Tuesday, August 30, 2011

My American trip (κεφ. 30)

My American trip (κεφ. 30)
www.thea.gr


My American trip (κεφ. 30)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι ζωής- και παίρνει και εμάς μαζί του.



9.10. 2008


Next stop. Βoston. Ταξιδεύω με το αγαπημένο Amtrak. Το πιο κουλ μέσον. Στο IPod ακούω το Midnight Rambler των Rolling Stones:
Did you hear about the Midnight Rambler?
He 'll leave his footprints up and down your hall
Did you hear about the Midnight Rambler?
Did you see me make my midnight call


Το τραγούδι είναι για τον Στραγγαλιστή της Βοστόνης. Ανάμεσα στις 14 Ιουνίου του 1962 και τις 4 Ιανουαρίου 1964, δεκατρείς μοναχικές γυναίκες στην ευρύτερη περιοχή της Βοστόνης έπεσαν θύματα είτε ενός serial killer, είτε, πιθανότατα, περισσότερων. Αν και κανείς δεν δικάστηκε επίσημα ως ο Στραγγαλιστής της Βοστόνης, το κοινό πίστεψε πως ήταν ο Albert DeSalvo. Ποτέ δεν αποδείχτηκε όμως ότι εντέλει ήταν αυτός.

Από το παράθυρο χάζευα το τοπίο και θυμήθηκα και την ταινία με τον πρόσφατα αποδημήσαντα Τόνι Κέρτις. Όμως γρήγορα παράτησα συνειρμούς, μουσικές και ταινίες κι άνοιξα το βιβλίο που ‘χα αγοράσει στην Πρόβιντενς. Christopher Lasch: The culture of narcissism.

Ένα βιβλίο, όχι πρόσφατο, αλλά γραμμένο το… 1979! Εκεί, στο μάτι του κυκλώνα, καθώς τα ουτοπικά οράματα των σίξτις διαλύονταν μέσα στο «personal growth» λάιφσταιλ των σέβεντις, μέσα στο χάος και την καπιταλιστική Αμερική. Το βιβλίο εξηγεί εξαιρετικά το πως η κουλτούρα της «οργανωμένης καλοσύνης» της παραδοσιακής αμερικανικής οικογενειακής δομής παρήγαγε ένα τύπο ανθρώπου που ο συγγραφέας χαρακτηρίζει κλινικά ως «παθολογικά ναρκισσιστή». Για τον Lasch, η παθολογία αντιπροσωπεύει μια υπερυψωμένη εκδοχή της πραγματικότητας…

Θυμάμαι πόσο είχα εντυπωσιαστεί τότε από όσα έγραφε. Και είναι φοβερό πως ξανακοιτάζοντας τα αναδρομικά , είναι σχεδόν προφητικά. Ο «ναρκισσιστής» άνθρωπος όπως τον περιγράφει ο Lash, όχι μόνο κατέκλυσε την Αμερική αλλά πήρε και ένα υπερατλαντικό όχημα κι έφτασε ως εμάς. Να δούμε ποιος θα είναι ο επόμενος «ανθρωπότυπος» που θα τον διαδεχτεί... Ιδού μερικά, πολύ ενδιαφέροντα κομμάτια από το βιβλίο του.

{…} Πολλά έχουν γραφτεί για τα σημάδια μιας νέας ζωής στις ΗΠΑ. Ωστόσο, αυτό εδώ το βιβλίο περιγράφει ένα τρόπο ζωής που πεθαίνει – την κουλτούρα του ανταγωνιστικού ατομισμού, η οποία, στην παρακμή της, ώθησε τη λογική του ατομισμού στο ακρότατο όριο ενός πολέμου όλων εναντίον όλων, την αναζήτηση της ευτυχίας στο αδιέξοδο της ναρκισσιστικής ενασχόλησης με τον εαυτό. Οι στρατηγικές της ναρκισσιστικής επιβίωσης αυτοπαρουσιάζονται σήμερα σαν χειραφέτηση από τις κατασταλτικές συνθήκες τού παρελθόντος, γεννώντας έτσι μια «πολιτιστική επανάσταση» που αναπαράγει τις χειρότερες όψεις τού καταρρέοντος πολιτισμού, τον οποίον ισχυρίζεται ότι κριτικάρει.

{…} Ο ίδιος ο homo economicus έδωσε τη θέση του στον ψυχολογικό άνθρωπο των καιρών μας – το τελικό προϊόν τού αστικού ατομισμού. Ο νέος ναρκισσιστής δεν ζει υπό το δέος της ενοχής αλλά τού άγχους. Δεν επιζητεί να επιβάλλει τις βεβαιότητές του στους άλλους αλλά να βρει ένα νόημα στη ζωή. Απελευθερωμένος από τις δεισιδαιμονίες τού παρελθόντος, αμφιβάλλει ακόμα και για την πραγματικότητα της ύπαρξής του

{…} Κτητικός, με την έννοια ότι οι πόθοι του δεν έχουν όρια, δεν συσσωρεύει αγαθά και προμήθειες για να εξασφαλίσει το μέλλον του, όπως έκανε ο κτητικός ατομιστής της πολιτικής οικονομίας τού 19ου αιώνα, αλλά απαιτεί άμεση ικανοποίηση και ζει σε μια κατάσταση ανησυχίας και μόνιμα ανικανοποίητης επιθυμίας.

{…} Ο ναρκισσιστής δεν ενδιαφέρεται για το μέλλον, διότι, εν μέρει, ενδιαφέρεται ελάχιστα για το παρελθόν. Τού είναι δύσκολο να εσωτερικεύσει συνειρμούς χαράς ή να πλάσει ένα απόθεμα αγαπητικών αναμνήσεων με τις οποίες θ’ αντιμετωπίζει το επόμενο μέρος της ζωής του, το οποίο στην καλύτερη περίπτωση τού προκαλεί πάντοτε θλίψη και πόνο. Σε μια ναρκισσιστική κοινωνία –μια κοινωνία που δίνει πρωταρχική θέση και ενθάρρυνση στα ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά-, η πολιτισμική αποσύνθεση τού παρελθόντος δεν αντανακλά μόνο την ένδεια των παλαιών ιδεολογιών, που έχασαν την επαφή τους με την πραγματικότητα και εγκατέλειψαν την προσπάθεια να την κυριαρχήσουν, αλλά και την ένδεια της εσώτερης ναρκισσιστικής ζωής.

{…} Το να ζεις για τη στιγμή έγινε το κυρίαρχο πάθος [στις ΗΠΑ] – να ζεις για τον εαυτό σου, όχι για τούς προγόνους σου ούτε για τούς επιγόνους σου. Χάνουμε τάχιστα την αίσθησή μας της ιστορικής συνέχειας, την αίσθηση ότι ανήκουμε σε μια διαδοχή γενεών που κατάγονται από το παρελθόν και ανοίγονται στο μέλλον.

{…} Το σύγχρονο κλίμα δεν είναι θρησκευτικό αλλά θεραπευτικό. Σήμερα, οι άνθρωποι δεν πεινούν για προσωπική σωτηρία αλλά για αίσθημα, στιγμιαίες ψευδαισθήσεις, ατομικό ευ ζην, υγεία και ψυχική ασφάλεια.

{…} Η ρήξη με την Ευρώπη, η κατάλυση της προέλευσής μας και η χαλάρωση των οικογενειακών δεσμών, έδωσαν λοιπόν υπόσταση στην (έστω και απατηλή σε τελική ανάλυση) πίστη των Αμερικανών ότι είναι ο μοναδικός λαός στον κόσμο που μπορεί να γλυτώσει από τη συντριπτική επιρροή τού παρελθόντος. Φαντάστηκαν, όπως το έλεγε ο Τοκβίλ, ότι «ολόκληρη η μοίρα τους είναι στα χέρια τους».

Albert DeSalvo

Christopher Lasch: The culture of narcissism

{…} «Ο ρους του χρόνου διαρρηγνύεται ανά πάσα στιγμή και η σειρά των γενεών σβήνει. Εκείνοι που ήρθαν πριν, γρήγορα ξεχνιούνται. Για εκείνους που θα έρθουν μετά, δεν έχουνε καμιά ιδέα. Το ενδιαφέρον του Αμερικανού περιορίζεται σ’ εκείνους που έχουν άμεση σχέση με τον εαυτό του».

{…} Η ατροφία των παλιότερων παραδόσεων αυτο-βοήθειας διέβρωσε τον καθημερινό ανταγωνισμό στη μια περιοχή μετά την άλλη, και έκανε το άτομο να εξαρτάται από το Κράτος, τη Συντεχνία και άλλες γραφειοκρατίες. Ο ναρκισσισμός εκπροσωπεί την ψυχολογική διάσταση αυτής της εξάρτησης. {…} Για το ναρκισσιστή ο κόσμος είναι ένας καθρέφτης, ενώ ο παλαιός ατομιστής έβλεπε τον κόσμο σαν μια κενή ερημιά που θα μπορούσε να διαμορφώσει ο ίδιος όπως ήθελε.

{…} Οι σημερινοί Αμερικανοί δεν παρωθούνται από μια αίσθηση απεριόριστης δυνατότητας αλλά από την κοινοτοπία της κοινωνικής τάξης πραγμάτων

{…} Νιώθουν να κατακλύζονται από μια εκμηδενιστική ανία, όπως τα ζώα εκείνα που τα ένστικτά τους έχουν αλλοιωθεί από μια χρόνια αιχμαλωσία.

{…} Ακόμα και οι συζητήσεις παίρνουν τη μορφή «εξομολογήσεων» {…} Το ίδιο και η λογοτεχνία {…} Οι σημερινοί συγγραφείς προσπαθούν να γοητεύσουν τον αναγνώστη παρά να τον πείσουν. {…} Οι «εξομολογήσεις» των σημερινών συγγραφέων είναι αξιοσημείωτες μόνο για την απίστευτη κοινοτοπία τους.

{…} Η απορρόφηση στον εαυτό απομονώνει τούς εύπορους Αμερικανούς από τις φρικαλεότητες που συμβαίνουν τριγύρω τους, και τούς διευκολύνει να καθησυχάζουν την ταραγμένη τους συνείδηση.

{…} Στην πραγματικότητα, η λατρεία της intimacy δεν προέρχεται από μια κατάφαση της προσωπικότητας αλλά από την κατάρρευσή της.

{…} Η θεωρητική αυστηρότητα δίνει τη θέση της σε εύκολα ηθικά σλόγκαν και συναισθήματα.

{…} Παρ’ όλο που ο ναρκισσιστής μπορεί να λειτουργήσει μέσα στον καθημερινό κόσμο και συχνά γοητεύει άλλους ανθρώπους (κυρίως με την ψευτο-επίγνωση του εαυτού του, δηλαδή την απορρόφησή του στον εαυτό του), η απαξίωσή του των άλλων, μαζί με την απουσία κάθε περιέργειας για τους άλλους, φτωχαίνουν την προσωπική ζωή του και ενδυναμώνουν το υποκειμενικό του αίσθημα της κενότητας.

{…} Η ιδεολογία της απατηλά οπτιμιστικής, ατομικής ανάπτυξης, υποκρύπτει μια βαθιά απελπισία και παραίτηση. Είναι η πίστη εκείνων που δεν έχουν πίστη.

Με αυτά και με αυτά έφτανα στη Βοστόνη. Στην πόλη για την όποια ο μαέστρος του νουάρ Raymond Chandler έχει πει «I guess God made Boston on a wet Sunday». Μόνο που έφτανα Πέμπτη και η μέρα ήταν ηλιόλουστη.

Photos: credit visualphotos.com


Monday, August 29, 2011

My American trip (κεφ. 29)

My American trip (κεφ. 29)
www.thea.gr


Photo: courtesy flickr.com

My American trip (κεφ. 29)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι ζωής- και παίρνει και εμάς μαζί του.




8.10. 2008

Μια εξαιρετική εκδήλωση στο Brown University στην Πρόβιντενς. Ο χώρος εντυπωσιακός, ένα ψηλοτάβανο δωμάτιο κι εγώ καθισμένος σε μια «επίσημη» πολυθρόνα. Σαν να ‘μασταν σε λογοτεχνικό σαλόνι του 19ου αιώνα. Ο κόσμος είχε ερωτήσεις, φοιτητές, καθηγητές γίναμε μια παρέα και μιλήσαμε για λογοτεχνία. Η συζήτηση είχε ως κύριο άξονα της τη διακειμενικότητα, τον «διαπολιστισμό», το subtext, (το «κάτω κείμενο») και τα στοιχεία που «σπείρει» ο δημιουργός στο έργο του ώστε να δημιουργήσει ηθελημένα συνειρμούς, να ανακαλέσει εικόνες, να «συνομιλήσει» με κείμενα, ταινίες, την ποπ κουλτούρα κλπ.

Οι μελετητές εδώ όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν φοβικά το ζήτημα αλλά το αναδεικνύουν και ως ένα από τα κυρίαρχα εργαλεία ανάλυσης και προσέγγισης της λογοτεχνίας, μια και τα περισσότερα ζητήματα αντιμετωπίζονται συγκριτικά, με ιδιαίτερη προσοχή στο γιατί επιλέγει κανείς να αναφερθεί σε κάτι και το τι επιδιώκει να φωτίσει με αυτή του την αναφορά. Τα πάντα στην Αμερική είναι «σε σχέση με». Όλη τους η Τέχνη, η Επιστήμη, η Κοινωνιολογία είναι μια σκυταλοδρομία αναφορών, η κάθε φράση, εξέλιξη, πλάνο, σελίδα, ταινία εμπεριέχει και σχολιάζει τα προηγούμενα.

Ειδικό ενδιαφέρον είχε η συζήτηση πάνω στην έννοια του «κάτω κειμένου» - του subtext. «Subtext», τυπικά σημαίνει το περιεχόμενο ενός βιβλίου που δεν «ανακοινώνεται» κατηγορηματικά απ’ ευθείας από τους χαρακτήρες (ή από τον αφηγητή) αλλά υποδηλώνεται, υπαινίσσεται, έτσι ώστε ο αναγνώστης να το αντιλαμβάνεται καθώς η αφήγηση εκτυλίσσεται. Το subtext είναι ένα «περιεχόμενο» που κρύβεται κάτω από τον διάλογο. Πίσω από μια φαινομενικά αθώα στιχομυθία μπορεί να υπάρχει σύγκρουση, θυμός, ανταγωνισμός, περηφάνια και χίλιες δυο «απόρρητες» ιδέες και συναισθήματα. Subtext είναι το άδηλο, οι «μη ειπωμένες» σκέψεις και «κρυφά» κίνητρα των χαρακτήρων – εκείνα που πιστεύουν στην πραγματικότητα, όχι όσα λένε.

Ας δούμε ένα παράδειγμα του subtext σε έναν διάλογο. Ας πούμε ότι ο Γιώργος είναι στα χωρίσματα με τη Μαρίνα και βρίσκονται στη μέση ενός φοβερού καβγά, ενώ ξαφνικά κτυπάει το τηλέφωνο. Ακούγοντάς το, η Μαρίνα βρίσκει την ευκαιρία, βροντάει την πόρτα πίσω της και φεύγει. Ο Γιώργος βρίζει προς το τηλέφωνο αλλά εντέλει το σηκώνει. Είναι ο κοινός τους φίλος ο Βασίλης που εντελώς αθώα ρωτάει: «Τι τρέχει;». Χωρίς subtext, ο Γιώργος θα μπορούσε να απαντήσει «είμαι χάλια, οργισμένος και πολύ ενοχλημένος. Είχαμε ένα φοβερό καβγά με την Μαρίνα και έφυγε. Μπορεί να είναι και για πάντα». Με subtext όμως, ο Γιώργος κάνει κάτι πολύ πιο ανθρώπινο και πειστικό. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και απαντά: «τίποτα το ιδιαίτερο».

Πρόβιντενς

Θυμάμαι μια σκηνή στην εκπληκτική ταινία του Γούντι Άλεν «Annie Hall», όπου ο ιδιοφυής σκηνοθέτης χρησιμοποιεί υποτίτλους για να εξηγήσει τις εσωτερικές σκέψεις των χαρακτήρων κατά τη διάρκεια μιας φαινομενικά αθώας συζήτησης. Εδώ το χιούμορ σπάει κώδικες και κόκαλα. Το subtext μπορεί να καθορίζει και μια ολόκληρη ταινία, όπως πχ το American Beauty (1999), το οποίο στη «βιτρίνα» ήταν ένα φιλμ για έναν άντρα που περνά την κρίση της μέσης ηλικίας αλλά το subtext ανέδυε μια πολύ πιο βαθιά ιστορία που είχε ως θέμα την σταδιακή απόκτηση της αυτοεκτίμησης και την αποδοχή της ζωής αλλά και του θάνατου ως ισότιμων, όμορφων και βαθιά αλληλένδετων γεγονότων (βέβαια εδώ ο Βιτγκενστάιν θα διαφωνούσε μια και υποστήριζε ότι «ο θάνατος δεν είναι γεγονός της ζωής», αλλά όπως «καθείς και οι απόψεις του», έτσι «καθείς και τα subtexts του»)
Ήταν από τις εκδηλώσεις που είχαν κάτι το όμορφα τελετουργικό, ενώ ταυτόχρονα το περιεχόμενο ήταν στην κόψη. Πολύ ενδιαφέρον.

ΥΓ1. Ευχαριστώ πολύ την Έλσα Αμανατίδη, τον Ντένις, τον Μαρίνο, τον Κωστή και όλους τους ανθρώπους του Brown.

ΥΓ2. Ένα παράδειγμα subtext. Ένα απόσπασμα που διάβασα εκείνη τη μέρα από την «Αμερικάνικη Φούγκα».

Είχε αρχίσει να διψάει ξανά– το νερό είχε τελειώσει. Λίγο πριν φτάσει στην διασταύρωση είδε στο δεξί μέρος του δρόμου ένα φως. Έκοψε στον παράδρομο και σταμάτησε. Ήταν μια μικρή καντίνα– μια φτωχική κατασκευή που έμοιαζε παράταιρη στη μέση του αυτοκινητόδρομου. Η ταμπέλα έγραφε «Το Πέπλο του Χάνιμπαλ – Τζακ Μπέκλεϊ». Στην πόρτα υπήρχε ένα μπρούτζινο κουδούνι. Χτύπησε. Περίμενε λίγη ώρα μέχρι να του ανοίξει ένας άντρας. Ήταν ένας παχύς πενηντάρης, με εμφανή δυσκολία στο βάδισμα. Αναμαλλιασμένος, σαν μόλις να είχε σηκωθεί από το κρεβάτι, μ’ ένα σβησμένο πούρο να του κρέμεται από το στόμα. Το γαλάζιο του βλέμμα ήταν ελαφρώς αλλήθωρο. […] Ο Μπέκλεϊ πήρε μια καρέκλα και κάθισε δίπλα του.

«Ωραία νύχτα».
«Ωραία νύχτα».
«Χάνιμπαλ πας;»
«Ναι».
«Γιατί;»
«Θέλω να μείνω λίγο καιρό».
«Γιατί εδώ;»
«Άκουσα πως είναι ωραία».
«Από πού είσαι;»
«Από το Έλ Έι».
«Δεν έχεις την προφορά».
«Είμαι Λατίνος».
«Έστα σιουδάδ πουέδε τραγάρτε» (Αυτή η πόλη μπορεί να σε καταπιεί), έκανε ο Μπέκλεϊ κοιτάζοντάς τον εξεταστικά.
«Τι;»
«Δε μιλάς ισπανικά;»
«Όχι».
«Γιατί, δεν σ’ έμαθαν οι γονείς σου;»
«Πέθαναν όταν ήμουν πολύ μικρός».
«Λυπάμαι…»
«Μπορείς να μου συστήσεις ένα ξενοδοχείο στην πόλη;»
Ο Μπέκλεϊ πήγε πίσω από τον πάγκο του και γύρισε με μια κάρτα. Εκείνος τέλειωσε τον καφέ του, πλήρωσε και πριν φύγει, ρώτησε:
«Κάποια Λόρα Τσανς, την ξέρεις;»
Ο τύπος γύρισε απότομα.
«Την ‘κόκκινη’;».
«Ποια ‘κόκκινη’;»
Ο Μπέκλεϊ δεν απάντησε. Πήρε έναν αναπτήρα και άναψε το πούρο. Ύστερα στύλωσε το βλέμμα του στα μάτια ενός ταριχευμένου ελαφιού σαν να το ’βλεπε πρώτη φορά.
«Σ’ αρέσει;»
«Δε μου αρέσουν τα νεκρά ζώα».
Ο Μπέκλεί τράβηξε μια γερή ρουφηξιά και συνέχισε τις ερωτήσεις.
«Σ’ έχει ποτέ τσιμπήσει νεκρή μέλισσα;»
«Όχι. Λοιπόν, τι εννοείς η ‘κόκκινη’;»
«Τσιμπάνε όπως οι ζωντανές».
«Ούτε ζωντανή μ’ έχει τσιμπήσει. Λοιπόν;»
Ο συνομιλητής του τίναξε τη στάχτη από το τσιγάρο του και κοιτάζοντας πάντοτε το ελάφι είπε: «η συμπεριφορά ενός ανθρώπου σε μια κοινή, αδιάφορη κατάσταση, πιστεύεις πως δείχνει τα πάντα για τη ζωή του ανθρώπου αυτού;»
«Ναι».
«Τώρα απάντησες έτσι, επειδή ξέρεις ότι αυτό είναι που θέλω να ακούσω;»
«Όχι, απάντησα επειδή το πιστεύω».
«Τι πιστεύεις;»
«Ότι η συμπεριφορά ενός ανθρώπου σε μια κοινή, αδιάφορη κατάσταση, μπορεί να δείχνει κάποια πράγματα για τη ζωή του ανθρώπου αυτού».
«Δεν είπα ‘μπορεί’».
«Γι’ αυτό και δεν είπα ότι δείχνει τα πάντα, είπα ‘κάποια πράγματα’».
Ο Μπέκλεϊ τον κοίταξε από πάνω ως κάτω.
«Ερες μούι λίστο. Βας α τενέρ προμπλέμας» (Είσαι έξυπνος τύπος. Θα έχεις προβλήματα).
«Νο πρόμπλεμ», είπε εκείνος και χαιρετώντας, άνοιξε την πόρτα.

Sunday, August 28, 2011

My American trip (κεφ.28)

My American trip (κεφ.28)
www.thea.gr


My American trip (κεφ. 28)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι ζωής- και παίρνει και εμάς μαζί του.



8.10. 2008

Η Providence είναι μια πολύ όμορφη πόλη με πολλές ιδιαιτερότητες που δεν φαίνονται με την πρώτη ματιά. Κατ’ αρχήν έχει τη φήμη μιας από τις πιο δραστήριας LGBT κοινότητας (LGBT: η γκέι κοινότητα σε ευρεία μορφή από τα αρχικά lesbian, gay, bisexual, and transgender) των Βορειανατολικών ΗΠΑ. Οι γκέι και λεσβιακές σχέσεις εδώ είναι 75% υψηλότερες από το μέσο όρο της χώρας. Ένας πρώην δήμαρχος, ο David Cicilline, κέρδισε το χρίσμα έχοντας παραδεχτεί ανοιχτά την ομοφυλοφιλία του.

Επίσης, εδώ κατά του καλοκαιρινούς μήνες γίνεται το περίφημο WaterFire, μια περιβαλλοντολογική εκδήλωση στην οποία «πρωταγωνιστούν» 100 «τελετουργικές πυρές» που λάμπουν ακριβώς επάνω από την επιφάνεια των τριών ποταμών που περνούν από το κέντρο της πόλης. Οι εκδηλώσεις αυτές συνοδεύονται με κλασσική και έθνικ μουσική. Στην πόλη εδρεύει και η περίφημη θεατρική ομάδα Trinity Repertory Company που έχει επικεφαλής τους Curt Columbus και Tyler Dobrowsky. H ομάδα ιδρύθηκε το 1963 και είναι μια από τις πιο διάσημες στις ΗΠΑ. Το ρεπερτόριό της διατηρεί μια ισορροπία μεταξύ κλασικών και σύγχρονων έργων, ενώ κάθε σεζόν υπάρχει μια κλασική παραγωγή του «A Christmas Carol, το οποίο κάθε χρονιά βλέπουν 120.000 άτομα (!). Επίσης, στην πόλη εδρεύει και η πολύ γνωστή Rhode Island Philharmonic Orchestra που ιδρύθηκε το 1944.

Η βάση της Trinity Repertory Company

Νόαμ Τσόμσκι

Καφέ XO, Πρόβιντενς

Είχα ένα πρωινό στη διάθεση μου και έκανα μια βόλτα στους δρόμους. Είχε ένα γλυκό αεράκι φουλ υγιεινό οξυγόνο. Ήταν, θυμάμαι Τέταρτη. Κάποια στιγμή κάθισα σε ένα υπέροχο καφέ στο ανατολικό μέρος της πόλης. Το XO Café. Μπήκα στο δίκτυο, διάβασα σχεδόν όλες τις ελληνικές εφημερίδες και έστειλα ένα σωρό μέιλ. Ύστερα άνοιξα ένα αρχείο και συνέχισα να γράφω μια σειρά σκέψεων σε σχέση με την Αμερική. Κάποια στιγμή είδα δίπλα μου μια «χάρτινη» αμερικάνικη τοπική εφημερίδα. Την ξεφύλλισα και έπεσα πάνω σε μια συνέντευξη του μεγάλου αμερικανού γλωσσολόγου Νόαμ Τσόμσκι. Την είχε δώσει στο περιοδικό Σπίγκελ. Οι τέσσερις απαντήσεις του συνοψίζουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την κατάσταση που επικρατούσε τότε (και εν μέρει επικρατεί ακόμα, αν σκεφτεί κανείς πως ακόμα ασχολούνται με την Σάρα Πέιλιν) στην Αμερική:

- «Ο λαός κυβερνά τον πολιτικό κόσμο της Αμερικής όπως ο Θεός το Σύμπαν», έλεγε ο Γάλλος διανοητής Αλέξις ντε Τοκβίλ, όταν διέσχιζε τις ΗΠΑ πριν από περίπου 170 χρόνια. Ήταν ένας ονειροπόλος;
Ναι. Ήδη το 1787 ο Τζέιμς Μάντισον κατέθετε στο Κογκρέσο για το Σύνταγμα την άποψη ότι η κρατική εξουσία έχει καθήκον «να προστατεύει την ευκατάστατη μειοψηφία από την πλειοψηφία». Ακόμη και ο μάλλον φιλελεύθερος διανοούμενος του 20ού αιώνα, Ουόλτερ Λίπμαν, ήταν της γνώμης πως σε μια εφαρμοσμένη δημοκρατία, η ευφυής μειονότητα, που θα 'πρεπε να άρχει, «πρέπει να προστατεύεται από το ποδοπάτημα και τη βοή μιας συγχυσμένης αγέλης». Ο αντιπρόεδρος των συντηρητικών, Ντικ Τσένι, όταν ρωτήθηκε γιατί υποστηρίζει τη συνέχιση του πολέμου στο Ιράκ, αφού η πλειοψηφία των Αμερικανών δεν το εγκρίνει, απάντησε «και λοιπόν;».

- Η σύγχρονη λέξη του αμερικανικού προεκλογικού αγώνα των Δημοκρατικών είναι «αλλαγή». Βλέπετε πιθανότητες αισθητής αλλαγής σε προβλεπόμενο χρόνο;
Καθόλου. Και η θετική στάση απέναντι στον Ομπάμα είναι μια αυταπάτη. Όλο το ζήτημα είναι η εντυπωσιακή ρητορεία περί διατλαντικής σχέσης εταίρων, προτεραιότητας της διπλωματίας, αλλά και συναίνεσης της αμερικανικής κοινωνίας για όλα, εκτός των ουσιαστικών θεμάτων.

Πρόβιντενς

- Τι σας λέει η ομάδα του αντίθετου στρατοπέδου -ο 72 ετών βετεράνος του Βιετνάμ ΜακΚέιν και η πρώην βασίλισσα της ομορφιάς στην Αλάσκα, Σάρα Πέιλιν;
Αυτό το φαινόμενο Πέιλιν είναι πράγματι ιδιάζον. Αν μας παρακολουθεί κανείς από τον Άρη, θα μπορούσε να σκεφτεί ότι είμαστε χώρα νοητικώς διαταραγμένη. (sic) Πρέπει, όμως, να ληφθεί υπ' όψη πως συντηρητικοί και θρησκευόμενοι ψηφοφόροι είναι ενθουσιασμένοι, επειδή η χώρα μας ιδρύθηκε από φανατικούς θρησκευόμενους. Οι θρησκευτικοί φονταμενταλιστές παίζουν σημαίνοντα ρόλο σε όλες τις εκλογές μετά τον Τζίμι Κάρτερ. Τη δεκαετία του '60, κανείς δεν αναρωτιόταν εάν ο πρόεδρος πήγαινε στην εκκλησία κάθε μέρα. Το θρησκευτικό συναίσθημα του Κλίντον ήταν μάλλον σαν το δικό μου -μηδέν- αλλά οι σύμβουλοί του τον έτρεχαν κάθε Κυριακή στην εκκλησία των Βαπτιστών, όπου τραγουδούσε ύμνους, πράγμα αρκετό να εξασφαλίσει αυτομάτως το 1/3 των ψήφων στις εκλογές. Από μία άποψη, ο ΜακΚέιν είναι πιο έντιμος από τον αντίπαλό του, αφού καθιστά σαφές πως σ' αυτές τις εκλογές σημασία δεν έχουν τα ουσιώδη, αλλά οι προσωπικότητες. Οι Δημοκρατικοί δεν έχουν τόση εντιμότητα, παρ' όλο που κι αυτοί έτσι το βλέπουν.

- Δηλαδή Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί είναι μόνον δύο διαφορετικές μέθοδοι παιχνιδιού, στην ίδια όμως βασική πολιτική κατεύθυνση;
Φυσικά υπάρχουν διαφορές, αλλά όχι θεμελιώδεις. Ας μην αυταπατώμεθα -οι ΗΠΑ είναι κατά βάθος ένα μονοκομματικό σύστημα και η κυρίαρχη παράταξη είναι το «κόμμα των επιχειρήσεων» («business party»).

Μιλούσε για εκείνο το business party που πλέον κυριαρχεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Αόρατο, άυλο, προϊόν θα ’λεγες νανοτεχνολογίας. Η κλίμακα γίνεται πλέον τόσο μικρή που χωράει παντού.

Photos: credit visualphotos.com


Saturday, August 27, 2011

My American trip (κεφ 27)

My American trip (κεφ 27)
www.thea.gr


My American trip (κεφ. 27)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι ζωής- και παίρνει και εμάς μαζί του.



8.10. 2008

Εκείνο το βράδυ είδα το δεύτερο προεδρικό ντιμπέιτ μαζί με κάποιους καθηγητές του πανεπιστήμιου Μπράουν. Η ατμόσφαιρα ήταν εξαιρετικά πολιτισμένη, κανείς δεν σχολίασε οτιδήποτε ειπώθηκε, σερβιριστήκανε cookies και κόκα κόλα και, όταν η σεμνή τελετή έφτασε στο τέλος της, καθένας γύρισε στο σπίτι του, ή, στη δική μου περίπτωση, στο όμορφο, και, τεχνολογικά άψογα εξοπλισμένο δωμάτιο που μου παρείχε το Πανεπιστήμιο. Πέρασα ώρα να βλέπω τα spins στην τηλεόραση και να διαβάζω τις αναλύσεις στο δίκτυο.

Είπα spins και οφείλω μια εξήγηση. Τα μίντια στην Αμερική, δεν είναι αυτά που ξέρουμε στη Ευρώπη. Το κάθε κόμμα έχει τους δικούς του «spin doctors» – ειδικούς προπαγανδιστές - που τριγυρίζουν τα κανάλια ερμηνεύοντας τις εμφανίσεις των υποψηφίων κατά το δοκούν. Ο όρος «spin doctor» είναι αδύνατον να μεταφραστεί στα ελληνικά. Ποιητική αδεία όμως, θα τον ερμήνευα ως: «ο θεράπων του φάλτσου». Ο δόκτωρ αυτός έχει ως βασική του ασχολία να «μεταφράζει», ουσιαστικά να παραλλάσσει κατά το δοκούν, την εκάστοτε είδηση προς συμφέρον του κόμματος του. Πρόκειται για την τέχνη ή μάλλον για την επιστήμη του να διαστρεβλώνεις την αλήθεια χωρίς απαραίτητα να λες ψέματα – οι Ρεπουμπλικάνοι είναι μάστορες στο είδος. Φυσικά πλέον, η πιο αξιόπιστη πηγή ανάλυσης ήταν από τότε -και παραμένει- το διαδίκτυο.

Το προπαγανδιστικό νταβαντούρι των «ιατρών της πληροφόρησης» μ’ έκανε για λίγο να αναπολήσω την ησυχία του δωματίου όπου βλέπαμε το ντιμπέιτ. Αναδρομικά σκέφτηκα πως θα τους φαινόταν αν τους εξηγούσα το πώς παρακολουθούμε εμείς οι Έλληνες πολιτικά ντιμπέιτ στην τηλεόραση. Θα ‘ταν σχεδόν προσβλητικό μια και η ιδία η έννοια του «δημαρχικού ντιμπέιτ», όπως ήταν το φορμά της δεύτερης αυτής μονομαχίας, είναι μια εξαιρετικά πολιτισμένη διαδικασία, η οποία έχει τις ρίζες της στη συλλογική φολκ μνήμη της Αμερικής, μια εποχή όπου η κοινότητα έλυνε τα προβλήματα της με συναντήσεις των μελών της για ανοιχτές συζητήσεις. Παρόλο τον «τίτλο» του ντιμπέιτ, η συζήτηση δεν έγινε σε δημαρχείο, άλλα στο Belmont University του Nashville με τον ανκορμαν του NBC, Tom Brokaw, να παίζει το ρόλο του «Δημάρχου». Μη έχοντας λοιπόν –ως παρορμητικός Έλλην- που να εκφράσω τις απόψεις μου, έγραψα κάποιες σημειώσεις τις όποιες μετά από χρόνια ανακαλώ.

Εκείνο που μου έκανε πολύ κακή εντύπωση ήταν το υποτιμητικό «αυτός» («that one») που είπε o Τζον Μακ Κέιν αναφερόμενος στον Ομπάμα, δείχνοντας φυσικά, το πόσο έχει χάσει την ψυχραιμία του. Για όσους θυμούνται, ήταν σαν να ακούς τον Ρος Περό, τον εκκεντρικό δισεκατομμυριούχο που πριν από κάποια χρόνια κατέβηκε για πρόεδρος, ο οποίος, αναφερόμενος στους Αφροαμερικανούς τους αποκάλεσε «αυτοί οι άνθρωποι». Το άλλο άστοχο, που ωστόσο, μάλλον επίτηδες επιστράτευσε ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος ήταν η απάντηση του στο ποιός είναι ο «ήρωας του». Επέλεξε τον Τέντι Ρούζβελτ, πρόεδρο των ΗΠΑ μεταξύ 1901-08 και γνωστό για την «μάτσο», «καουμπόι» εικόνα του. Φαίνεται πως είχε και την τρυφερή του πλευρά, μια και η φράση «teddy bear» οφείλεται σ’ αυτόν…

Ο Ομπάμα έκανε μια εμφάνιση που έμοιαζε με εκείνη ενός μεγάλου μποξέρ που ξέρει ότι είναι μπροστά στα σημεία και το μόνο που έχει να κάνει είναι να «χορεύει» οπισθοχωρώντας γύρω- γύρω στο ρινγκ έχοντας περισσότερο στο νου του να αποφύγει το μπλέξιμο. Δεν έριξε πολλές γροθιές, αλλά δεν τις
είχε ανάγκη κιόλας. Ο McCain, που ήταν πολύ πίσω στα σημεία, μπήκε στον αγώνα ξέροντας ότι χρειαζόταν ένα νοκ αουτ αλλά δεν το κατάφερε. Μην ξεχνάμε ότι κι ο άνθρωπος ήταν και μιας ηλικίας εξάλλου, γεννηθείς το 1936. Σε περίπτωση εκλογής του θα ήταν ο γηραιότερος εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ στην ιστορία.

Οι περισσότεροι εκείνη τη μέρα στα μίντια συμφωνούσαν ότι πλέον, τέσσερις εβδομάδες πριν τις εκλογές της 4ης Νοεμβρίου, κι ενώ οι θεσμοί της οικονομίας υπέφεραν όσο ποτέ μια μέρα που το χρηματιστήριο εξακολούθησε την πτωτική του πορεία με μια εντυπωσιακή βουτιά 5.1 τοις εκατό, ο Ομπάμα είναι μπροστά. Πως κέρδισε καθαρά το ντιμπέιτ. Το σκορ του CNN μετά το ντιμπέιτ ανέφερε: Ομπάμα 54% - Μακ Κέιν 30 %.

Ειδικά στη τελευταία «ζεν» ερώτηση: «What don't you know and how are you going to learn it?» έπιασε τον σφυγμό του αμερικανικού λαού. Ο Μακ Κέιν βγήκε λίγος, αμήχανος, έλεγε συνέχεια «my friend», και περιφερόταν γύρω- γύρω στο στούντιο σα να μην ήταν ευχαριστημένος που βρισκόταν εκεί. Και στην ερώτηση αν η Ρωσία θεωρείται ακόμα «αυτοκρατορία του κακού» (Εvil Εmpire) απάντησε «ίσως». Κάποιος έπρεπε να του ψιθυρίσει πως ο Ψυχρός Πόλεμος είχε από καιρού τελειώσει…

Πάντως, η όλη ιστορία του «town hall debate» με έκανε να ψάξω λίγο το ζήτημα του ντιμπέιτ ως έννοιας. Απ’ όσα βρήκα, πολύ ενδιαφέρον μου φάνηκε το Lincoln–Douglas debate, η βάση του δημαρχιακού ντιμπέιτ, το επονομαζόμενο και ντιμπέιτ αξιών, επειδή δίνεται έμφαση στη λογική, τις ηθικές αξίες και τη φιλοσοφία. Είναι ένα τύπος ντιμπέιτ ένας εναντίον ενός, που συνήθως διοργανώνεται από νομικού χαρακτήρα οργανώσεις υπό μορφή διαγωνισμού.

Η ονομασία οφείλεται στα θρυλικά ντιμπέιτ του 1848 ανάμεσα στον Abraham Lincoln και τον Stephen A. Douglas, που αφορούσαν κυρίως το θέμα της δουλείας και την ηθική, τις αξίες και τη λογική που συνδέονταν μαζί του. Ψάχνοντας τες λίγο, βρήκα μια εκπληκτική ατάκα του Λίνκολν, ο οποίος αναφερόμενος στις διακηρύξεις αξιών του αντιπάλου του τις χαρακτήρισε ως «μια απαθή εξουσία τόσο αδύναμη όσο η ομοιοπαθητική σούπα που παράγεται αν βράσεις την σκιά ενός περιστεριού που πέθανε από ασιτία.»(!)

Μου φαίνεται πάντως ότι τα αμερικανικά ντιμπέιτ του 1848 θα ήταν σίγουρα πολύ πιο ενδιαφέρονται και πολύ λιγότερο «ξύλινα» από τα αντίστοιχα δικά μας, ενάμιση αιώνα αργότερα.

Photos: credit visualphotos.com


Friday, August 26, 2011

My American trip (κεφ.26)

My American trip (κεφ.26)
www.thea.gr


My American trip (κεφ. 26)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι ζωής- και παίρνει και εμάς μαζί του.



7.10. 2008

Συνειρμός: Providence: τo υπέροχο (και υποτιμημένο) φιλμ του Αλέν Ρενέ, με τον Τζον Γκίλγκουντ στο ρόλο του γέρου συγγραφέα. Παλιά ταινία; Όχι. Ο ίδιος ο Αλέν Ρενέ έχει πει: «Δεν νομίζω πως υπάρχει η έννοια “παλιά ταινία”. Δε λες: διάβασα ένα παλιό βιβλίο του Φλομπέρ ή είδα ένα παλιό θεατρικό έργο του Μολιέρου».

Γεγονός: εδώ είναι η έδρα του Πανεπιστημίου Brown όπου πρόκειται να κάνω την επομένη παρουσίαση της Αμερικανικής Φούγκας.

Brown University: ιδιωτικό, Ivy League Πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε από την Βρετανική Αυτοκρατορία, προ Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ, το 1764, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου του 3ου (1760-1820), ως Κολλέγιο της Αγγλικής Αποικίας του Ρόουντ Άιλαντ και των Φυτειών της Πρόβιντενς. Το Brown είναι το τρίτο παλαιότερο ίδρυμα ανωτάτης εκπαίδευσης στη Νέα Αγγλία και το έβδομο στις ΗΠΑ. Από το περιοδικό μόδας Women's Wear Daily θεωρήθηκε ως η πιο «fashionable» σχολή του Ivy League στη βάση του ότι οι φοιτητές στο campus μοιάζουν «να έχουν την πιο έντονη αίσθηση του προσωπικού στιλ», ό,τι και αν σημαίνει αυτό στην πραγματικότητα.

Γεωγραφία - Ιστορία: Πρόβιντενς, η πρωτεύουσα της πολιτείας του Ρόουντ Άιλαντ και μια από τις πρώτες πόλεις που δημιουργήθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ιδρύθηκε το 1636 από τον Ρότζερ Γουίλιαμς, ένα θρήσκο εξόριστο από την Αποικία του Massachusetts Bay ο οποίος ονόμασε έτσι την περιοχή προς τιμήν της «Συγχωρητικής Πρόνοιας» του Θεού. Επίσης είναι μία από τις πρώτες 13 αποικίες των ΗΠΑ. Παρόλη τη θεόπνευστη ονομασία, η πόλη μεταξύ 1950-1980 ήταν μια από τις θρυλικές βάσεις του οργανωμένου εγκλήματος, όταν έλυνε και έδενε ο αρχηγός της μαφίας Ρέιμοντ Λ. Σ. Πατριάρκα. Τα πράγματα από τότε πρέπει να ηρέμησαν γιατί η πρώτη μου βόλτα μου έδωσε την εντύπωση ενός ειδυλλιακού τόπου με χαρούμενους ανθρώπους. Φαρδιοί δρόμοι, μικρά κουκλίστικα σπιτάκια, εκκλησίες και φοιτητές που κυκλοφορούσαν με τα ποδήλατα τους.

Στο Brown University

Αδελφότητες: το 12.7% των φοιτητών εδώ είναι μέλη αδελφοτήτων, είτε αρσενικών (fraternities), είτε θηλυκών (sororities) -εκ του frater και soror που σημαίνει αδελφός και αδελφή στα λατινικά. Κάθε μια έχει το δικό της σπίτι και τη δική της ονομασία που αποτελείται από γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου: Alpha Epsilon Pi, Delta Tau, Delta Phi, Theta Delta Chi, Sigma Chi, και Phi Kappa Psi οι fraternities, Alpha Chi Omega και Kappa Alpha Theta οι sororities.
Η ιστορία των αδελφοτήτων φυσικά πηγαίνει πίσω στον τεκτονισμό. Οι δε ονομασίες προέρχονται συνήθως από αρχικά ελληνικών ρητών όπως η Phi + Delta + Bita (Φ.Δ.Β.) που είναι τα αρχικά της φράσης: Φιλοσοφία Διά Βίου.

Γλώσσα: οι κάτοικοι της Πρόβιντενς έχουν ένα non- rhotic accent. Tι σημαίνει αυτό; Έχει ενδιαφέρον. Η προφορά της Αγγλικής γλώσσας χωρίζεται σε δύο κυρία accent groups, την rhotic και την non rhotic, ανάλογα το πως προφέρονται οι λέξεις που περιέχουν το γράμμα R. Όσοι μιλούν rhotic προφέρουν το r σε όλες τις θέσεις, ενώ οι non rhotic προφέρουν το r μόνον όταν ακολουθείται από φωνήεν, και αυτό όχι πάντοτε. Γλωσσολογικά μιλώντας, οι non rhotic αποκλείουν το «phoneme» r από τον κωδικό συλλαβισμού. Συνήθως αναφέρεται ως μετα-φωνητικό R.

Πρόβιντενς

Πολιτική: όπως και να το προφέρουν, ούτε ο Ομπάμα ούτε ο Μακ Κέιν εχουν r, τουλάχιστον στα επώνυμά τους, όποτε το επόμενο βράδυ, στο δεύτερο ντιμπέιτ που επρόκειτο να δω μαζί με τους καθηγητές του Brown University δεν θα ασχολούμασταν με γλωσσολογία αλλά με τη γλώσσα του σώματος – η οποία θεωρείται εξαιρετικά σημαντική σε ένα αμερικανικό ντιμπέιτ. Βέβαια, εκείνο που θα μας απασχολούσε κυρίως, ήταν ο πολιτικός λόγος των δυο υποψηφίων. Εκείνη την εποχή ο Μακ Κέιν έπαιζε το χαρτί «του δικού μας παιδιού», του υποψηφίου που δεν «φαίνεται πιο έξυπνος από τον μέσο αμερικανό» (ως προς αυτό φυσικά είχε διαλέξει την κατάλληλη συνυποψήφια: η Σάρα Πέιλιν στην Ευρώπη δεν θα μπορούσε να σταθεί ούτε σε τοπικές εκλογές επαρχιακής πόλης). Ομπάμα ήταν μπροστά στα γκάλοπ, ήταν σταθερός, και η ελπίδα στο στρατόπεδο των Δημοκρατικών ήταν αυτή τη φορά να μην υπάρξει τόσο «αναγκαστικά ευγενής» απέναντι στον αντίπαλο του. Όπως και να το κάνουμε το θέμα του χρώματος έπαιζε ακόμα ρόλο. Υπήρχαν Δημοκρατικοί που δεν θα ψήφιζαν Ομπάμα γιατί είναι μαύρος... Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τέλος πρώτης δεκαετίας, 21ου αιώνα.

Μετά την Ουάσινγκτον και τη Νέα Υόρκη, με την παρένθεση του Νιού Χέιβεν ήταν το πρώτο βράδυ σε μια μικρότερη πόλη. Η κλίμακα των πραγμάτων άλλαζε. Άρχιζα να βλέπω και την «άλλη» Αμερική.

Photos: credit visualphotos.com

Thursday, August 25, 2011

My American trip (κεφ.25)

My American trip (κεφ.25)
www.thea.gr



My American trip (κεφ. 25)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του "Αμερικάνικη Φούγκα", το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το «ταξίδι ζωής»- και παίρνει και εμάς μαζί του.



6.10. 2008

Ήταν πλέον οι τελευταίες μου μέρες στη Νέα Υόρκη, τουλάχιστον όσον αφορούσαν αυτό το ταξίδι. Σε λίγο θα άρχιζε η περιπέτεια στην υπόλοιπη χώρα, μια περιπέτεια που εντέλει θα με πήγαινε μέχρι τη Δυτική Ακτή. Αποφάσισα λοιπόν να επισκεφτώ ένα μέρος όπου δεν είχα πάει ποτέ και το οποίο επισκέπτεται κάποιος που έρχεται για λίγες μέρες στην μητρόπολη. Τον πλέον «άσημο» και πιο «επαρχιακό» από τους πέντε δήμους που απαρτίζουν την Νέα Υόρκη, το Staten Island, το οποίο μάλιστα φέτος που γράφω αυτές τις γραμμές (2011), γιορτάζει τα 350 χρόνια από το 1661, όταν ιδρύθηκε η πρώτη μόνιμη Ολλανδική αποικία στα Oude Dorp (ολλανδικό όνομα για το «παλιό χωριό»), το σημερινό «the Narrows», κοντά στη South Beach. Η αποικία ιδρύθηκε από οικογενειακές Ολλανδών, Βαλόνων και Ουγενότων και σήμερα η περιοχή, παρακείμενη της Old Town Road, είναι γνωστή ως Old Town.

George Ferry Terminal

Tompkinsville

St. George

Οι πλάκες των θυμάτων της 11/9

Το μνημείο της 11/9

Έφτασα εκεί με το Staten Island Ferry για το οποίο δεν πληρώνεις ούτε σεντ. Κατεβαίνοντας στο πανέμορφο George Ferry Terminal, το πρώτο που με εντυπωσίασε ήταν η εικόνα, η θέα. Έβλεπα μπροστά μου ένα μαγευτικό πλάνο του Αγάλματος της Ελευθερίας, του downtown Manhattan και του New York Harbor. Άρχισα να κάνω βόλτα στην υπέροχη Εσπλανάδα μέχρι στο Μνημείο της 11ης Σεπτεμβρίου το οποίο μοιάζει με ένα ζεύγος από φτερά που αγκαλιάζουν τον ουρανό. Είναι έργο του αρχιτέκτονα Masayuki Sono και κατασκευάστηκε προς τιμήν των θυμάτων της τρομοκρατικής επίθεσης. Στους εσωτερικούς τοίχους του Μνημείου υπάρχουν 274 πλάκες με τα ονόματα, τα γενέθλια και τις θέσεις εργασίας, αλλά και τα «προφίλ» από τις σιλουέτες των θυμάτων.

Staten Island

Η επομένη μου επίσκεψη ήταν στο Staten Island Museum. Το Μουσείο περιέχει τεχνουργήματα και έργα που μιλούν για την ιστορία και τους ανθρώπους αυτής της ενδιαφέρουσας περιοχής της Νέας Υόρκης, όπως και μια μεγάλη έκθεση φυσικής ιστορίας που περιέχει αμφίβια, κοχύλια, πέτρες, αυγά πουλιών και πολλά ακόμα εκθέματα. Εδώ βρίσκει κανείς και «πράσινη» τέχνη από τοπικούς καλλιτέχνες παθιασμένους με το περιβάλλον. Τέλος, υπάρχει και μια εξωτερική συλλογή κλασσικής αιγυπτιακής ελληνικής και ρωμαϊκής τέχνης.

Βγαίνοντας, έκανα μια βόλτα στη περιοχή του St. George η οποία διαθέτει όλα τα στοιχεία μιας νέας, «χοτ» όπως λέγαμε παλιά, καλλιτεχνικής γειτονιάς, με μπαρ όπου βλέπεις τεράστια βαρέλια μπύρας και ρετρό τζουκμπόξ, ένα βιβλιοπωλείο που παίζει και ως χώρος περφόρμανς, μια πολύ ενδιαφέρουσα «σκηνή» γκουρμέ εστιατορίων, για να μη αναφέρουμε και κάποια από τα ωραιότερα πανοράματα της πόλης. Η ιστορική του αρχιτεκτονική αναδίδει μια εσάνς μικρής πόλης που είναι χιπ χωρίς να το προσπαθεί.

Μετακινήθηκα προς τη γειτονιά του Tompkinsville, έναν τόπο ο οποίος θεωρείται από τους connoisseurs του έθνικ ντελικατέσεν ως ένας must-gastronomic προορισμός. Εδώ υπάρχει η μεγαλύτερη κοινότητα Σριλανκανών έξω από την Σρι Λάνκα, η λεγόμενη «Μικρή Σρι Λάνκα». Μιλάμε για έναν συνδυασμό εστιατόρων και μανάβικων που προσφέρουν μια ποικιλία εδεσμάτων που δεν βρίσκεις πουθενά άλλου στην πόλη. Ρύζι με κάρι, «φλογισμένο» κοτόπουλο, γλυκόπικρο κρεμμύδι κι ό,τι άλλο βάλει ο νους ενός εθισμένου στην έθνικ γαστρονομία γευσιγνώστη ή απλά ενός λάτρη της εξωτικής κουζίνας.

Staten Island

Richmond Town

Richmond Town

Staten Island Museum

Το must όμως στο Staten Island είναι το ιστορικό Richmond Town, ένα «ζωντανό μουσείο» έκτασης εκατό και πλέον εκτάριων: μιλάμε για ένα εν λειτουργία ιστορικό χωριό που σου δίνει τη δυνατότητα να νιώσεις την εμπειρία της ζωής την εποχή της αποικιοκρατίας του 18ου αιώνα από πρώτο χέρι. Για όσους θέλουν πραγματικά να βιώσουν την εποχή, η βόλτα στα αναστυλωμένα σπίτια είναι αξέχαστη. Εδώ υπάρχει επίσης κι ένα «γενικό κατάστημα πώλησης αγαθών» και μια κανονική φάρμα σε λειτουργία.

Όσο για τη φήμη της περιοχής δεν έχουμε να πούμε και πολλά. Όσοι αγαπάτε το σινεμά πρέπει θα πρέπει να ξέρετε πως εδώ έχουν γυριστεί σκηνές από τα εξής φιλμ: The Godfather, Working Girl, War of the Worlds, Splendor in the Grass, GoodFellas, Donnie Brasco, Analyze This, Big Daddy, The Astronaut's Wife, Scent of a Woman. A Beautiful Mind. Όσο για τα πιο διάσημα τέκνα του δήμου περιλαμβάνουν την Joan Baez, την Christina Aguilera, τον Rick Schroder και την χιπ χοπ κολεκτίβα Wu-Tang Clan.
Πίσω στο Ίστ Βίλατζ, για ξεκούραση και προετοιμασία.

Photos: credit visualphotos.com

Wednesday, August 24, 2011

Μy American trip (κεφ.24)

Μy American trip (κεφ.24)
www.thea.gr

Central Park

There are only two seasons - winter and Baseball.
Bill Veeck







Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του "Αμερικάνικη Φούγκα", το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το «ταξίδι ζωής»- και παίρνει και εμάς μαζί του.




5.10. 2008


Εκείνη τη μέρα έπαιζαν οι Νιου Γιορκ Γιάνκις και όλη η πόλη ήταν καθηλωμένη στην τηλεόραση. Τι είναι οι Γιάνκις; Είναι η ομάδα μπέιζμπολ του Μπρονξ, ενώ η ομάδα του Κουίνς ονομάζεται Μετς. Το Μανχάταν δεν έχει ομάδα στο άθλημα. Τώρα το μείζον: τι είναι το μπέιζμπολ. Βασικά, είναι ένα παιχνίδι με μια soft μπάλα κι ένα ρόπαλο, που παίζεται με δυο ομάδες, κάθε μια από τις όποιες έχει εννέα παίκτες… Στην ουσία θέλει πέντε άρθρα για να σας το εξηγήσω (εάν και όποτε το καταλάβω κι εγώ) οπότε σας παραπέμπω εδώ.

Η Αμερική είναι η χώρα του αθλητισμού. Η χώρα όπου ο δεύτερος, απλά δεν υπάρχει. Η χώρα του απόλυτου ανταγωνισμού. Και τo μπέιζμπολ είναι το απόλυτα αμερικάνικο παιχνίδι. Πολλά έχουν ειπωθεί γι΄ αυτό το παράξενο (για μένα) άθλημα, αλλά ίσως το κορυφαίο (που ενέχει και μια χροιά Βαμβακούλα, τύπου, «να φτιάξουμε μια τριμελή επιτροπή από έξι άτομα) το ‘χει πει ο περίφημος Υogi Bera, ο παλιός θρύλος των Νιου Γιορκ Γιάνκις: «το μπέιζμπολ είναι ένα άθλημα 90% διανοητικό και το υπόλοιπο μισό σωματικό». Λένε πως το άθλημα μοιάζει με το πόκερ- κάνεις δεν θέλει να παραιτηθεί όταν χάνει και κάνεις δεν θέλει να παραιτηθείς όταν προηγείσαι.

Yankee Stadium

Από την άλλη, έχουμε και τη φράση του μεγάλου ποιητή Ρόμπερτ Φροστ: «οι ποιητές είναι σαν τους πίτσερ στο μπέιζμπολ. Και οι δύο έχουν τις στιγμές τους. Τα ενδιάμεσα είναι η δύσκολη περίοδος». BTW, πίτσερ είναι εκείνος που ρίχνει την μπάλα στον μπάτερ με σκοπό να τον βγάλει από το παιχνίδι (μέχρι εκεί! Τα υπόλοιπα στο λινκ πιο πάνω).

Τη βραδιά που έφαγα στους Όστερ άκουσα έναν πολύ ενδιαφέροντα παραλληλισμό, πως μια και η Αμερική δεν έχει παλιούς Γοτθικούς καθεδρικούς ναούς, τα παλιά γήπεδα, τα πάρκα του μπέιζμπολ, είναι οι ναοί τους. Οι Αμερικανοί είναι πολύ περήφανοι για το εθνικό τους άθλημα και συγκρίνοντάς το με τα των υπολοίπων χωρών το βρίσκουν μακράν καλύτερο. Π.χ. λένε για το κρίκετ ότι είναι «μπέιζμπολ με βάλιουμ».

Όπως όλα τα αθλήματα στις ΗΠΑ έτσι και το μπέιζμπολ είναι μια μεταφορά. Ένα παιχνίδι μπέιζμπολ, λένε, είναι όπως ένας πόλεμος «δεν τελειώνει αν δεν τελειώσει». Οι πόλεμοι δεν τρέχουν με χρονοδιαγράμματα όπως το 90λεπτο του ποδόσφαιρου. Ο Τζιμ Τζάρμους, λάτρης του συγκεκριμένου σπορ, το βλέπει υπό μια άλλη οπτική, αφού το θεωρεί ως το πιο Ζεν παιχνίδι που υπάρχει. Βέβαια, ο Τζιμ Τζάρμους είναι αυτός που γύρισε μια ταινία με τίτλο «Ghost dog», όπου ο ήρωας είναι ένας εκτελεστής της μαφίας που ζει με τον κώδικα των σαμουράι.

Είπαμε πως το παιχνίδι μοιάζει με πόλεμο, υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη. Ο William Deresiewicz, που έχει ασχοληθεί επισταμένα με την «μεταφορά» στα αμερικανικά σπορ, υποστηρίζει ότι αντιπροσωπεύει έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο: τη φάρμα. Δεν είναι μόνο το βραδύ τέμπο, είναι και η ατέλειωτη αίσθηση χώρου και χρόνου. Το μπέιζμπολ δεν έχει όρια. Ένα παιχνίδι θα μπορούσε θεωρητικά να συνεχίζεται επ’ άπειρον. Το «διαμάντι του μπέιζμπολ» (τα όρια του γηπέδου) δεν έχει συγκριμένη έκταση. Οι δε παίκτες του ονομάζονται και «παιδιά του καλοκαιριού». Το μπέιζμπολ λοιπόν, παραπέμπει σε καλοκαίρι και παιδική ηλικία. Δυο πράγματα που μοιάζουν να μην τελειώνουν ποτέ.

Ο Deresiewicz υποστηρίζει πως εκείνο άθλημα που μοιάζει περισσότερο με πόλεμο είναι το Αμερικανικό ποδόσφαιρο. «Βαδίζεις» στο πεδίο της μάχης προσπαθώντας να κατακτήσεις την περιοχή του αντιπάλου. Το αμερικανικό ποδόσφαιρο είναι όντως μια σύρραξη ανάμεσα σε δυο συγκροτημένους, απόλυτα ιεραρχικούς οργανισμούς. Ο καθένας εκτελεί μια συγκεκριμένη λειτουργία. «Τα συστήματα», όπως τα ονομάζουν, είναι εκείνα που διαγωνίζονται. Τουλάχιστον για μένα, αυτό το κατά τα άλλα επίσης βαρετό άθλημα, είναι πιο κατανοητό. Πώς να μη θυμηθώ ξανά μια παράγραφο από τη «Αμερικάνικη Φούγκα»:

Οπαδοί των Yankees φτάνουν στο στάδιο

Ύστερα η κουβέντα γύρισε παραδόξως στο Αμερικάνικο ποδόσφαιρο κι ο Μελ κατέθεσε τη θεωρία του που βασιζόταν στο ότι το συγκεκριμένο άθλημα είναι η αντανάκλαση του Αμερικανικού τρόπου ζωής. ‘Πριν από τον εμφύλιο το παιχνίδι παιζόταν μόνο στο έδαφος. Μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο έγινε η πρώτη μπροστινή πάσα. Αυτή ήταν μια μεγάλη συμβολική στιγμή για την Αμερική. Για την ηθική της υπόσταση’. Εκεί δεν άντεξε. ‘Από τότε άρχισε να επιτίθεται στους άλλους λαούς’ είπε και οι δυο άντρες τον κοίταξαν ταυτόχρονα. ‘Μπα, προϋπήρξε ο πόλεμος του Μεξικό τον 19ο αιώνα’ είπε ο άντρας με τη γενειάδα. ‘Όλα αρχίζουν με το σύνδρομο της σταυροφορίας. Εναντίον των μαγισσών του Σάλεμ, εναντίον των ξένων, εναντίον των κομμουνιστών και τώρα εναντίον των Μουσουλμάνων’ είπε ο Μελ. ‘Εναντίον του Άλλου’ πρόσθεσε εκείνος. ‘Εναντίον του Άλλου’ επανέλαβε σαν ηχώ ο άντρας με τη γενειάδα. ‘Δεν μπορούμε να υπάρξουμε χωρίς εχθρό. Τον δημιουργούμε, τον ερωτευόμαστε και τον ενσωματώνουμε στην κουλτούρα μας. Όπως ο Άχαμπ, στον Μόμπι Ντικ’.

Για την ιστορία, εκείνη τη μέρα οι Γιάνκις κέρδισαν. Για την ιστορία, όσο κι αν έχω διαβάσει δεν έχω καταλάβει ακόμα πώς ακριβώς παίζεται το μπέιζμπολ και γιατί μπορεί κάποιος Ευρωπαίος να κάτσει παραπάνω από δέκα λεπτά στην τηλεόραση να βλέπει τις ίδιες κινήσεις.
Αλλά εγώ είμαι βαθιά εθισμένος στο ποδόσφαιρο (το soccer, όπως ονομάζεται στην Αμερική). Το οποίο soccer κατά William Deresiewicz είναι μεταφορά του Καθολικισμού. Λίγο τραβηγμένος συλλογισμός (ειδικά εάν επιχειρήσεις να τον εξηγήσεις σε κάποιον σαν τον Αχιλλέα Μπέο) άλλα άμα σκεφτείς ότι ο ποδοσφαιριστής απαγορεύεται να χρησιμοποιήσει τα χέρια του (αυτά τα εργαλεία της αμαρτίας), ότι η «ανακούφιση» (το γκολ) είναι σπάνιο, και ότι όταν επέρχεται δημιουργεί διονυσιασμούς στο τερέν και στις κερκίδες, σε κάνει να σκέφτεσαι….

Photos: credit visualphotos.com

Tuesday, August 23, 2011

Μy American trip (κεφ 23)

Μy American trip (κεφ 23)
www.thea.gr



Photo: credit visualphotos.com

Πάντα είναι λίγο παράξενο να συναντάς ανθρώπους για τους οποίους ξέρεις πολλά από πριν. Πόσο μάλλον συγγραφείς, το έργο των οποίων έχει μιλήσει μέσα σου. Ένας από τους αγαπημένους μου πεζογράφους υπήρξε ανέκαθεν ο Πολ Όστερ.




Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το «ταξίδι ζωής»- και παίρνει και εμάς μαζί του.


4.10. 2008

Αυτή τη φορά θα κάνουμε δυο flash back μέχρι να καταλήξουμε στη μέρα που μας ενδιαφέρει. Την άνοιξη του 2003, σε ένα Φεστιβάλ Λογοτεχνίας στο Μόντρεαλ γνώρισα τη γυναίκα του, την πολύ καλή επίσης συγγραφέα Σίρι Χούστβεντ. Από τότε είχα ανοιχτή πρόσκληση στο σπίτι των Όστερ στο Μπρούκλιν. Έτσι, όταν τέλη 2004, στο πρώτο μου ταξίδι στις Η.Π.Α., βρέθηκα στη Νέα Υόρκη, κανονίσαμε να βρεθούμε. Πριν τον συναντήσω ένιωθα μια γλυκιά αδημονία, έναν εφηβικό ενθουσιασμό μαζί και με μια μικρή αγωνία για τον άνθρωπο πίσω από τις λέξεις. Εκείνον που έχει πει κάτι που μου τριβέλιζε το νου από τότε που το πρωτάκουσα πιτσιρικάς: πως όλοι μας κατασκευάζουμε μια αφήγηση για τον εαυτό μας, ένα νήμα που ακολουθούμε μέρα τη μέρα. Οι άνθρωποι που αποσυντίθενται είναι εκείνοι που χάνουν το νήμα.

Ένα μικρό επεισόδιο της προσωπικής μου αφήγησης άρχιζε όταν χτυπούσα την πόρτα εκείνου του παλιού ψηλού πέτρινου σπιτιού στην Σέκοντ Στριτ. Μου άνοιξε ο ίδιος, η Σίρι ήταν στην κουζίνα. Ντυμένος στα μαύρα, ψηλός, ευγενής, όμορφος. Με υγρά μάτια – κάτι σαν τον Ομάρ Σαρίφ στις δόξες του, χωρίς το μουστάκι.

Βιβλία του Πολ Όστερ

«Πάμε πάνω, έχει έρθει κι ένας φίλος για να δούμε μετά παρέα το ντιμπέιτ Μπους - Κέρι» μου ’πε. Προχωρήσαμε στην τραπεζαρία, το σπίτι ήταν απλό, τακτικό και καλαίσθητο – πατώματα βελανιδιάς και γήινα χρώματα - και μου σύστησε τον καλεσμένο του, ο οποίος δεν ήταν άλλος από τον… Σάλμαν Ρουσντί. Ήταν μια βραδιά γεμάτη ανέκδοτα, λογοτεχνία, πολιτική και… μπέιζ μπολ. Από τη βραδιά εκείνη θυμάμαι όμως και κάτι ελαφρώς... μακάβριο. Οι τρεις άνθρωποι για τους οποίους κυρίως συζητήσαμε κατά τη διάρκεια του γεύματος, ο Κρίστοφερ Ριβ, ο Ζακ Ντεριντά και η Σούζαν Σόνταγκ, πέθαναν κάποιους μήνες αργότερα…

Οι συμπτώσεις όμως ήταν κι η εκκίνηση της μεγάλης κουβέντας που κάναμε στη δεύτερη συνάντησή μας, αυτή τη φορά οι δυο μας. Κύριο θέμα ήταν μια ίσως κοινή εμμονή, η αλληλοδιείσδυση ζωής και τέχνης, εκείνα τα μικρά «μαγικά» συμβάντα που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της συγγραφής ενός βιβλίου και επιβεβαιώνονται εκ των υστέρων, και κάποια σχεδόν «μεταφυσικά» γεγονότα που οδηγούν ένα βιβλίο σε αναπάντεχα μονοπάτια. Μια «δύναμη» που προσωπικά ονόμαζα «Ο Άγγελος της Αφήγησης».
Ο Όστερ, ο οποίος έχει γράψει κι ένα μικρό βιβλίο επί του θέματος, με διόρθωσε ευφυέστατα: «δεν είναι συμπτώσεις, είναι η ‘Μηχανική της Ζωής’, έτσι δουλεύει ο κόσμος». Ίσως κάτι αναμενόμενο από ένα συγγραφέα του οποίου τα βιβλία είναι έμπλεα από ένα εκ πρώτης όψεως «υπερβατικό» θάμβος. Τυχαίες συναντήσεις, συμπτώσεις, παιχνίδια της μοίρας σε ένα χαοτικό κόσμο που μοιάζει ωστόσο τόσο αληθινός μέσα στην επινόησή του.

Καθίσαμε πέντε σχεδόν ώρες στο σαλόνι του, εκείνος με ένα μπουκάλι κρασί, εγώ με κόκα κόλα λάιτ. Μια υπέροχη συζήτηση που θα θυμάμαι πάντοτε. Είχα μπροστά μου έναν γενναιόδωρο, συναισθηματικό, χαρισματικό άνθρωπο με εξαιρετικό ταλέντο, που δεν «έπαιζε» τίποτα από τον μύθο του. «Μηχανική της ζωής, μην ξεχνάς», μου είπε συντροφεύοντας με στην έξοδο. Βγαίνοντας το κρύο του Μπρούκλιν ήταν τσουχτερό. Δεν μου κανε καμία εντύπωση, η θερμοκρασία της βραδιάς θα με προστάτευε τουλάχιστον ως το Μανχάταν.

Η Σίρι, ο Αλέξης Σταμάτης και ο Πολ Όστερ

Τώρα, τέσσερα χρόνια αργότερα, ξαναβρισκόμουν στο σπίτι του ίδιου άνθρωπου. Δεν είχαν αλλάξει πολλά. Η κόρη του ήταν πια ολόκληρη κοπέλα. O ίδιος είχε κάνει μια ταινία, είχε γράψει δυο εξαιρετικά βιβλία, To The Brooklyn Follies (2005) και το Travels in the Scriptorium (2006) (ειδικά το Scriptorium είναι καταπληκτικό), είχε σκηνοθετήσει το The Inner Life of Martin Frost σε δικό του σενάριο με πρωταγωνιστές τον David Thewlis την Iréne Jacob, τον Michael Imperioli και την κόρη του Σόφι. (Αν θέλετε να το δείτε αρχίστε με το πρώτο μέρος εδώ.)

Η δε Σιρι είχε γράψει επίσης κάτι πολύ ενδιαφέρον και αυτoβιογραφικό: The Sorrows of an American. Και…φυσικά, είχαμε και πάλι εκλογές. Και πως τα φέρνει η μοίρα και πέφτουμε πάλι σε μια πολιτική συζήτηση στην τιβί... Όχι αυτή τη φορά δεν ήταν καλεσμένος ο Ρουσντί και όλοι για τους οποίους συζητήσαμε ζουν και βασιλεύουν! Ο Πολ υποστήριζε φυσικά Ομπάμα ο οποίος κέντησε και πάλι στο γυαλί. Αργά πια, πήρα ένα ταξί γα το Μανχάταν. Αυτή ηταν μια πιο θέρμη βραδιά. Κι ο ταξιτζής άκουγε το «Hot in the city» του Billy Idol.