Sunday, November 15, 2009
Ρίτσα Μασούρα: Για την παρουσιαση του "Σκότωσε ό,τι αγαπάς"
Της Pιτσας Mασουρα απο την Καθημερινή 15.11.09
Βρείτε τον χρόνο και ξεχυθείτε στα βιβλιοπωλεία της Αθήνας. Πάρτε στα χέρια σας τους καταλόγους με τις παρουσιάσεις βιβλίων. Δείτε τα χάπενινγκ που συνήθως τα συνοδεύουν. Πάρτε δυο τρεις καλούς σας φίλους και αφεθείτε στο επιτηδευμένο πλασάρισμα του νέου βιβλίου, απολαύστε τον τρόπο που οι εκδοτικοί οίκοι επιλέγουν να φέρουν σε μια πρώτη, εν θερμώ, επαφή συγγραφέα και αναγνωστικό κοινό. Κι αν το κάνετε, είτε με ανάλαφρη διάθεση είτε στη λογική, «ας πάμε, βρε αδελφέ, θα ’χει και καφεδάκι», είτε με μια κάποια υπευθυνότητα, σκεφθείτε πώς θα ’ταν να καταφεύγατε εξαρχής στην ηλεκτρονική έκδοση του βιβλίου, χωρίς να ’χετε την τύχη ή τη χαρά να δείτε από κοντά τον συγγραφέα και τους ομοτράπεζούς του, αλλά και να αγγίξετε με τα χέρια το βιβλίο. Το βιβλίο που με τον καιρό αποκτά διττή μορφή: γίνεται μέρος της μοναχικότητας του ατόμου, αλλά και κομμάτι της κοινωνικότητάς του.
Βρίσκομαι συχνά σε τέτοιες παρουσιάσεις. Το βράδυ της Δευτέρας πέρασα από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Ηταν εκεί ο διαδικτυακός φίλος Αλέξης Σταμάτης που παρουσίαζε το τελευταίο βιβλίο του, «Σκότωσε ό,τι αγαπάς». Στο μικρό, αμφιθεατρικής λογικής, χώρο παρουσίασης των βιβλίων του εκδοτικού οίκου αναμείχθηκα με το πολυποίκιλο κοινό (νέοι και μεγαλύτεροι στην ηλικία, «γιάπηδες» και «αντιεξουσιαστές» μαζί, άνθρωποι όλων των πολιτικών αποχρώσεων, αν κρίνω από τις μετέπειτα μικροσυζητήσεις...) που σε συνθήκες απόλυτης σιγής παρακολουθούσε τους καλεσμένους ομιλητές να τοποθετούνται, να στριμώχνουν τον συγγραφέα, να αναμειγνύουν τσιτάτα του Ζίζεκ ή του Φώκνερ, να ξεγυμνώνουν τον δημιουργό, με την ελπίδα όχι της αποκάλυψης, αλλά της επιείκειας του ίδιου και του κοινού. Κι εκεί στο πάνελ δεν ήταν άνθρωποι φτασμένοι, γκριζομάλληδες, με ρυτίδες και παλιομοδίτικο στυλ. Ηταν νέοι, πολύ νέοι, οι οποίοι διέθεταν γνώσεις –νομίζω ότι έκρυβαν γνώσεις– κι άφησαν στον κόσμο την αίσθηση ότι το βιβλίο ή η λογοτεχνία δεν είναι υπόθεση των μεγάλων, είναι υπόθεση όλων μας. Κι όταν αναφερόμαστε στο βιβλίο, εννοούμε το τυπωμένο βιβλίο.
Τη δουλειά του Αλέξη Σταμάτη θα επιχειρήσω μια άλλη φορά να προσεγγίσω, παρ’ ότι το βιβλίο αποκτά επικαιρότητα γιατί τελειώνει με εικόνες από έναν πολυτεχνειακό Νοέμβρη (Κυριακή, 16 Nοεμβρίου 1980, κυβέρνηση Ν.Δ., ο πατέρας του Μιχάλη υφυπουργός, η μεγάλη αντινατοϊκή πορεία, η απόφαση να πάμε ώς την αμερικανική πρεσβεία, η απαγόρευση της κυβέρνησης, τα ΜΑΤ παρατεταγμένα έξω από τη Βουλή... άγριο ξύλο, δακρυγόνα, τα κλομπ στα χέρια, η οδός Ρώμα, σαν σκηνή από ταινία...). Να διευκρινίσω, βεβαίως, ότι αντικείμενο του δεν είναι το Πολυτεχνείο, αλλά η ανίχνευση του τρόπου που φτερουγίζει μια ψυχή κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες. Ομως, η παρουσίαση της καινούργιας δουλειάς του συγγραφέα έγινε ευκαιρία επιστροφής στον Ουμπέρτο Εκο (φωτ.) και στην άποψή του για το βιβλίο, τη ζωή και τον θάνατό του – αν υποθέσουμε ότι θα υπάρξει θάνατος. Αυτές τις μέρες, ο Εκο βρίσκεται στο Λούβρο και παρουσιάζει πρόγραμμα, με εξήντα τρεις αναγνώσεις, τρία κονσέρτα, μια έκθεση, οκτώ ντοκιμαντέρ, 300 ταινίες μικρού μήκους και, φυσικά, αλλεπάλληλες live συζητήσεις για το μέλλον του έντυπου βιβλίου.
Σε συνέντευξή του στο γαλλικό περιοδικό «Εξπρές» μαζί με τον πρόεδρο της εθνικής βιβλιοθήκης της Γαλλίας, Μπρούνο Ρασίντ, ο Εκο διατείνεται ότι το τυπωμένο βιβλίο έχει μπροστά τους πολλές και όμορφες στιγμές. «Είναι ένα εργαλείο που μπορείς να διαβάσεις και σε περίπτωση μπλακ άουτ, στη βάση ενός δένδρου, μέσα στη μπανιέρα ή κάνοντας έρωτα, χωρίς να χρειάζεσαι τον ηλεκτρισμό», λέει ο Εκο, ο οποίος παραδέχεται ότι σε είκοσι χρόνια οι νέες γενιές θα είναι πλήρως προσκολλημένες στην οθόνη του υπολογιστή (ήδη είναι), αλλά εκείνος δεν θα ζει, οπότε δεν τον πολυνοιάζει! Ο Εκο δεν κρύβεται πίσω από την πολυπραγμοσύνη του. Αποδέχεται την εξέλιξη και μαζί τα οφέλη. Δεν παλεύει με το google. Μαζί του είναι, το χρησιμοποιεί. Δεν έχει κανένα πρόβλημα με τα πνευματικά δικαιώματα και μάλιστα λέει ότι είναι όπως Κάστρο, υπέρ της ελεύθερης διακίνησης ιδεών! Ομως, στη «Σιωπή των Βιβλίων» ο Τζορτζ Στάινερ γράφει: Μπορούμε ήδη να οδηγηθούμε σε κάποια διαπίστωση από την παράδοξη εντύπωση εξωτισμού που προξενεί η σιωπηλή πράξη της ανάγνωσης και την κατάπληξη κάποιου να μείνει μέρες και νύχτες κλεισμένος για να γράψει. Ο,τι πιο αδιανόητο σήμερα είναι το θέαμα ενός αγοριού που τρέχει να βρει καταφύγιο στη σκιά ενός υπόστεγου με το βιβλίο του...
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment