θεάτρου (την αρχαία εποχή πετούσαν μέχρι και ζαρζαβατικά), έχουμε να τους απαντήσουμε ότι πρώτον έχουν περάσει κάποια χρόνια από τότε και ότι μοιάζει εντελώς άκομψο και αγενές να αποδοκιμάζεις έντονα μια παράσταση από τα πρώτα δέκα λεπτά, όταν ακόμα δεν έχεις δει το που το πάει ο σκηνοθέτης. Θα μου πείτε πως μπορεί να εκφράσει τη δυσφορία του ένας θεατής; Η απάντηση (και κάτι τέτοιο έγινε και στην συγκεκριμένη παράσταση), είναι να σηκωθεί να φύγει, κι αυτό με έναν κόσμιο τρόπο. Ή, εναλλακτικά, να περιμένει ως το τέλος και να εκφράσει τη δυσαρέσκεια του έστω και σφυρίζοντας (Εδώ είχαμε το τραγελαφικό: αποθεωθήκαν οι Έλληνες «παίκτες», γιουχαΐστηκε ο ξένος «προπονητής»).
Φαίνεται πως έχει δημιουργηθεί μια νεα γενιά Επιδαυριστών. Είχαμε τους εκδρομείς, είχαμε τους φιλοτέχνους, είχαμε τους κοσμικούς, πρέπει πλέον να αποδεχτούμε και τη νεα φυλή των «γιουχαϊστών», οι οποίοι οσμίζονται που έχει «ψωμί» (εστιάζοντας βέβαια σε αλλοδαπούς σκηνοθέτες) και σπεύδουν.
Ευτυχώς το θέατρο είναι αλλού.
δημοσιευτηκε στο Εθνος