Sunday, July 31, 2011

ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΜΠΟΣ το rave του Μεσαίωνα

κεντρικό τμήμα του τρίπτυχου " Ο κήπος των Ηδονών ", Μουσείο Prado, Mαδρίτη

Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ι Κ Ο A R T

από τον Αλέξη Σταμάτη

ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ ΜΠΟΣ ~1450 - 1516

" Οι απολαύσεις των αισθήσεων"

* ενα κειμενο ηλικαις 14 ετων (1997)

το rave του Μεσαίωνα


" The dreams clash and are shattered- and that I tried to make a paradiso terrestre "

Ezra Pount, Canto CXVIII

Πρωτοαντίκρυσα το τρίπτυχο του Bosch στη Μαδρίτη το 1979. Πρωτοετής φοιτητής αρχιτεκτονικής έκανα το δεύτερο " ενήλικό " μου ταξίδι στην Ισπανία διψασμένος γιά συλλογή εμπειριών. Μεταξύ άλλων, τελείως διαφορετικής φύσεως, εντάσσονταν η επίσκεψή μου στο Prado και στα έργα του Antonio Gaudi, επηρεασμένος περισσότερο από το " Profession Reporter " του Antonioni παρά από τις σπουδές στο κτίριο της Οδού Πατησίων.

Σε ένα δωμάτιο του Μουσείου ανάμεσα σε έργα δύο άλλων Ολλανδών ζωγράφων, του Campin και του Van der Weyden, το παράδοξο και καταιγιστικό τρίπτυχο του Bosch ξεχώριζε σαν τη μυίγα μέσα στο γάλα. Αναγνωρίζοντας στα δύο πλάγια μέρη του τριπτύχου αριστερά τον Παράδεισο και δεξιά την Κόλαση, η προσοχή μου στράφηκε αμέσως στο κεντρικό πάνελ.

Στα λίγα που ήξερα γιά τον ζωγράφο προστέθηκαν οι εξής λεπτομέρειες από το αγγλικό κείμενο: Ο Hieronymus Bosch έζησε και εργάστηκε στο Hertogenbosch από όπου πήρε και το όνομά του. Υπήρξε μέλος της Αδερφότητας της Παναγίας, αφιερωμένης στην Παρθένο Μαρία, αδελφότητας που επεδίωκε την κάθαρση των θρησκευτικών ηθών και αγωνιζόταν εναντίον της διαφθοράς του κλήρου και η λατρεία της οποίας συγκεντρωνόταν στην εικόνα της " Zoete Lieve Vrouw " στην εκκλησία του Αγ. Ιωάννου. Τα μέλη της ήταν τραγουδιστές, οργανίστες και συνθέτες. Το έργο του επηρεάστηκε δραστικά από την μυστικιστική φλαμανδική λογοτεχνία του 14-15ου αιώνα. Πηγές έμπνευσης του υπήρξαν ακόμα τα γοτθικά τερατόμορφα γλυπτά της γενέθλιας του πόλης, τα εραλδικά σύμβολα, ο αποκρυφισμός, η αστρολογία, η χειρομαντεία, η αλχημεία και τα ζωολογικά κείμενα του Μεσαίωνα.

Στο κεντρικό πάνελ έβλεπα ένα ειδυλλιακό τοπίο με λίμνες γεμάτο γυναικεία και αντρικά γυμνά κορμιά που περιεργάζονται πάσης φύσεως καρπούς, περιτριγυρίζονται από μιά ποικιλία περίεργων ζώων και πτηνών και ερωτοτροπούν ασυστόλως σε πάσης φύσεως συνδυασμούς χωρίς όμως να απεικονίζεται η γενετήσια πράξη per se. Ο φωτισμός είναι διάχυτος, τα χρώματα ζεστά, οι ίσκιοι απουσιάζουν. Στο πίσω μέρος υπάρχει μιά λίμνη με πέντε ονειρικές κατασκευές μπροστά από τους λόφους που χάνονται στον ορίζοντα. Μπροστά στο πάρκο, η αποθέωση των σαρκικών απολαύσεων. Το πάρκο υπήρξε ανέκαθεν ένας ερωτικός τόπος, ένας τόπος της φύσης και του έρωτα, μιά μικρογραφία του Παραδείσου, όπου ενυπάρχουν λουλούδια, πουλιά , τρεχούμενο νερό, πηγές. Το όλο θέαμα αποπνέει με την πρώτη ματιά μιά αίσθηση ερωτικής απελευθέρωσης, χαράς και απόλαυσης. Αισθάνθηκα σαν να βρίσκομαι μπροστά στο Woodstock του 16ου αιώνα, σε ένα Μεσαιωνικό rave. 'Εμεινα εκστατικός μπροστά στην υπέροχη οπτασία της μοναξιάς των εραστών, που αποσπασμένοι από τον κόσμο χαίρονται την φύση και τους ευατούς τους μέσα σε ένα πανυγύρι της αθωότητας, σε μιά ναρκισσιστική απόλαυση σε αυτή την θρησκευτική αλληγορία του έρωτα. `Ενας κόσμος των αισθήσεων έξω από τον χρόνο, γεμάτος ποίηση, αινίγματα και απρόοπτα.

Μιά πιό προσεκτική ματιά όμως έθετε ορισμένα ερωτήματα.`Ενα ζευγάρι, απομονωμένο σε ένα διαφανές κέλυφος, μοιάζει να φυλακίστηκε γιά την αμαρτία του, ένας νέος μπήγει λουλούδια στους γοφούς του εραστή του (;), ( σκηνή που θα ξαναδούμε στο Underground του Kustorica με την πόρνη), ένας άντρας με το κεφάλι μέσα στο νερό και πουλιά ανάμεσα στα σκέλια. Το φαινομενικά ευδαιμονικό τοπίο υπονομεύεται από μία μυστική δύναμη, μία παράξενη ουσία που επιδρά εκτρεπτικά στους ανθρώπους , παρασύροντας τους στην υπερβολή. Ποιά είναι άραγε η ηρωίνη , το ekstasy του κατά Μπός επίγειου Παράδεισου ; Οι γυμνές εύθραυστες φιγούρες,ανασφαλείς και ανέστιες μοιάζουν από τη μία χαρούμενες και από την άλλη καταδιωγμένες. Αυτός ο τόπος του αναμάρτητου ερωτισμού μοιάζει με την επιστροφή στον αποενοχοποιημένο σεξουαλισμό. Τα παιδιά των λουλουδιών βρίσκονται εδώ, αθώα και υπνωτισμένα, χλωμά και ανασφαλή. Παρόλο που οι ανθρώπινες φιγούρες μοιράζονται κάτι κοινό κατά ομάδες, κανείς δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία στους γείτονές του, σπρώχνωντας τους μακριά η αγνοώντας τους παθητικά. Κάθε μονάδα ή μικρή ομάδα βιώνει την προσωπική της περιπέτεια, δεν έχει ανάγκη τους άλλους, απολαμνάνει την δική της εμπειρία. Ο Μπός κρυφοκοιτάζει έναν, χωρίς Θεό , απελευθερωμένο παράδεισο αφιερωμένο στον εξατομικευμένο άνθρωπο. Στο δεξί κάτω άκρο του πίνακα βλέπουμε την μοναδική ενδεδυμένη φιγούρα να δείχνει προς την γυμνή σύντροφό του. Πρόκειται άραγε γιά τον Αδάμ που κατηγορεί την Εύα γιά την επικείμενη πτώση ; Η είναι ο ίδιος ο Bosch που μας καταδεικνύει την γυναίκα σαν την πηγή της ζωής σαν τον φορέα της απόλαυσης ;

Το έργο λειτουργει εξ` ίσου εντυπωσιακά σαν σύνολο όσο και αποσπασματικά. Γιά την πλήρη απόλαυση του θα χρειαζόταν κανείς διαδοχικά zoom που να αποκαλύπτουν τις λεπτομέρειες τις γεμάτες κρυφά σύμβολα, υπαινιγμούς και ερμηνευτικές ενδείξεις. Απομονωμένες οι λεπτομέρειες δημιουργούν ένα πλήθος ανεξάρτητων υπο - πινάκων, με μία ευρύτητα θεμάτων. Το σύμπαν του Bosch είναι καλειδοσκοπικό, φαντασμαγορικό και ερμητικό ταυτόχρονα. Σπασμένα κελύφη στα οποία εισχωρούν στρεβλωμένα σώματα, υδρογείοι με σφηνωμένα ακόντια και ενσφηνωμένους ψηλούς κρυσταλλικούς πύργους, αλαβάστρινους σωλήνες, σφαίρες και δοχεία εν είδη δοκιμαστικών οργάνων έτοιμα να επεξεργαστουν τα ζωικά υγρά, κάθετες τομές κατασκευών που αποκαλύπτουν τα εντόσθια των μορφών, το κοίλο και η καμπύλη , η σφαίρα και η ευθεία. Σταθερές ο ουρανός και το νερό. `Ενα σύμπαν εν εγρηγόρσει, που διαρκώς αλλάζει. Τα πρόσωπα φαίνονται εγκαταλελειμένα, εν'αναμονή. Οι κατασκευές μοιάζουν σαν να έχουν φτιαχτεί από θεικό χέρι. Ο άνθρωπος στο μεταίχμιο, στο τεντωμένο σκοινί, σε μιά ενδιάμεση εποχή με στοιχεία από διαφορετικές περιόδους. Και τα πλάσματα, μυθικής καταγωγής, επιμειξίες ειδών. Δίδυμα και τρίδυμα είδη σε απίθανους συνδυασμούς. Το ζώο που εισχωρεί στον άνθρωπο. Ιπτάμενα όντα, μισά ζώα μισά πουλιά, άνθρωποι καβάλα σε τερατόμορφα ζώα, ψάρια που πετάνε ( άλλο ένα μοτίβο που χρησιμοποίησε ο Kustoritsa στο "Arizona Dream" ). `Ενα έργο χαίον, πυρέσσον, στο μεταίχμιο του ρεαλισμού και της φαντασίας, της σάτιρας και της ενόρασης, μία πινακοθήκη των στρεβλώσεων του πραγματικού, ένα όνειρικό ταξίδι στην πραγματικότητα και στις μεταμορφώσεις της. Τα ασημαντότερα πράγματα αποκτούν μυθικό χαρακτήρα, τα συστατικά στοιχεία της πραγματικότητας υπερβάλλονται και συναρμολογούνται σε μιά ιδιότυπη μορφική κατασκευή που περιλαμβάνει ταυτόχρονα το όλον σαν μερικό και το μερικό σαν όλον.

Οι μεγάλοι κοίλοι ολόκληροι η ξεφλουδισμένοι καρποί όπου έχουν καταφύγει αρκετοί νέοι δημιουργούν ένα στενό περιβάλλον που ευνοεί μοιραία την έλξη, την επαφή, την κατάκτηση. Τα φρούτα συμπιέζονται και ρουφούνται από τους εραστές παραπέμποντας σε σεξουαλικά όργανα. Κυριαρχεί η φράουλα, συνδεδεμένη με την απόλαυση και ακολουθεί το κεράσι, που συμβολίζει τη γυναίκα. `Ενα φρούτο άλλωστε ήταν η αιτία της πτώσης από τον Παράδεισο. Σε αντίθεση με την εμπρός και την πίσω λίμνη, όπου τα δύο φύλα χαίρονται μαζί το νερό, στην μεσαία βλέπουμε να υπάρχουν μόνο γυναίκες που επιδίδονται σε ένα πνευματικό , καθαρτικό λουτρό ενώ οι άντρες δημιουργούν ένα παγανιστικό γαιτανάκι καβάλα σε άλογα, καμήλες, γρύπες, μονόκερους, τίγρεις, χοίρους. Πουλιά όλων των ειδών συμπλέκονται με τα σώματα και τα ζώα. Ερεθισμένοι από την παρουσία των γυναικών σκηνοθετούν ένα φρενήρες αρσενικό σοου με ακροβατικά. Η δύναμη της γυναίκας αναδεικνύεται με την τοποθέτησή της στο κέντρο του κύκλου και γύρω της τους αρσενικούς θαυμαστές.

`Οπως κάθε αίνιγμα το έργο είναι ανοιχτό σε διάφορες ερμηνείες. Το κεντρικό πάνελ μας παρουσιάζει την ευδαιμονία του επίγειου παράδεισου ή ένα τεράστιο όργιο ; Ο Θεός είναι πανταχού παρόν ή απουσιάζει τελείως αφήνωντας τον άνθρωπο αχαλίνωτο, στα πρόθυρα της καταστροφής και της πτώσης; ( Μην ξεχνάμε πως το επόμενο τμήμα είναι η Κόλαση, το προηγούμενο ο Παράδεισος ). Είναι αυτό το ενδιάμεσο στάδιο, είναι η πραγματικότητα, το sein του Bosch ; Οι κριτικοί τις Τέχνης στο σημείο αυτό εμφανίζονται διχασμένοι. Ερμηνεύει άραγε τα σχόλια του Αγίου Αυγουστίνου στους Ψαλμούς του Αγίου Γρηγορίου στο Βιβλίο του Ιώβ ; Είκονογραφεί τους πιστούς του Αδάμ τον 2ο αιώνα, που θεωρούσαν ότι με τη γύμνωση ανακτούν την αρχαία αθωότητα; Πρόκειται γιά μιά αλληγορία των Hermanos του Ελεύθερου Πνεύματος, τους θρησκευόμενους γυμνιστές του 15ου αιώνα ; Φαίνεται πως το έργο θα μείνει ανοιχτό σε ποικίλες ερμηνείες γιά καιρό ακόμα. Αυτό που είναι φανερό είναι πως σε όλη την σύνθεση υποβόσκει η υπόμνηση της αέναης αλλαγής, της αβεβαιότητας του κόσμου. Η όραση, η αφή και η μη-αφή είναι οι κυρίαρχες αισθήσεις. Γεγονότα συμβαίνουν η πρόκειται να συμβούν. Η αναμονή, στοιχείο στενά συνδεδεμένο με την έννοια της απόλαυσης, είναι πασίδηλη στα βλέμματα και στις κινήσεις των προσώπων.

Οι κατασκευές στο πάνω μέρος του πίνακα, παγωμένα στατικές, installations από κοχύλια, τζαμια, και κρυσταλλική, πετρωμένη βλάστηση, δεν ακολουθούν κανένα αρχιτεκτονικό κανόνα. Οι γυμνές φιγούρες αποζητουν καταλύματα γιά να στεγάσουν τον έρωτά τους , μαζεύονται σε καρπούς, σε κοχύλια, σε ένα διαφανές κέλυφος εν είδη μήτρας, συναθροίζονται πάνω σε μυθικά πλάσματα που παίζουν τον ρόλο πλοίων, δεν απομακρύνονται ποτέ από το ζωογόνο και ζωοδότες ύδωρ. Το ένα σύμβολο διαδέχεται το άλλο με ιλλιγγιώδη ταχύτητα σε μιά διαρκώς μεταμορφούμενη τοπολογία. Στο πίσω μέρος μιά σειρά ρεαλιστικών λόφων μοιάζουν να να ανήκουν στον δικό μας κόσμο και ο κήπος να μετεωρίζεται ανάμεσα στο πραγματικό και στο ονειρικό, μία ουτοπική νησίδα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας.

Δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Bosch καταδικάζει αυτό που ζωγράφισε, ότι αποζητούσε την ενοχή γιά το θανατηφόρο αμάρτημα της Λαγνείας σε ένα πίνακα με τόσο διεγερτικά χρώματα, τέτοια εικαστική καθαρότητα και κυρίως τέτοια αίσθηση του αθώου και της ευδαιμονίας. Περισσότερο διερωτάται και ο ίδιος αφήνοντας ανοιχτά ερωτήματα: Είναι η απόλαυση αμαρτία; Πρέπει ο άνθρωπος να ζεί γιά το σήμερα; Είναι ο Θεός πανταχού παρών;

Ο Bosch είχε διδαχθεί πως η αμαρτία παρουσιάζεται με το πιό διεγερτικό πρόσωπο και ότι πίσω από την φυσική ομορφιά κρύβεται ο θάνατος και η καταδίκη. Tα θέματά του είναι τα θέματα που κυριαρχούν στην Ευρώπη του Μεσαίωνα: Η Τελική Κρίση, ο θάνατος, οι αμαρίες της σάρκας. `Αραγε εδώ μας παρουσιάζει έναν κίβδηλο παράδεισο η ομορφιά του οποίου οδηγεί τον άνθρωπο στην καταστροφή η το μεταίχμιο των δύο άκρων, την πραγματικότητα στην ευδαιμονική της φάση ; `Ενα είναι βέβαιο. Ο κήπος του Παραδείσου είναι αιώνιος. Ο κήπος των Ηδονών πεπερασμένος.


*" Να αγκαλιάσω εκείνη την μονάκριβη και ακτινοβόλα, που οι άγγελοι ονομάζουν Λεονώρα, και είπε το κοράκι: `Ποτέ πιά αυτή η ώρα` ".

ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ Εν γη αλμυρά

O τόπος Amager

από τον Αλέξη Σταμάτη

Τ

ο να είσαι ποιητής σημαίνει να είσαι δύο άνθρωποι. Να ζεις, να αναπνέεις , να δημιουργείς σ`ένα περιβάλλον κοινωνικό και ταυτόχρονα να το παρατηρείς να το ανατέμνεις να του απομυζάς τους χυμούς, να αντιλαμβάνεσαι την μυστική αξία των πραγμάτων. Γύρω σου ο κόσμος αλλάζει, η ιστορία συνεχίζει τον ειρωνικό της βηματισμό, τα γεγονότα διατρέχουν την ζωή μας απομυθοποιημένα πια, στερημένα από την μαγική αχλή του πιθανού, του άλλου. «Η απούσα αληθινή ζωή» που έλεγε ο Ρεμπό δεν πιθανολογείται πλέον ούτε σαν ουτοπία, έχει δραπετεύσει οριστικά , τόσο σε επίπεδο κοσμοθεωρίας τόσο και σε επίπεδο ανάσας, ψυχής, τρυφερότητας. Η γη δεν έχει μυστικά, το χώμα είναι πολλαπλά επεξεργασμένο, ότι πολύτιμο ορυκτό έχει ήδη εξορυχθεί και φυλάγεται (αντί να διατίθεται προς τέρψιν) σε γυάλινες αλεξίσφαιρες προθήκες σε κάποιους χώρους-μουσεία, συμβάλλοντας σε αυτή την γιγαντιαία επιχείρηση αποθήκευσης πληροφοριών, εικόνων, λέξεων. Τα πράγματα είναι πια σαφή, τα μαθηματικά υπερίσχυσαν της ποιήσεως. Κάποτε, φαίνεται να λέει ο Λεοντάρης, μέσα από τα πολυώνυμα δευτέρου βαθμού και τους αλγόριθμους έσταζε μιά μικρή σταγόνα ρίγους που διέβρωνε γλυκά το ολοκλήρωμα, ηχούσε ένα θρόισμα που ταλάντευε την κυβική ρίζα, τα σύμβολα ήταν και αυτά λέξεις δηλαδή ανθρώπινη λαλιά, δηλαδή πιθανότητα.

Έχω την εντύπωση πως εδώ πιστώνεται η περίφημη πια «ήττα», προσδιορισμός μυθικός πιά της μεταπολεμικής ποίησης. Δεν πρόκειται πιά γιά μιάν ήττα ιδεολογική, διάψευση οραμάτων, άλλωστε τι άλλο είναι τα οράματα από συμπυκνωμένα αισθήματα, αλλά γιά μιά ήττα δραματική, μιά ήττα βιολογικών διαστάσεων, την ήττα του αίματος σαν φορέα αισθημάτων και συγκινήσεων , και την συγκατανευτική επιστροφή του στην ύλη και στον γενετικό προορισμό: « Επιστροφή, επιστροφής...Κατάρα / στον σπόρο που γυρνάει στην γη, κατάρα / στου κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνουν / Ιδού εγώ, ανέβηκα στη Γη την Υψηλή / ιδού εγώ, επιστρέφω από την Γη την Υψηλή / ιδού εγώ, επιστρέφω. Εξέτισα το παν / Τι άλλο θέλετε από μένα πια ; Κατάρα...»

Η διαδρομή του ποιητή έχει φτάσει σε ένα κρίσιμο κόμβο. Τα γεγονότα έχουν βιωθεί, με πίστη ποιητική, χωρίς την εύλογη απόσταση από την πληγή, αλλά εντός του χαίοντος, κενού ή τραύματος, δεν έχει σημασία, εντός της καταραμένης και ευλογημένης ταυτόχρονα νησίδας όπου τα όρια του μέσα και του έξω είναι δυσδιάκριτα. Εκεί όπου παραμονεύει η τρομερή αλήθεια, γιά να δικαιώσει ή μη αυτό που σε όλη την πορεία μας διαφεύγει. Την βολή αυτής της ζωής που μπορεί να είναι και άκυρη, σαν άλμα που από την ορμή της φοράς αγγίζει την πλαστελίνη.

Μπροστά σε αυτή την μοίρα οι αισθήσεις είναι άδειες. Όπως και το ποίημα είναι άδειο μπροστά στην ομορφιά του έξω κόσμου, του άπιαστου, του μη απτού, αυτού του άχρονου κόσμου που διαφεύγει αφήνοντας το τοπίο ελεύθερο γιά αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα, εκεί που ο αληθινός ποιητής θεωρεί εαυτόν άγνωστο και απαρνημένο. «Σε άλλη ομορφιά φριχτή και δίχως έλεος / θα`σαι γιά πάντα, έξω από μένα, ωραία, ωραία / τόσο άδικα τόσο άσπλαχνα ωραία... / Και δεν με ξέρω πιά και δεν με θέλω»

Και ο λόγος, ο λόγος μιά γιγαντιαία περίληψη όσων αρθρώθηκαν , μιά βλάστηση που σταδιακά ξεραίνεται, για να βρει άλλη ομορφιά σαν ένας θύσανος νεκρών λέξεων , στρωμένος στον χειρόγραφο δρόμο. Ο λόγος που θα διαβαστεί από τα κενά του, από την απόσταση των λέξεων, από τα ίχνη του ποιήματος στα φύλλα.

Απέναντι σε αυτόν τον κοινωνικό και προσωπικό ορυμαγδό, μέσα από την συσσώρευση των κραυγών, το ναυάγιο της μέθεξης και την αποδελτίωση του ρίγους της σύγχρονης οθόνης της ζωής, ο ποιητής αποστάζει την απόλυτη σιωπή. Αυτό που υπάρχει , αυτό που θέλει να βιώσει υπάρχει πέρα από τα ονόματα, πέρα από τις επινοημένες μορφές , είναι ένας τόπος αρχέτυπος που κατοικείται από το καθρέφτισμα των ψυχών , από νοήματα τόσο πυκνά που στεριώνουν ένα παρόν , έστω και σαν ερείπιο. Ένας τόπος αναχώρησης ίσως και επιστροφής, μιά γη βάλσαμο όπως το αλάτι της θάλασσας στο τραύμα.

« Κι έτσι πηγαίναμε και βουή κι ανθόσκονη σήκωναν οι μιλιές μας και μας τύλιγαν / ώσπου κέκλινεν η μέρα / κι εκεί ανάμεσα σε Φιλοθέη και Χαλάνδρι μ` έπνιξαν τα δάκρυα και χωρίσαμε / διέστην απ`αυτών / ο δρόμος μου έστριβε γιά το Amager »

Sunday, July 17, 2011

Ελληνες σε κατάσταση σύγχυσης

Ελληνες σε κατάσταση σύγχυσης
"Το Βήμα" 17.7.2011


Η πρώτη ανάγνωση της πρόσφατης έρευνας για τη διάθεση της κοινής γνώμης την οποία διεξήγαγε η Κάπα Research για «Το Βήμα της Κυριακής» έκανε τους ειδικούς να σηκώσουν τα χέρια ψηλά. Εάν οι αριθμοί λένε την αλήθεια, αντικατοπτρίζει ένα μπερδεμένο κουβάρι συναισθημάτων, στο οποίο συνυφαίνονται ο θυμός, η απαξίωση της πολιτικής, η τάση αμφισβήτησης κάθε εξουσίας, αλλά και ο φόβος και η αβεβαιότητα- ένα μείγμα τάσεων έντονου συντηρητισμού και ακραίας ριζοσπαστικοποίησης. Εν ολίγοις, μια εκκωφαντική αμφιθυμία, ως εάν ο «μέσος πολίτης» να είναι ένα αντιφατικό, συγχυσμένο, μπερδεμένο, ιδεολογικά παραπαίον πλάσμα. Ενα πλάσμα που βιώνει τη ναυτία της πραγματικότητας. Απορώ πού είναι το παράξενο. Πώς είναι δυνατόν να ξενίζει η αποτύπωση της κοινής γνώμης όταν η ρέουσα (ή πρέπει να πούμε η υπερχειλίζουσα) πραγματικότητα είναι ό,τι πιο αμφίθυμο έχουμε ζήσει στην πρόσφατη ιστορία μας. Ζούμε σε μια εποχή με τέτοια συμπύκνωση γεγονότων όσο καμία άλλη στην πρόσφατη (και όχι μόνον) ιστορία. Σχεδόν οτιδήποτε συμβαίνει μέσα σε μια «τυπική» ημέρα, σε άλλες εποχές θα απασχολούσε τα πρωτοσέλιδα για μήνες. Αυτό το «πυκνό τώρα», που έχει προκαλέσει ναυτία σε κυβέρνηση, πολιτικούς, αλλά και σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ηγεσία (τα «παιδάκια», όπως ανέφερε ο «Μonde»), δεν θα ζαλίσει τον μέσο έλληνα πολίτη ο οποίος το υφίσταται στην καθημερινότητά του;

Ειπώθηκε ότι οι απαντήσεις είναι μαζί συντηρητικές και επαναστατικές. Μα τι άλλο θα συνέβαινε σε μια ξεχαρβαλωμένη, αποϊδεολογικοποιημένη εποχή, όπου μια ωραία ημέρα η πραγματικότητα όπως την ξέραμε κόπηκε στα δύο, με μια σπαθιά σαμουράι. Μια εποχή όπου το κυβερνών κόμμα παίρνει θέσεις αντίθετες προς την ιδεολογία του, όπου η αντιπολίτευση διαφωνεί πεισματικά με θέσεις οι οποίες παραδοσιακά είναι δικές της, όπου το σκοτσέζικο ντους «χρεοκοπία- σωτηρία» παίζεται κάθε τρεις μήνες με θυσιαστικά τρόπαια τις πιο άγριες στερήσεις που γνώρισε ο ελληνικός λαός τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ ταυτόχρονασε άλλα νέα- η ευρωπαϊκή οικονομία καταρρέει και ο Ομπάμα λέει στους Ρεπουμπλικανούς ότι αν δεν συμφωνήσουν ως τις 2 Αυγούστου τότε οι ΗΠΑ θα πρέπει να κηρύξουν στάση πληρωμών; Εάν τα λέγαμε όλα αυτά σε κάποιον πριν από τρία χρόνια θα μας περνούσε για τρελούς. Είναι φανερό ότι κάτι δεν πάει καλά στο βασίλειο της «Δανειομαρκίας», στην οποία έχει οδηγηθεί η υφήλιος οικονομία. Οπως έλεγε ο Εμερσον, τα πράγματα έχουν ανέβει στη σέλα και ιππεύουν την ανθρωπότητα.

Εάν κάτι είναι σίγουρο για τους έλληνες πολίτες είναι ότι οι απαντήσεις τους καταδεικνύουν ότι τουλάχιστον σε αυτή τη συγκυρία έχουν αποχαιρετίσει το μαντρί του παραδοσιακού συστήματος της εξουσίας και των κομμάτων. Εχουν αποχαιρετίσει ακόμα και το σπίτι της υποτιθέμενης κοινής λογικής του ευρύτερου συστήματος. Μιας ψευδολογικής, η οποία επικαλούμενη τα μετανεωτερικά μαθηματικά της αγοράς, τα έχει αναγάγει σε απώτατες αξίες μιας κερδοσκοπικής άλγεβρας, μιας αμείλικτης σειράς αλγορίθμων που ούτε νομπελίστες δεν μπορούν να τιθασεύσουν, με αποτέλεσμα έναν άυλο τρόμο ο οποίος έχει κάνει τις ζωές μας άνω-κάτω. Ο Αλέξανδρος Δουμάς πατήρ έλεγε πως η Ιστορία είναι σαν ένα καρφί στο οποίο μπορούμε να κρεμάσουμε τα πάντα. Τώρα το καρφί έχει μπει βαθιά μέσα στον τοίχο, δεν χωράει ούτε μαντίλι αποχαιρετισμού.

Κάποτε ήξερες ότι «αντίπαλός» σου ήταν η τάδε ιδεολογία, το δείνα σύστημα- οριακά η δικτατορία-, πάντως κάτι συγκεκριμένο. Σήμερα ο «αντίπαλος» είναι ένα φάντασμα το οποίο αυτοαποκαλείται οίκος αξιολόγησης, το οποίο, με μοναδικό όπλο τη γνώμη Του, επικαλείται ατμόσφαιρες, εμπιστοσύνη, «ψυχολογίες» και «ανασφάλειες» αγορών, ένα φροϊδικο-οικονομικό φάντασμα που μοιάζει ισχυρότερο από όλες τις αμφίθυμες, ανασφαλείς, διστακτικές κυβερνήσεις όλου του κόσμου. Και για να αυξήσει τη μεταμοντέρνα ειρωνεία ονομάζεται ενίοτε και Μoody (κυκλοθυμικός).

Οπως στην τραγωδία του βάρδου στην οποία ο αμφίθυμος Αμλετ διστάζει να πράξει, έτσι και οι αμφίθυμοι ηγέτες, η ανασφαλής ζαλισμένη ελίτ, παραπαίουν, διστάζουν, φοβούνται, οδηγώντας φυσικά το «κοινό» σε μια αντίστοιχη ψυχολογία. Το σαιξπηρικό δράμα φυσικά τελειώνει μέσα σ΄ έναν ποταμό αίματος, με θύματα από έναν άλλον οίκο, τον βασιλικό οίκο της Δανιμαρκίας, αλλά εκεί είναι θέατρο, και στο θέατρο δεν παίζει η άλγεβρα, παίζει η φωτιά.

Ας ελπίσουμε ότι στην προκειμένη περίπτωση θα επικρατήσει η λογική όχι των οίκων και των αριθμών, αλλά η κυτταρική, η ανθρώπινη. Της εισπνοής, του οξυγόνου, της δράσης και της αντίδρασης, της επιβίωσης. Εκείνη που κάνει τον άνθρωπο να αντιδράει κλονισμένα όταν τον κλονίζουν, αμφίθυμα όταν τον εμπαίζουν, δημιουργικά όταν τον εμπιστεύονται. Η λογική του οίκου του ανθρώπου, όχι των φασματικών οίκων της αγοράς.

Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.

Ο Paul Celan και η επούλωση των τραυμάτων της γλώσσας.

Ο Paul Celan και η επούλωση των τραυμάτων της γλώσσας.
Ο ποιητής θυμάται, θρηνεί και αναζητεί.
Ασματα
Ασματα



Ο Paul Celan έζησε, ή καλύτερα επιβίωσε, μέσω της ποίησής του. Γεννημένος, θα λέγαμε, σε λάθος τόπο, λάθος χρόνο, ο ποιητής μπορεί να μολύνθηκε από την άτυχη συγκυρία, ποτέ όμως δεν δημιούργησε αντισώματα απέναντί της. Ο Celan καταγόταν από οικογένεια γερμανόφωνων εβραίων από την ανατολική άκρη της αυστριακής αυτοκρατορίας. Ηλθε στη ζωή, το 1920, στο Czernovitz, την πρωτεύουσα της Bukowina, που μόλις είχε περάσει στη ρουμανική κατοχή. Τη ρωσική κατοχή του '40 ακολούθησε η γερμανική το '41, ύστερα τα καταναγκαστικά έργα, η εκτόπιση των γονέων το 1942 σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, o θάνατος του πατέρα και η εκτέλεση της μητέρας. Ακολούθησε η επιστροφή των Ρώσων το 1944, χρονιά κατά την οποίαν ο Celan έφυγε για το Βουκουρέστι, και ύστερα για την Βιέννη, με αποτέλεσμα να καταλήξει το 1948 στο Παρίσι. Εκεί έζησε, σπούδασε, δίδαξε, μετάφρασε, παντρεύτηκε και έμεινε πιστός στη μητρική του γλώσσα, γράφοντας ποίηση, ίσως τη μεγαλύτερη που έχει γραφεί στη μεταπολεμική Ευρώπη. Το 1970, αυτοκτόνησε πέφτοντας στον Σηκουάνα.

Ο Celan στα 800 ποιήματα που έγραψε στα γερμανικά συμπύκνωσε ποικίλες λογοτεχνικές παραδόσεις, θεολογικά, φιλοσοφικά, επιστημονικά, αλλά και αμιγώς προσωπικά στοιχεία. Υστερα από αυτό που συνέβη στην ανθρωπότητα, αλλά και τη γλώσσα μεταξύ 1933-45, η ποίηση για τον Celan σήμαινε όλο και περισσότερο μια χειρονομία επαφής. Ο ίδιος είπε για τη γλώσσα: « Η γλώσσα, ναι, μόνο αυτή σώθηκε. Αλλά έπρεπε να περάσει μέσα από την ίδια την αδυναμία της, να δώσει απαντήσεις, να περάσει μέσα από τρομερή αφωνία, να περάσει μέσα από τα χιλιάδες σκοτάδια θανατηφόρου λόγου».

Συχνά οι στίχοι του μοιάζουν σαν να μισοβγαίνουν από τη σκιά, σαν να έχουν μόλις αναρρώσει από μια χαμένη γλώσσα και ζητούν επιπλέον μετάφραση ακόμη και για τους ομόγλωσσούς του. Νέες, παράξενες, λέξεις, θραυσματικό συντακτικό, ελλείψεις, αρχαϊκά ιδιώματα, μεταμφιεσμένοι υπαινιγμοί, και αντιφάσεις γεμίζουν το «αληθινά-ψευδό» στόμα του ποιητή. Ενα στόμα που αρνήθηκε τον απλό λόγο, με αποτέλεσμα οι πολέμιοί του να μιλήσουν για «πεισματικό μινιμαλισμό», για την άρνησή του να «αφιερωθεί στην προσβασιμότητα».

Η Αγία Γραφή πάνω απ' όλα κυριαρχεί στην ποίηση του Celan. Βιβλικοί τόποι, ονόματα, λειτουργικές φιγούρες, φανερές και συγκαλυμμένες νύξεις, εβραϊκά γνωμικά και παιχνίδια λέξεων. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο του ποίημα κλείνει με την εβραϊκή λέξη Shulamith από το Ασμα Ασμάτων και το τελευταίο του με τη λέξη Sabbath.

Επίγονος της παράδοσης της γαλλικής καθαρής ποίησης, του γερμανικού μετα-ρομαντισμού και του μεταφυσικού λυρισμού του Χέλντερλιν, o Celan οργανώνει μια εντελώς προσωπική, φαντασμαγορική πρόσληψη του τρόμου και των τραυματισμών της πραγματικότητας. Ο μοντερνισμός του έχει διαλεκτική πρόθεση: όσο «σκοτεινότερη» και επιφανειακά αποκλίνουσα είναι η εικονοποιία τόσο τα κείμενά του μοιάζουν να ανοίγουν ένα διάλογο με την ιστορία.

«Από κατώφλι σε κατώφλι»: Ο τίτλος της συλλογής δεν είναι τυχαίος. Ο Celan σε αυτό το τρίτο βιβλίο συνειδητοποιεί πως εισέρχεται σε έναν άλλο χώρο. Σε σχέση με τις προηγούμενες συλλογές του, γίνεται πιο ερμητικός, η λέξη λιγνεύει. Η σιωπή πλανάται ολούθε στο χαρτί. Εδώ, ο Celan ποιητής θυμάται, θρηνεί και αναζητεί.

Στον «Επιτάφιο για τον Φρανσουά» απευθύνεται στον γιο του που έχασε το ΄53: «Οι δύο πόρτες του κόσμου/ στέκονται ανοιχτές/ από εσένα ανοιγμένες/ στη διχασμένη νύχτα», στην «Ασίζη» αναζητεί τον Αγιο Φραγκίσκο: «Οι νεκροί, ακόμη ζητιανεύουνε, Φραγκίσκε», στο «Μπροστά σ' ένα κερί» πενθεί τη μητέρα του: «Μορφή λεπτόκορμη/ ισχνή σκιά με μάτια αμυγδαλωτά, / στόμα και φύλο/ που τριγύρω τους χορεύουνε ζωύφια του ύπνου», στο «In memoriam Paul Eluard» θρηνεί τον γάλλο σουρεαλιστή: «Βάλε στον τάφο του νεκρού τα λόγια, / που είπε για να ζήσει», στη «Schibboleth» μιλάει για την πολιτική υποταγή: «Με τις πέτρες μου μαζί, / αυτές που κλάματα τις μεγαλώσαν / πίσω από τα κάγκελα, / μ' έσυραν/ στης αγοράς τη μέση/ εκεί/ όπου ξεδιπλώνεται η σημαία, / που δεν της ορκίστηκα όρκο κανένα», και στο «Μίλα και εσύ» στην πρώιμη κριτική του έργου του: «Αλήθειαν ομιλεί αυτός που ίσκιον ομιλεί».

Το προτελευταίο ποίημα της συλλογής είναι « Οι Αμπελουργοί», μια περίφημη ελεγεία, βασισμένη στις επαναλήψεις, όπως άλλωστε είναι και το opus magnus του «Η φούγκα του Θανάτου» (Todesfuge). Οι «Αμπελουργοί» όμως είναι ταυτόχρονα και ένας διαλογισμός πάνω στην ίδια την ποιητική πράξη: «Σοδειάζουν το κρασί των οφθαλμών τους/ πατούνε σα σταφύλι καθετί κλαμένο, κι αυτό ακόμη.... έτσι που ένα στόμα δίψα να αισθανθεί γι' αυτό, αργότερα- / ένα στόμα όψιμο, όμοιο με το δικό τους». Εκείνοι που σοδειάζουν το κρασί θα μπορούσαν να είναι οι ποιητές, οι οποίοι τρυγούν τον πόνο και τον μετασχηματίζουν, αλλά και τα θύματα του πολέμου που μιλούν «μέσα εκεί στης απαντήσεως τη σιωπή».

Η συλλογή κλείνει με την αριστουργηματική μπαλάντα «Προς τα νησιά», όπου μόνη η ρυθμική βιαιότητα των στίχων μοιάζει να σπρώχνει τους κωπηλάτες στην υπέρβαση: «Ετσι κωπηλατούν οι ελεύθεροι και ξένοι, / οι κύριοι του πάγου και της πέτρας: / τους περιβάλλει ο ήχος από σημαδούρες που βουλιάζουν, / οι υλακές μιας θάλασσας στο μπλε του καρχαρία».

«Με κλειδί που αλλάζει/ το σπίτι ξεκλειδώνεις, όπου/ μαζεύεται το χιόνι των όσων έχουν αποσιωπηθεί» συμβουλεύει ο Celan στο «Με κλειδί που αλλάζει», ποίημα όπου ορίζονται με εξαιρετική διαύγεια οι κανόνες της ποιητικής του. «Αλλάζει το κλειδί σου, αλλάζει η λέξη». Ισως και αυτό ήταν η ίδια η ποίησή του: ένα κλειδί, μια λέξη που αλλάζει, που αλλάζει «κατά το αίμα σου που κυλάει», μια λέξη-κλειδί που αποπειράται να ξεκλειδώσει τον χώρο που συσσώρευσε τον πόνο και τη δυστυχία της τραγικότερης δεκαετίας που έζησε ο εικοστός αιώνας.

Η ποίηση του Celan δημιουργεί αφάνταστες μεταφραστικές δυσκολίες. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να αποξενώσει κανείς μια εκ των συνθηκών ξένη γλώσσα. Ο ποιητής κατέγραψε πεισματικά στα γερμανικά την καταστροφή που είχε γίνει στη Γερμανία. Με τον κόσμο του διαλυμένο, κρατήθηκε γερά από τη μητρική του γλώσσα, δική του, αλλά και των καταστροφέων, η οποία ήταν κυριολεκτικά ό, τι του απέμενε. Στον βαθμό που και η γλώσσα ήταν μια πατρίδα που είχε καταστραφεί, ο στίχος του ίσως βοηθούσε στην αποκατάσταση αυτής της καταστροφής. Στην παρούσα δίγλωσση έκδοση, η Στέλλα Νικολούδη έχει κάνει γενναία προσπάθεια, καταθέτοντας το πρακτικό μιας προσωπικής ανάγνωσης που διαβαίνει από το κατώφλι της μητρικής στο κατώφλι της ξένης. Σαν ένα «όψιμο στόμα» (Spatmund), και εκείνη, αντιμέτωπη με έναν τόσο φορτισμένο λόγο σαν αυτόν του Celan, έχει αποδώσει πίσω στην πηγή κάτι από αυτό που χάθηκε, και αυτό δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο.

Ο χειρόγραφος Χάινριχ Χάινε

Τι βρισκει ακνεις ψαχνοντας στα αρχεια εφημεριδων!
Ενακειμενο μου για τον Χαινε πριν αποι... 13 χρονια στο Βημα

Mια «χειροποίητη» έκδοση ποιημάτων του ρομαντικού ποιητή που έγινε στο Μόναχο το 1913 από τον μαθηματικό Νικόλαο Γεννηματά
Ο χειρόγραφος Χάινριχ Χάινε

Ο χειρόγραφος Χάινριχ Χάινε

Share
εκτύπωση

Σε μια μοναδική «χειροποίητη» έκδοση, οι εκδόσεις Το Ροδακιό παρουσιάζουν τη μετάφραση 36 ποιημάτων του Χάινριχ Χάινε από τον Νικόλαο Γεννηματά (1875 - 1931), έναν διαπρεπή μαθηματικό, ο οποίος ασχολήθηκε εντατικά με τη λογοτεχνία και ειδικότερα με την ποίηση. Πρόκειται για ποιήματα που κάτω από τον τίτλο «Τραγούδια του Heine» φιλοτέχνησε σε ένα και μοναδικό αντίτυπο ο Γεννηματάς στο Μόναχο μεταξύ 1911-13 για χάρη του φίλου του, ακαδημαϊκού Σωκράτη Κουγέα. Η έκδοση έγινε με φωτογραφική αναπαραγωγή του πρωτοτύπου προσδίδοντας τη φυσικότητα και τη λεπτότητα μιας ιδιάζουσας μεταφραστικής ευαισθησίας.

Ο Χάινε είναι ένας από τους μεγαλύτερους γερμανούς ρομαντικούς ποιητές, ένας δημιουργός που χαρακτηρίζεται από μια φόρμα και έναν λόγο παραδοσιακό, αν όχι απλό. Η γοητεία των στίχων του προκύπτει από τον τρόπο που η παραδοσιακή αυτή απλότητα επιτυγχάνει να αποδώσει τις εγγενείς αντιφάσεις και την πολυπλοκότητα της εποχής του. Ο αντίκτυπος ενέχει συγκίνηση αλλά και ενίοτε ­ πράγμα όχι σπάνιο στη λυρική ποίηση ­ άφθονο χιούμορ. Οι δύο δράσεις συχνά επενεργούν ταυτόχρονα, με ακόμη πιο γοητευτικά αποτελέσματα. Ωστόσο ο συγκεκριμένος σαρκασμός δεν είναι ανέξοδος ούτε τυχαίος· διαθέτει βαθιές ρίζες στις δυσαρμονίες και στις διαμάχες της εποχής του ποιητή και μοιραία οδήγησε αργότερα την ποίηση προς πολιτικές ατραπούς.

Ο Χάινε έζησε σε μια περίοδο (1797 - 1856) που τον τοποθέτησε αυτόματα στον πυρήνα δύο ασύμφωνων κόσμων που λειτουργούσαν ταυτόχρονα· αυτόν του φιλολογικού ρομαντισμού και εκείνον της μετεπαναστατικής Ευρώπης. Η ποιητική του ήταν ένα συμπίλημα της ρομαντικής στροφής προς την απλότητα των λαϊκών τραγουδιών και των παραμυθιών αλλά και όσων επιρροών επισώρευε το δυσβάσταχτο βάρος ενός σύμπλοκου γερμανικού μεσαιωνικού παρελθόντος. Την ίδια στιγμή η κοινωνική του συνείδηση είχε μορφοποιηθεί από τις ιστορικές αλλαγές και τις ανατροπές που σχημάτισαν και μετασχημάτισαν την Ευρώπη τα χρόνια μεταξύ 1789 - 1815: της Γαλλικής Επανάστασης, των Ναπολεόντειων Πολέμων, της αποκατάστασης της ευρωπαϊκής τάξης και της καταπίεσης των φιλελεύθερων ιδεών μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλώ. Στον ασυμβίβαστα σκληρό κόσμο της πολιτικής η ποίηση αντέτασσε έναν άλλον κόσμο, αποπλανητικά γοητευτικό. Οι δύο κόσμοι προσέφεραν μια επιλογή ανάμεσα στο πραγματικό και στο μη πραγματικό δίχως περιθώρια για συμβιβασμό: υπήρξαν οι ακρογωνιαίοι λίθοι ενός διλήμματος που θα διαρκούσε τη μισή από τη δημιουργική ζωή του Χάινε: «Πρέπει η ποίηση να αντιμετωπίζει την πραγματικότητα ή να την αποφεύγει;».

Μόνιμο χαρακτηριστικό της σκέψης και του έργου του Χάινε ήταν μια τεταμένη και επαμφοτερίζουσα ένταση ανάμεσα στην «ποιητικότητα» και στην πραγματικότητα. Ο ποιητής διέθετε στέρεη την αίσθηση του ήχου της ρομαντικής ποίησης, δεν ενστερνιζόταν όμως την ελπίδα της για υπέρβαση των αναταραχών, της αλλοτρίωσης και του άγχους της εποχής μέσω της «ποιητικότητας» στη ζωή και στον κόσμο. Ετσι ο Χάινε έγινε ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος της μεταρομαντικής κρίσης στη Γερμανία, σε μια εποχή όπου κυριαρχούσαν τα έργα του Γκαίτε και του Σίλερ, ενώ ταυτόχρονα αναπτυσσόταν η συνείδηση της ανεπάρκειας αυτής της παράδοσης έναντι των καινούργιων πιέσεων του νέου κόσμου.

Στα εν λόγω ποιήματα ο Χάινε διασκεδάζει με τον επιδέξιο χειρισμό της ρομαντικής ρίμας, των ρυθμών, των εικόνων και των κλισέ της ρομαντικής περιόδου· αγάπη, φύση, όνειρα, παρελθόν. Ανεξάρτητα από τη μεταγενέστερη πορεία του ως δημιουργού, ο Χάινε υπήρξε κατ' αρχήν ένας ολοκληρωμένος ρομαντικός ποιητής. Ποιήματα σαν και αυτά που μετέφρασε ο Νικόλαος Γεννηματάς ενέπνευσαν υπέροχες συνθέσεις από τους συνθέτες των λιντ, σαν αυτές του Σούμαν: («Dichterliebe» - «Ο έρωτας ενός ποιητή»).

Πολλά ποιήματα της συλλογής είτε υπερβάλλουν την «αρρώστια» της ρομαντικά στυλιζαρισμένης αγάπης: «Σ' αγάπησα και σ' αγαπώ κι ατελείωτα πονώ / Κι αν γκρεμιστή ο κόσμος κι αν σωριάση / Μέσα από τα χαλάσματα ψηλά ως τον ουρανό / Η φλόγα της αγάπης μου θα φτάση!» είτε υπονομεύουν τα υψηλά αισθήματα σε μία ειρωνική τελευταία στροφή: «Αν ήσουνα γυναίκα μου / θα σε ζηλεύανε εχθροί και φίλοι αγαπημένοι / και μια ζωή θα πέρναγες / Ροδόσπαρτη, χαριτωμένη / Κι αν σ' έπιαναν τα νεύρα σου / Και φώναζες, εγώ μιλιά! και θα περνούσε η μπόρα / Μ' αν έβριζες τους στίχους μου / Σ' εχώριζα την ίδιαν ώρα!».

Τα ρομαντικά όνειρα τελειώνουν με μια ειρωνικά σκληρή αφύπνιση, που μοιάζει να αναδύεται μέσα από ένα «πραγματικό» σκηνικό. Σε μερικές περιπτώσεις ένα είδος «διπλής μπλόφας» φέρνει την ειρωνεία αντιμέτωπη με το ίδιο της το είδωλο και ουσιαστικά την καταργεί. Ο Χάινε σταδιακά έμαθε να μην εμπιστεύεται και ιδιαίτερα τον ρομαντισμό, πιο πολύ για όσα αφήνει αναπάντητα για τη σύγχρονη ζωή. Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή που αποδίδεται στον ποιητή στα χρόνια της ωριμότητάς του: «Ο Ρομαντισμός ήταν το σχολείο όπου πέρασα τα πιο ευχάριστα χρόνια της νιότης μου και κατέληξα να δείρω τον διευθυντή!».

Tuesday, July 5, 2011

Οι 10 αγαπημένες ταινίες (sτον Πανο Μιχαηλ απο τη Lifo)

Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Αλέξη Σταμάτη*

Ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης επιλέγει τις 10 αγαπημένες του ταινίες για το noMIRACLES


Το σινεμά είναι μια σύμβαση. Ένα ‘ψέμα’ φτιαγμένο με κομμάτια αλήθειας. Σ’ αυτό το μυθικό διάλειμμα από την πραγματικότητα, από το επίπεδο παραλληλόγραμμο της σκοτεινής αίθουσας εκπέμπονται 24 εικόνες το δευτερόλεπτο, μεταφέροντάς μας σε φανταστικά τοπία εξωτικά και ψυχικά. Πως; Mέσα από επινοημένες ιστορίες άλλων ανθρώπων. Που για ένα δίωρο μας υποδέχονται στον κόσμο τους.

MULHOLLAND DRIVE του David Lynch

Το μότο της ταινίας είναι "A love story in the city of dreams". Προβολές, όνειρα και φαντασιώσεις σε ένα φιλμ που λειτουργεί ως μια κορδέλα του Mobius (Mobius strip).

Μια επιφάνεια χωρίς "προσανατολισμό" χωρίς "αρχή και τέλος" με μια μόνο πλευρά και μονάχα μια συνιστώσα ορίου. Αν ένα μυρμήγκι σερνόταν κατά μήκος της κορδέλας θα επανερχόταν στο σημείο εκκίνησης έχοντας διασχίσει κάθε μέρος της κορδέλας χωρίς να διασταυρωθεί με κάποια γωνία.

Ξαναδείτε τη με αυτό το σχήμα στο νου. (Έργο του Έσερ)

LAST DAYS του Gus Van Sant


Μινιμαλιστικό, σιωπηλό, συνταρακτικό, μοναχικό . Ο Βαν Σαντ συναντά τον Κερτ Κομπέιν λίγο πριν αποχωρήσει για πάντα. Καμία καλλιτεχνική παραχώρηση. Γυμνό και σπαρακτικό. Ένας διαλογισμός για την απομόνωση, το θάνατο και στην απώλεια. Μια ταινία που μιλάει για ένα μεγάλο μουσικό χωρίς να ασχολείται καν με τη μουσική. Η διακόρευση, οι περιφερειακοί ατζέντηδες, η ήττα, η πτήση. Το ύστατο σάβανο του ποιητή.


SYNECDOCHE, NEW YORK του Philip Kaufman


To πιο πειραματικό φιλμ της τελευταίας δεκαετίας. Τόσο πυκνό που θέλει πολλαπλές αναγνώσεις. Ουσιαστικά ένα φιλμικό κείμενο. Μην ξεχνάμε ότι η συνεκδοχή είναι το εκφραστικό-λογοτεχνικό σχήμα κατά το οποίο ένας όρος αντικαθίσταται από έναν άλλο, με τον οποίο βρίσκεται σε σχέση γενικού προς ειδικό ή αντίστροφα. Η πιο συνηθισμένη μορφή συνεκδοχής είναι η χρήση του μέρους αντί για το όλο (pars pro toto) ή του ενός αντί για τους πολλούς. Ωστόσο, όπως θα διαπιστώσει αν «σκάψει» κανείς βαθειά στην ταινία, συνεκδοχή είναι και το αντίστροφο. Από ένα μάστορα της αφήγησης που γυρίζει το περσικό χαλί ανάποδα.


ANTICHRIST του Lars von Trier

*Τα επτά πρώτα λεπτά ΜΟΝΟΝ!

Ίσως η ωραιότερη αρχική σεκάνς στην ιστορία του σινεμά από ένα υπερφίαλο δημιουργό που δυστυχώς το ’χει χάσει σε βαθμό κακουργήματος. Μετά αυτό το μαγευτικό επτάλεπτο, όλο το υπόλοιπο έργο είναι για πέταμα. Μια απέραντη κοινοτοπία. Όμως η αρχή είναι τόσο ωραία που δεν ξέρω γιατί, ο Πέτρος , ο ήρωας του βιβλίου μου «Κυριακή» την βλέπει καρέ καρέ.


YUPI DU του Andriano Celentano


Μια αναρχική κωμωδία της δεκαετίας του 70 που για ένα παράξενο λόγο μας τη συστήνει ο Μάνος, ο ήρωας του θεατρικού μου έργου «Δακρυγόνα» :

Μάνος: Είναι από μια ταινία με τον Αντριάνο Τσελεντάνο… Παλιά, του εβδομήντα… Την είχα δει… σ’ ένα θερινό σινεμά… μόνος μου… Καθόμουν σε μια από αυτές τις πλαστικές καρέκλες και δίπλα μου μια άγνωστη κοπέλα… Δεν τολμούσα να την κοιτάξω. Με την άκρη του ματιού καταλάβαινα ότι ήταν πολύ όμορφη. Φορούσε ένα καρό πουκάμισο και μια γαλάζια φούστα… Οι καρέκλες ήταν δεμένες μεταξύ τους κι είχαμε κάτι σαν κοινό μπράτσο. Είχα ακουμπήσει το χέρι μου κι εκείνη το δικό της…. Και σ’ όλη τη διάρκεια του έργου οι αγκώνες μας πλησίαζαν… Κάποια στιγμή ακούμπησαν… Ήταν σαν ηλεκτρισμός… Ένιωθα το δέρμα της… σαν… σαν να μ’ αγκάλιαζε…


LAST TANGO IN PARI του Bernardo Bertolucci


Ένα έργο που είδα στα 18 μου και για έναν επίσης παράξενο λόγο ένιωσα μεγαλύτερη ταύτιση με τον μεσήλικα παρά με τον νεαρό κινηματογραφιστή (Ζαν Πιέρ Λεό). Είναι μια ταινία με πολλά υπέροχα ελαττώματα.Την έχω αναλύσει οριζοντίως και καθέτως μετά από τις τουλάχιστον 30 φορές που την έχω δει και ξαναδεί. Την έχω επίσης διασκευάσει σε θεατρικό που δεν ανέβηκε στο τσακ (κακούργα MGM που δε μας έδωσες τα δικαιώματα μετά από ένα χρονο αναπάντητα μειλ!).
Μια ταινία με πολλά καλλιτεχνικά αδιέξοδα αλλα ταυτόχρονα ό,τι πιο συγκινητικό έχω δει ποτέ στη ζωη μου. Κάτι που πιστοποιεί πως ο μεγαλύτερος κριτής ενός έργου τέχνης είναι η καρδιά.

ΥΓ: Και φυσικά εδώ υπάρχει η μεγαλύτερη ερμηνεία ηθοποιού στο σινεμά μαζί με αυτήν της Φαλκονέτι στη Ζαν ντ΄Αρκ του Ντράγιερ.
Ο Μπράντο ως Πολ.

SWEET MOVIE» του Dusan Makavejev

Το αναρχικό αριστούργημα του Μακαβέγιεφ είναι μια ταινία-εμπειρία. Η σεξουαλική απελευθέρωση, τα όρια της πολιτικής και προσωπικής ελευθερίας. Η ταινία που ακoλούθησε το περίφημο WR: Mysteries of the Organism .. Πυρετώδης, ερωτική, γκροτέσκα, ποιητική, κωμική. Εμβληματική της πρωτοπορίας του 70. Εδώ υπάρχει και η εκπληκτική σκηνή με το τραγούδι «Τα παιδια κάτω στο κάμπο» του Χατζιδάκι πάνω σε εικόνες της σφαγής του Κατίν.

RUN WILD, RUN FREΕ του Richard C. Sarafian



Πρόκειται για μια «μικρή» ταινία στην όποια πρωταγωνιστεί το παιδάκι που έπαιζε τον Όλιβερ στο ομώνυμο μιούζικαλ, ο Μαρκ Λέστερ. Το θέμα εδώ είναι η σχέση ενός κωφάλαλου αγοριού με ένα άλογο – αλμπίνο με γκρι μπλε μάτια. Δυο μοναχικά πλάσματα στην καρδιά της βρετανικής υπαίθρου. Θυμάμαι, πιτσιρίκι όταν την είχα δει, είχα πλαντάξει στο κλάμα. Δε θα την ξεχάσω ποτέ. Ο Μαρκ Λέστερ εγκατέλειψε το σινεμά σε ηλικία 17 ετών. Πρόσφατα διάβασα ότι φημολογείται πως ήταν δότης σπέρματος σε ένα από τα παιδιά του Μάικλ Τζάκσον, της Paris Katherine Jackson. Εκείνο που υπήρξε σίγουρα ηταν νονός των παιδιών. Ο Μιχάλης πήγε να συνδυάσει Πίτερ Παν και Τσαρλς Ντίκενς.

Bleak House.

TOBBY DAMMIT του Federico Fellini

Μια όχι και τόσο γνώστη μικρού μήκους ταινία του Φελίνι βασισμένη σ ένα διήγημα του Έντγκαρ Άλαν Πόε. Ο σεξπηρικός ηθοποιός Τόμπι Ντάμιτ συμφωνεί να παίξει σε μια ιταλική ταινία με αμοιβή μια Φεράρι. Αφού βοηθήσει μια κοπελίτσα που έχασε τη μπάλα της ο Ντάμιτ αρχίζει να την βλέπει σε οράματα. Ο Φελίνι βουτάει τον Τέρενς Σταμπ στην κόλαση του θεάματος και του παραδόξου . Ένα φαντασμαγορικό αριστούργημα με μια σχεδόν απόκοσμη ερμηνεία από τον Σταμπ στον καλύτερο ρόλο του μαζί με το “Θεώρημα”. Ο,τι πιο κοντά σε κινηματογραφικό τριπ έχει γυριστεί. Την πρωτοείδα στο κατάλληλο κοντεξτ.



L’ IMPORTANT C’ EST D AIMER του Andrzej Żuławski

Ένα αριστουργηματικό μελόδραμα με μια μεγαλειώδη, σπαρακτική ερμηνεία από τη Ρόμι Σνάιντερ που τσαλακώνεται ως το όριο. Γυμνή, ως το μεδούλι. Το θέμα: O φωτογράφος Fabio Testi ερωτεύεται την Nadine, ατάλαντη ηθοποιό b movies, όταν την παρακολουθεί σε ένα γύρισμα , αποφασίζει να την βοηθήσει και αναλαμβάνει την παραγωγή του Ριχάρδου του ΙΙΙ με τον θίασο ενός ημιτελή καλλιτέχνη που υποδύεται μοναδικά ο Klaus Kinski με όρο να πρωταγωνιστήσει η Nadine . Αξέχαστη φιγούρα και ο μανιοκαταθλιπτικός σύζυγος - clown (Zacques Dutronc) με την αξέχαστη εμμονή στο «χοπ-χοπ –χοπ».
Daniel Bird ( συγγραφέας, για το φιλμ)

"All may be fair in love and war, but here love is filmed as was, with the camera chasing emotionally battered lovers as if it were the D-Day landings."