Monday, August 29, 2011

My American trip (κεφ. 29)

My American trip (κεφ. 29)
www.thea.gr


Photo: courtesy flickr.com

My American trip (κεφ. 29)




Mε αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Αμερικάνικη Φούγκα», το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το ταξίδι ζωής- και παίρνει και εμάς μαζί του.




8.10. 2008

Μια εξαιρετική εκδήλωση στο Brown University στην Πρόβιντενς. Ο χώρος εντυπωσιακός, ένα ψηλοτάβανο δωμάτιο κι εγώ καθισμένος σε μια «επίσημη» πολυθρόνα. Σαν να ‘μασταν σε λογοτεχνικό σαλόνι του 19ου αιώνα. Ο κόσμος είχε ερωτήσεις, φοιτητές, καθηγητές γίναμε μια παρέα και μιλήσαμε για λογοτεχνία. Η συζήτηση είχε ως κύριο άξονα της τη διακειμενικότητα, τον «διαπολιστισμό», το subtext, (το «κάτω κείμενο») και τα στοιχεία που «σπείρει» ο δημιουργός στο έργο του ώστε να δημιουργήσει ηθελημένα συνειρμούς, να ανακαλέσει εικόνες, να «συνομιλήσει» με κείμενα, ταινίες, την ποπ κουλτούρα κλπ.

Οι μελετητές εδώ όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν φοβικά το ζήτημα αλλά το αναδεικνύουν και ως ένα από τα κυρίαρχα εργαλεία ανάλυσης και προσέγγισης της λογοτεχνίας, μια και τα περισσότερα ζητήματα αντιμετωπίζονται συγκριτικά, με ιδιαίτερη προσοχή στο γιατί επιλέγει κανείς να αναφερθεί σε κάτι και το τι επιδιώκει να φωτίσει με αυτή του την αναφορά. Τα πάντα στην Αμερική είναι «σε σχέση με». Όλη τους η Τέχνη, η Επιστήμη, η Κοινωνιολογία είναι μια σκυταλοδρομία αναφορών, η κάθε φράση, εξέλιξη, πλάνο, σελίδα, ταινία εμπεριέχει και σχολιάζει τα προηγούμενα.

Ειδικό ενδιαφέρον είχε η συζήτηση πάνω στην έννοια του «κάτω κειμένου» - του subtext. «Subtext», τυπικά σημαίνει το περιεχόμενο ενός βιβλίου που δεν «ανακοινώνεται» κατηγορηματικά απ’ ευθείας από τους χαρακτήρες (ή από τον αφηγητή) αλλά υποδηλώνεται, υπαινίσσεται, έτσι ώστε ο αναγνώστης να το αντιλαμβάνεται καθώς η αφήγηση εκτυλίσσεται. Το subtext είναι ένα «περιεχόμενο» που κρύβεται κάτω από τον διάλογο. Πίσω από μια φαινομενικά αθώα στιχομυθία μπορεί να υπάρχει σύγκρουση, θυμός, ανταγωνισμός, περηφάνια και χίλιες δυο «απόρρητες» ιδέες και συναισθήματα. Subtext είναι το άδηλο, οι «μη ειπωμένες» σκέψεις και «κρυφά» κίνητρα των χαρακτήρων – εκείνα που πιστεύουν στην πραγματικότητα, όχι όσα λένε.

Ας δούμε ένα παράδειγμα του subtext σε έναν διάλογο. Ας πούμε ότι ο Γιώργος είναι στα χωρίσματα με τη Μαρίνα και βρίσκονται στη μέση ενός φοβερού καβγά, ενώ ξαφνικά κτυπάει το τηλέφωνο. Ακούγοντάς το, η Μαρίνα βρίσκει την ευκαιρία, βροντάει την πόρτα πίσω της και φεύγει. Ο Γιώργος βρίζει προς το τηλέφωνο αλλά εντέλει το σηκώνει. Είναι ο κοινός τους φίλος ο Βασίλης που εντελώς αθώα ρωτάει: «Τι τρέχει;». Χωρίς subtext, ο Γιώργος θα μπορούσε να απαντήσει «είμαι χάλια, οργισμένος και πολύ ενοχλημένος. Είχαμε ένα φοβερό καβγά με την Μαρίνα και έφυγε. Μπορεί να είναι και για πάντα». Με subtext όμως, ο Γιώργος κάνει κάτι πολύ πιο ανθρώπινο και πειστικό. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και απαντά: «τίποτα το ιδιαίτερο».

Πρόβιντενς

Θυμάμαι μια σκηνή στην εκπληκτική ταινία του Γούντι Άλεν «Annie Hall», όπου ο ιδιοφυής σκηνοθέτης χρησιμοποιεί υποτίτλους για να εξηγήσει τις εσωτερικές σκέψεις των χαρακτήρων κατά τη διάρκεια μιας φαινομενικά αθώας συζήτησης. Εδώ το χιούμορ σπάει κώδικες και κόκαλα. Το subtext μπορεί να καθορίζει και μια ολόκληρη ταινία, όπως πχ το American Beauty (1999), το οποίο στη «βιτρίνα» ήταν ένα φιλμ για έναν άντρα που περνά την κρίση της μέσης ηλικίας αλλά το subtext ανέδυε μια πολύ πιο βαθιά ιστορία που είχε ως θέμα την σταδιακή απόκτηση της αυτοεκτίμησης και την αποδοχή της ζωής αλλά και του θάνατου ως ισότιμων, όμορφων και βαθιά αλληλένδετων γεγονότων (βέβαια εδώ ο Βιτγκενστάιν θα διαφωνούσε μια και υποστήριζε ότι «ο θάνατος δεν είναι γεγονός της ζωής», αλλά όπως «καθείς και οι απόψεις του», έτσι «καθείς και τα subtexts του»)
Ήταν από τις εκδηλώσεις που είχαν κάτι το όμορφα τελετουργικό, ενώ ταυτόχρονα το περιεχόμενο ήταν στην κόψη. Πολύ ενδιαφέρον.

ΥΓ1. Ευχαριστώ πολύ την Έλσα Αμανατίδη, τον Ντένις, τον Μαρίνο, τον Κωστή και όλους τους ανθρώπους του Brown.

ΥΓ2. Ένα παράδειγμα subtext. Ένα απόσπασμα που διάβασα εκείνη τη μέρα από την «Αμερικάνικη Φούγκα».

Είχε αρχίσει να διψάει ξανά– το νερό είχε τελειώσει. Λίγο πριν φτάσει στην διασταύρωση είδε στο δεξί μέρος του δρόμου ένα φως. Έκοψε στον παράδρομο και σταμάτησε. Ήταν μια μικρή καντίνα– μια φτωχική κατασκευή που έμοιαζε παράταιρη στη μέση του αυτοκινητόδρομου. Η ταμπέλα έγραφε «Το Πέπλο του Χάνιμπαλ – Τζακ Μπέκλεϊ». Στην πόρτα υπήρχε ένα μπρούτζινο κουδούνι. Χτύπησε. Περίμενε λίγη ώρα μέχρι να του ανοίξει ένας άντρας. Ήταν ένας παχύς πενηντάρης, με εμφανή δυσκολία στο βάδισμα. Αναμαλλιασμένος, σαν μόλις να είχε σηκωθεί από το κρεβάτι, μ’ ένα σβησμένο πούρο να του κρέμεται από το στόμα. Το γαλάζιο του βλέμμα ήταν ελαφρώς αλλήθωρο. […] Ο Μπέκλεϊ πήρε μια καρέκλα και κάθισε δίπλα του.

«Ωραία νύχτα».
«Ωραία νύχτα».
«Χάνιμπαλ πας;»
«Ναι».
«Γιατί;»
«Θέλω να μείνω λίγο καιρό».
«Γιατί εδώ;»
«Άκουσα πως είναι ωραία».
«Από πού είσαι;»
«Από το Έλ Έι».
«Δεν έχεις την προφορά».
«Είμαι Λατίνος».
«Έστα σιουδάδ πουέδε τραγάρτε» (Αυτή η πόλη μπορεί να σε καταπιεί), έκανε ο Μπέκλεϊ κοιτάζοντάς τον εξεταστικά.
«Τι;»
«Δε μιλάς ισπανικά;»
«Όχι».
«Γιατί, δεν σ’ έμαθαν οι γονείς σου;»
«Πέθαναν όταν ήμουν πολύ μικρός».
«Λυπάμαι…»
«Μπορείς να μου συστήσεις ένα ξενοδοχείο στην πόλη;»
Ο Μπέκλεϊ πήγε πίσω από τον πάγκο του και γύρισε με μια κάρτα. Εκείνος τέλειωσε τον καφέ του, πλήρωσε και πριν φύγει, ρώτησε:
«Κάποια Λόρα Τσανς, την ξέρεις;»
Ο τύπος γύρισε απότομα.
«Την ‘κόκκινη’;».
«Ποια ‘κόκκινη’;»
Ο Μπέκλεϊ δεν απάντησε. Πήρε έναν αναπτήρα και άναψε το πούρο. Ύστερα στύλωσε το βλέμμα του στα μάτια ενός ταριχευμένου ελαφιού σαν να το ’βλεπε πρώτη φορά.
«Σ’ αρέσει;»
«Δε μου αρέσουν τα νεκρά ζώα».
Ο Μπέκλεί τράβηξε μια γερή ρουφηξιά και συνέχισε τις ερωτήσεις.
«Σ’ έχει ποτέ τσιμπήσει νεκρή μέλισσα;»
«Όχι. Λοιπόν, τι εννοείς η ‘κόκκινη’;»
«Τσιμπάνε όπως οι ζωντανές».
«Ούτε ζωντανή μ’ έχει τσιμπήσει. Λοιπόν;»
Ο συνομιλητής του τίναξε τη στάχτη από το τσιγάρο του και κοιτάζοντας πάντοτε το ελάφι είπε: «η συμπεριφορά ενός ανθρώπου σε μια κοινή, αδιάφορη κατάσταση, πιστεύεις πως δείχνει τα πάντα για τη ζωή του ανθρώπου αυτού;»
«Ναι».
«Τώρα απάντησες έτσι, επειδή ξέρεις ότι αυτό είναι που θέλω να ακούσω;»
«Όχι, απάντησα επειδή το πιστεύω».
«Τι πιστεύεις;»
«Ότι η συμπεριφορά ενός ανθρώπου σε μια κοινή, αδιάφορη κατάσταση, μπορεί να δείχνει κάποια πράγματα για τη ζωή του ανθρώπου αυτού».
«Δεν είπα ‘μπορεί’».
«Γι’ αυτό και δεν είπα ότι δείχνει τα πάντα, είπα ‘κάποια πράγματα’».
Ο Μπέκλεϊ τον κοίταξε από πάνω ως κάτω.
«Ερες μούι λίστο. Βας α τενέρ προμπλέμας» (Είσαι έξυπνος τύπος. Θα έχεις προβλήματα).
«Νο πρόμπλεμ», είπε εκείνος και χαιρετώντας, άνοιξε την πόρτα.

No comments: