Oμιλια στο Μουσείο Σπύρου Βασιλείου
«Η αρχιτεκτονική είναι το μεγάλο βιβλίο της ανθρωπότητας, η πρωταρχική έκφραση του ανθρώπου στα διαφορετικά στάδια ανάπτυξης του, τόσο ως δυναμική, όσο και ως διάνοια» Βικτορ Ουγκό.
Πρόκειται για μια φράση στην οποία συνδέονται οι έννοιες αρχιτεκτονική και βιβλίο. Αν αντικαταστήσουμε την λέξη «αρχιτεκτονική» με τη λέξη «λογοτεχνία» και τη λέξη «βιβλίο» με τη λέξη «οικοδόμημα», η φράση διαθέτει το ίδιο ακριβώς ειδικό βάρος, αποδεικνύοντας την αλληλοδιείσδυση και την εκλεκτική συγγένεια που έχουν οι δυο αυτές δημιουργικές πρακτικές.
«Η λογοτεχνία είναι το μεγάλο οικοδόμημα της ανθρωπότητας, η πρωταρχική έκφραση του ανθρώπου στα διαφορετικά στάδια ανάπτυξης του, τόσο ως δυναμική, όσο και ως διάνοια».
Από τον Άγιο Αυγουστίνο ως τον Ίταλο Καλβίνο και τον Ζορζ Περέκ, αρχιτεκτονική και λογοτεχνία έχουν διασταυρωθεί πολλές φορές, στην κοινή τους επιδίωξη να αφηγηθούν, να δημιουργήσουν, να αναδημιουργήσουν και να εκφράσουν το χώρο. Στην λογοτεχνία εξωτερικοί και εσωτερικοί χώροι – πόλεις, γειτονιές, δρόμοι, κτίρια και δωμάτια – εμφανίζονται ως τοποθεσίες όπου εξελίσσεται η εμπειρία της ζωής, αλλά και ως τόποι που φέρουν ορατά τα ίχνη του περάσματος του χρόνου, τόποι στους οποίους προβάλλουμε τις προσωπικές μας εμπειρίες και αναμνήσεις. Η αρχιτεκτονική και η λογοτεχνία μοιράζονται όμοιες αρχές αισθητικής και δομής. Συχνά δε, χρησιμοποιείται η ίδια ορολογία για να περιγράφουν τόσο οι κειμενικοί όσο και οι αρχιτεκτονικοί τόποι.
Έχοντας ο ίδιος σπουδάσει αρχιτεκτονική, πριν καταλήξω να αφιερωθώ αποκλειστικά στη συγγραφή, είμαι στην ευχάριστη θέση να καταθέσω την ευγνωμοσύνη μου για αυτό το μεγάλο σχολείο που με βοήθησε αφάνταστα στην εργασία μου ως μυθιστοριογράφου. Οι αρχιτεκτονικές σπουδές είναι ένα πραγματικό Παν-επιστήμιο. Περιλαμβάνουν ένα πανόραμα γνώσης: εικαστικά, φιλοσοφία, κοινωνιολογία, σύνθεση, μαθηματικά, στατική… Αποφοίτησα έχοντας στη φαρέτρα μου μια ποικιλία εφοδίων που αργότερα μου φάνηκαν κάτι παραπάνω από χρήσιμα στο νέο μου δρόμο.
Κυρίως όμως, οι σπουδές μου στην αρχιτεκτονική με βοήθησαν στο να σκέφτομαι κατασκευαστικά: να είμαι σε θέση να κάνω μια αφηρημένη ιδέα, πράξη. Ένα αποφασιστικό εργαλείο εξαιρετικά χρήσιμο στην σύλληψη, χάραξη, δομή και επεξεργασία των βιβλίων μου.
Οι σκέψεις αυτές έχουν κατατεθεί μερικά στο δεύτερό μου μυθιστόρημα «Μπαρ Φλωμπέρ». Παραθέτω ένα σχετικό απόσπασμα από το βιβλίο. Μιλούν ένας πατερας, καταξιωμένος λογοτέχνης και ο γιος του.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΡ ΦΛΩΜΠΕΡ
«Ήρωες; Δεν υπάρχουν ήρωες, μόνο άνθρωποι υπάρχουν. Άνθρωποι, χαρακτήρες που με επισκέπτονται. Είναι κάτι σαν συμβίωση. Όταν γράφω, τους αισθάνομαι να κυκλοφορούν μέσα μου, να ζουν ό,τι κι εγώ κατά τη διάρκεια της μέρας».
«Κι όταν τελειώνεις το κείμενο, αποσύρονται. Κοιμούνται...» σχολίασα.
«Όταν τελειώνει το κείμενο, εκείνοι πια ανήκουν στους αναγνώστες. Εγώ είμαι που κοιμάμαι!», είπε γελώντας ο πατέρας.
«Ψέματα, τι κοιμάμαι...», συνέχισε. «Αφού βάλω και την τελευταία τελεία, περνάω μια περίοδο πολύ εσωτερική, σχεδόν διαλογισμού με το κείμενο».
Δεν τον ρώτησα τι εννοούσε. Δεν χρειαζόταν.
«Κάθομαι και το παρατηρώ. Σαν να κοιτάζω ένα πίνακα. Προσέχω τις ισορροπίες, τους όγκους, τις αναλογίες. Θέλω το τελικό κείμενο ν’ αναπνέει με κοφτές ανάσες, να ραγίζει δίχως ν’ αποκαλύπτει τα χάσματά του. Κι εκεί στα ραγίσματα προσπαθώ να παρασύρω τον αναγνώστη, να καμουφλάρω την τρύπα, κι αυτός, ανυποψίαστος, να πέσει μέσα. Όμως πρόσεχε! Εννοώ μια ανατροπή που οφείλει απαραίτητα να δικαιολογείται από το ειδικό βάρος των χαρακτήρων κι από τις συγκρούσεις. Όλα, όλα πρέπει να δικαιολογούνται Γιάννη στο μυθιστόρημα! Οφείλει να είναι μια τέλεια, μια αψεγάδιαστη κατασκευή, να ’ναι όπως ένα κτίριο, να ’χει τον φέροντα οργανισμό, τα φερόμενα στοιχεία, τα ανοίγματα, ακόμα και τον αρμό διαστολής! Ο αναγνώστης μπορεί να τα βλέπει όλα λεία, σοβατισμένα, απαστράπτοντα, παρόλο που μέσα, γίνεται κοσμογονία: κονιάματα, πέτρες, τούβλα, μπετόν, δοκάρια... Τα εντόσθια του κειμένου πρέπει να είναι υπολογισμένα στην εντέλεια. Αλλιώς αγόρι μου πέφτει. Πέφτει και διαλύεται στα εξ’ ων συνετέθη».
Πιο κάτω, μερικές επί μέρους σκέψεις, για την συνάφεια των δυο χώρων.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ
Το μυθιστόρημα, όπως και το κτίριο είναι μια κατασκευή. Δημιουργείται με «υλικά», έχει ένα στάδιο κατασκευής (που πανω κάτω είναι ίδιο χρονικά) διαθέτει εσωτερικούς «νόμους», θεμέλια, σκελετό, στοιχεία πλήρωσης, ανοίγματα και όταν τελειώσει παραδίδεται προς χρήση στους αναγνώστες, όπως το κτίριο στους χρήστες του.
ΕΚΚΙΝΗΣΗ ΣΥΛΛΗΨΗ
Η διαδικασία σύλληψης ενός βιβλίου είναι πολύ δύσκολο να εξηγηθεί. Ωστόσο σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε πως όλα στη λογοτεχνία αρχίζουν από ένα χάος στο οποίο ο δημιουργός καλείται να βάλει τάξη. Ο συγγραφέας δεν είναι παρά ένας επιμελητής χάους. Στήνει έναν ολόκληρο κόσμο από το μηδέν. Αλλά το ίδιο δεν είναι και ο αρχιτέκτονας;
Η αρχή και στις δυο περιπτώσεις είναι το κενό. Ο αρχιτέκτονας εκκινεί από ένα άδειο χώρο, το γιαπί, όπου καλείται να ‘σηκώσει’ μια κατασκευή. Ο συγγραφέας επίσης αρχίζει από ένα κενό (λευκό) χαρτί όπου καλείται να εγείρει μια ιστορία. Βέβαια το χαρτί, ή η οθόνη στις μέρες μας, είναι απλά το όχημα. Το σημείο εκκίνησης του λογοτέχνη είναι το απόλυτο μηδέν, το τίποτα, απ’ όπου σαν ένας μικρός θεός καλείται να στήσει μια αφήγηση, να κατασκευάσει έναν κόσμο. Εν αρχή ην το χάος, αλλά και εν αρχή ην ο λόγος,
Η αρχική ιδεα του συγγραφέα μπορεί να είναι από μια λέξη, ένας χαρακτήρας, ένας μύθος, μια έννοια. Προσωπικά μιλώντας, το τελευταίο μου βιβλίο ΜΗΤΕΡΑ ΣΤΑΧΤΗ άρχισε από μια λέξη, τη λέξη αυτοανάφλεξη και το δεύτερο το ΜΠΑΡ ΦΛΩΜΠΕΡ από έναν παιχνίδι λέξεων. Η αρχική ιδέα του αρχιτέκτονα μπορεί να είναι μια χάραξη, ένα σχήμα ακόμα και μια έννοια.
Η διπλωματική μου εργασία σο ΕΜΠ ηταν η μετατροπή του γηπέδου του ΠΑΟ σε ένα κτίριο πολλαπλών χρήσεων. Η πρωτη σπίθα για τη λύση, η κεντρική ιδέα ήταν ένας κύκλος: η σέντρα που απλώθηκε τρισδιάστατα κι «παρήγαγε» το κτίριο, με τον ίδιο πάνω κάτω τρόπο που η λέξη αυτοανάφλεξη στην Μητέρα Στάχτη απλώθηκε κι «έφτιαξε» την πλοκή.
Η ιδέα-σχήμα- έννοια αρχίζει και παίρνει σταδιακά μορφή μεσα από διαδικασίες στις οποίες λαμβάνεται υπ’ όψη το περιβάλλον, η κοινωνία, οι πάσης φύσεως αλληλεπιδράσεις, η παράδοση, η ιστορική περίοδος, το στιλ, ο προσανατολισμός. Εδώ, αρχιτεκτονική και λογοτεχνία ακολουθούν σχεδόν παρόμοιες μεθόδους.
ΥΛΙΚΑ
Τα υλικά του αρχιτέκτονα είναι τα υλικά που προσφέρει η φύση. Άμμος, νερό, ασβέστης, χώμα, πέτρα, ξύλο, σίδερο, μάρμαρο. Με αυτά δημιουργεί χώρο, δημιουργεί ζωή. Τα υλικά του συγγραφέα είναι εκείνα που προσφέρει η ζωή: μνήμη, πόνος, ενοχή, εκδίκηση, και κυρίως έρωτας, θάνατος, εξουσία. Με αυτά δημιουργεί αφήγηση, μύθο εξερευνά της ρωγμές της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Με τα υλικά του ο αρχιτέκτονας κατασκευάζει τα μέρη του κτιρίου του : δωμάτια, ορόφους, παράθυρα, διαδρόμους ενώ ο συγγραφέας κατασκευάζει χαρακτήρες, σχέσεις, συγκρούσεις.
ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ
Ο σχεδιασμός του κτιρίου ξεκινά από χαράξεις, σκελετό, κάνναβο. Υπακούει σε έναν μηχανισμό στηριξης ώστε να μπορεί να η κατασκευή να είναι λειτουργική.
Ο σχεδιασμός της πλειοψηφίας των μυθιστορημάτων ξεκινά επίσης από έναν σκελετό. Μέρη, κεφάλαια, αλληλεπιδράσεις χαρακτήρων, κρίσιμες σκηνές. Η στήριξη των λογοτεχνικών μερών δεν είναι κι αυτή παρά ένα δομικό πλέγμα. Τα μέρη οφείλουν να αλληλοϋποστηρίζονται, η «κατασκευή» να ισορροπεί μέσα από αιτιώδεις σχέσεις μέσα από φορτία αισθημάτων.
ΣΤΙΛ
Ο (καλός) λογοτέχνης όπως και ο (καλός) αρχιτέκτονας διαθέτουν το δικό τους «δακτυλικό αποτύπωμα». Το δικό τους στιλ. Υπάρχουν λογοτέχνες με μνημειώδες στιλ και αρχιτέκτονες με λυρικό. Αρχιτέκτονες με μεταφυσικό στιλ και λογοτέχνες με μπαρόκ. Συχνά χρησιμοποιούμε αρχιτεκτονικούς όρους για να χαρακτηρίσουμε γραπτά και λογοτεχνικούς όρους για να χαρακτηρίσουμε κτίρια. Η καθαρότητα των γραπτών του Σωτήρη Δημητρίου μερικές φορές μου θυμίζει Άρη Κωνσταντινίδη και η ποίηση στα κτίρια του Αντόνιο Γκαουντί, Μπόρχες ή Μαρκές.
Όπως μια πετυχημένη πρόταση έχει εφελκυστική αντοχή – δηλαδή δεν μπορείς να αλλάξεις ούτε μια λέξη, όλα τα συστατικά συνεργάζονται, έτσι και σ’ ένα πετυχημένα σχεδιασμένο αρχιτεκτονικό στοιχείο δεν μπορείς να μετακινήσεις ούτε ένα εκατοστό.
ΣΥΝΘΕΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ
Η αλληλεπιδράσεις των κατασκευαστικών στοιχείων, όπως οι αλληλεπιδράσεις των χαρακτήρων, οδηγούν το κτίσμα - ιστορια, σε απρόβλεπτες ενίοτε κατευθύνσεις που εκπλήσσουν πολλές φορές και τον ίδιο τον δημιουργό αρχιτέκτονα - συγγραφέα. Έτσι κατά την πορεία του σχεδιασμού, μπορεί η αρχική ιδεα να εγκαταλειφθεί, οι χαράξεις να τροποποιηθούν, νέοι χώροι να προκύψουν, ή ήδη υπάρχοντες να αφαιρεθούν. Ο συγγραφέας σκίζει σελίδες, ο αρχιτέκτονας σχέδια. Όταν οι χαρακτήρες αναπτύσσονται διαρκώς και παραμένουν ζωντανοί τότε η πλοκή θα φροντίσει από μόνη της. ¨όταν ο σχεδιασμός είναι διαρκώς a work in progress τότε η αρχιτεκτονική πλοκή θα φροντίσει από μόνη της. Η περιπέτεια της αφήγησης ενός κτιρίου προσομοιάζει στην περιπέτεια κατασκευής ενός μυθιστορήματος.
ΛΑΘΗ
Ένας αρχιτέκτονας που θέλει να «φορέσει» ένα κτίριο σε ένα χώρο χωρίς να λάβει υπόψη του τους περιβαντολογικούς, ιστορικούς, κοινωνιολογικούς παράγοντες, ή προσπαθώντας να συνταιριάξει τα αταίριαστα, να παραθέσει χωρίς να αφομοιώσει. είναι ένας κακός αρχιτέκτονας. Μια αρχαΐζουσα κολώνα σε μια γυάλινη πρόσοψη είναι μια τρύπα στο νερό.
Ένας συγγραφέας που επιβάλλει στον αναγνώστη μια προκατ ιστορια δένοντας τους χαρακτήρες με μια προκαθορισμένη πλοκή, χωρίς να αναρωτηθεί για τις αιτίες της συμπεριφοράς τους, χωρίς να μετρήσει τις αντιρρήσεις τους (γιατί και οι χαρακτήρες ενός βιβλίου μπορούν να διαφωνούν με τον συγγραφέα) χωρίς να νοιαστεί για την αλληλεπίδραση τους με την εποχή, είναι ένας κακός συγγραφέας. Ουρανοκατέβατες φράσεις του Τζόις ή του Προυστ, ερριμένες ατάκτως στο σώμα ενός σύγχρονου μυθιστορήματος το καθιστούν παρωδία, είναι αδέξιες πρόζες κεντημένες με βόλους από χρυσάφι.
Η ΚΟΥΡΤΙΝΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Υπάρχουν συγγραφείς που ανοίγουν την «κουρτίνα των εργασιών» του «γιαπιού» τους, και επιτρέπουν στον αναγνώστη να δει μέσα, στην «κουζίνα», να επιθεωρήσει το εργαστήριο τους σε πλήρη ανάπτυξη.
Την ίδια στιγμή υπάρχουν αρχιτέκτονες που εμφανίζουν στην επιδερμίδα των κτιρίων τους τα εντόσθια του έργου, δίνοντας την δυνατότητα στον θεατή η στον χρηστή να έχει μια εποπτεία του εσωτερικού της κατασκευής.
Για να παμε πιο παλιά, ο ορατός φέρον οργανισμός των κτιρίων του Κωνσταντινίδη μπορεί να αντιπαραβληθεί με το έργο ενός συγγραφέα ο οποίος με τον αναλυτικό κατακερματισμό της πλοκής του, επιτρέπει στον αναγνώστη, ταυτόχρονα με την παρακολούθηση της στόρι να διακρίνει αναλυτικά τον κορμό, τον σχεδιασμό, τα φέροντα στοιχεία του βιβλίου.
Από την άλλη παρατηρούμε συγγραφείς που δουλεύουν διακειμενικά, εντάσσοντας στην αφήγηση τους επεξεργασμένες μνήμες, εικόνες, φράσεις, αναφορές σε άλλα παλαιότερα αφηγήματα με τα οποία επιχειρείται ένας διάλογος (όχι απλή παράθεση). Το ίδιο κάνουν, σε μεγαλύτερη μάλιστα συχνότητα – πολλοί αρχιτέκτονες οι οποίοι συνομιλούν με αρχιτεκτονικά στοιχεία άλλων εποχών, σχολιάζοντας τα, (όχι παραθέτοντάς τα) από μορφολογικής, λειτουργικής, αισθητικής αλλά και ιστορικής απόψεως πάνω σε νέα κτίσματα.
ΑΦΗΓΗΣΗ
Κάθε βιβλίο μπορεί να αναλυθεί, να επιπεδομετρηθεί στα θεμέλια – δομή του, στα «δωμάτια» - χώρους του, στις προσπελάσεις – διαφυγές του, στους δευτερεύοντες χώρους – υποπλοκές του.
Κάθε κτίριο εμπεριέχει μια αφήγηση, διαθέτει μια κρυφή πλοκή, σημεία κορύφωσης, συγκρούσεις, αιτιώδεις σχέσεις, αλληλεπιδράσεις των μερών του.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΧΡΗΣΤΗΣ
Ο χρήστης, ή ο επισκέπτης ενός κτιρίου είναι μέρος μιας χωρικής αφήγησης, εισέρχεται σε μια περιπέτεια αναγνώρισης με τον ίδιο τρόπο που και ο αναγνώστης είναι μέρος μιας λογοτεχνικής αφήγησης μέσα από την οποία περιπλανάται στον μύθο.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ως επίλογος, κάποιες γενικές σκέψεις. Η λογοτεχνία, ακολουθώντας θα λέγαμε το λειτουργικό της διάγραμμα, χτίζει «περιπέτειες αισθημάτων». Το επιτυγχάνει πλάθοντας ατμόσφαιρες οι οποίες λειτουργούν ως «περιβάλλοντα» αυτής της περιπέτειας. Η καλή λογοτεχνία δεν ενδιαφέρεται για την ατμόσφαιρα αυτή καθαυτή (σ’ αυτό περιορίζεται η μικρή λογοτεχνία) αλλά και δεν μπορεί να ξεδιπλώσει τις ιστορίες της χωρίς δουλειά πάνω στην ατμόσφαιρα. Μορφή και περιεχόμενο ή (μιλώντας αρχιτεκτονικά) όψη και λειτουργία, την ενδιαφέρουν ταυτόχρονα.
Ίσως λοιπόν θα έπρεπε και η αρχιτεκτονική να συμπεριλάβει λίγο περισσότερο στον προβληματισμό τους ανάλογους «συγκινησιακούς» όρους. Να συλλάβει το χώρο ως μορφή μέσα από ατμόσφαιρες «αισθημάτων», παρά σκέτα μέσα από απαιτήσεις «χρήσεων», όπως την οδήγησε ο φονξιοναλισμός. Να φτιάξει χώρους «συναρπαστικούς», που να συγκινούν και όχι μόνο να καλύπτουν συγκεκριμένες ανάγκες. Περιπετειώδη σπίτια, περιπετειώδεις πόλεις.
Ίσως τελικά οι αρχιτέκτονές μας θα έπρεπε να διαβάζουν περισσότερο λογοτεχνία…
No comments:
Post a Comment