Σεπτέμβριος, 2001. Έντεκα του μηνός μεσημέρι. Bρίσκομαι στη Ρίγα της Λετονίας καλεσμένος σε μία Στρογγυλή Τράπεζα Ευρωπαϊκής Ποίησης. Ταξιδεύω για πρώτη φορά σε χώρα της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ. Η Λετονία είναι ένα χάρμα οφθαλμών, κι η πρωτεύουσα της, ένα καλειδοσκοπικό αμάγαλμα τάσεων. Τα απομεινάρια του σοσιαλιστικού καθεστώτος συνυπάρχουν με τα Μακ Ντόναλντ και τα video games, οι ‘παλιές’, σκαμμένες, σοβιετικόφατσες με τις κοπελίτσες με τα μίνι και τα τατουάζ στους μηρούς, τα γκρίζα ‘σοασιαλιστα’ κτίρια με νέες απαστράπτουσες κατασκευές από γρανίτη. Το fusion της ιστορίας απλώνεται αμείλικτο, σφραγίζοντας την ευρωπαϊκή (τουλάχιστον) ομογενειοποίηση. Η ομάδα των ποιητών καλύπτει ολόκληρη την ευρωπαϊκή επικράτεια, όπως αυτή εκφράζεται στη χαραυγή του 21ου αιώνα: από τις Βαλτικές Δημοκρατίες μέχρι τη Μάλτα, από το Καζακστάν μέχρι την Πορτογαλία, από την Ιρλανδία μέχρι τη Σερβία Μαυροβούνιο.
Πίνω τον καφέ μου στο τελευταίο όροφο του νεόδμητου ξενοδοχείου Χίλτον (έναν ασημένιο κολοσσό ανάμεσα στις σχετικά καλαίσθητες εργατικές πολυκατοικίες του παρελθόντος) παρέα μ’ έναν Ισπανό συνάδελφο. Από κάτω μας, χαλί, το πανόραμα μιας από τις πιο όμορφες, κουκλίστικες πόλεις της Ευρώπης. Δυο ώρες αργότερα έχουμε ανάγνωση των ποιημάτων μας στο Δημαρχείο της Πόλης παρουσία των αρχών και των πνευματικών ανθρώπων της περιοχής. Έχω επιλέξει να διαβάσω ένα ποίημα μου με τίτλο: ‘Το μαύρο στον ύπνο’ που έγραψα όταν γίνονταν οι βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία. Ο Ιγνάθιο μου μιλάει για τον Πάουλ Τσέλαν, που τυγχάνει να ειναι ο αγαπημένος ποιητής και των δυο μας. Εκεί που ο οίστρος του Ισπανού φίλου τον είχε οδηγήσει στο να απαγγέλλει στίχους από τη ‘Φούγκα του θανάτου’, ακούγεται ο χαρακτηριστικός ήχος του κινητού μου. Έχω μήνυμα. Ζητάω συγγνώμη, το ανοίγω. Είναι ένας φίλος από Αθήνα.
«ΕΝΑ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ ΕΠΕΣΕ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΥΡΑΝΟΞΥΣΤΗ ΣΤΗ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ». Το αναφέρω στον Ιγνάθιο, σχολιάζουμε την είδηση, μας φαίνεται περίεργη. ‘‘Τι φοβερό ατύχημα’’, καταλήγουμε και συνεχίζουμε να μιλάμε για τον αδικοχαμένο γερμανορουμάνο ποιητή που αυτοκτόνησε πέφτοντας στα κρύα νερά του Σηκουάνα. Σε λίγη ώρα, ξανά ο ήχος. Κι άλλο μήνυμα από Αθήνα. «ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ ΕΠΕΣΕ ΣΤΟΥΣ ΔΙΔΥΜΟΥΣ ΠΥΡΓΟΥΣ» Κοιτάζω γύρω μου, η τηλεόραση παίζει βίντεο κλιπ της Μπρίτνει Σπιρς, οι θαμώνες πίνουν τους καφέδες τους αμέριμνοι. Ο συγκεκριμένος φίλος μου διαθέτει ένα όντως παράξενο χιούμορ, όποτε αποφασίζω να μην πω πια τίποτα, ερμηνεύοντας τα μηνύματα του ως μια κακόγουστη φάρσα. Όταν όμως φτάνει και το τρίτο «ΚΑΙ ΤΡΙΤΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ ΕΠΕΣΕ -. ΣΤΟ ΠΕΝΤΑΓΩΝΟ ΑΥΤΟ» εκεί πια αρχίζουν και με ζώνουν τα φίδια. Πηγαίνω στο μπαρ και ζητάω από τον υπάλληλο να βάλει CNN, εξηγώντας του το λόγο. Εκείνος μου ρίχνει ένα σχεδόν υποτιμητικό βλέμμα παίρνοντας με προφανώς για τρελό, και συνεχίζει να σερβίρει μία λεπτή ξανθιά ύπαρξη, από εκείνες που παράγει εν αφθονία η πρώην σοσιαλιστική επικράτεια.
Παίρνω το φίλο μου τηλέφωνο στην Αθήνα. Δεν μπορώ να πιάσω. Παίρνω γονείς , γνωστούς. Τίποτα, οι γραμμές μοιάζουν μπλοκαρισμένες. Τελικά βρίσκω έναν ξάδελφο πιτσιρικά: ‘‘Καίγεται η Νέα Υόρκη, βαλε τηλεόραση!’’. Κατεβαίνω σαν τρελός κάτω στο λόμπι. Μαζεύω τους συναδέλφους πάμε όλοι μαζί στη ρεσεψιόν και πείθουμε τον υπάλληλο να βάλει CNN. Σ’ ένα λεπτό όλο το ξενοδοχείο είναι μαζεμένο γύρω μας και βλέπουμε σε βίντεο όσα απίστευτα συνέβησαν εκείνη τη μέρα του Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη. Η συνεχεία: πανικός! Αρχίζουν και διαδίδονται απίστευτα πράγματα που φτάνουν ως τον.. Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο (!), ενώ ταυτόχρονα πλησιάζει η ώρα να πάμε στο Δημαρχείο. Μαζευόμαστε όλοι, καμία τριανταριά άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ευρώπης και συζητάμε τί πρέπει να κάνουμε. Κάποιοι λένε να αναβάλουμε την ανάγνωση, οι περισσότεροι όμως - μεταξύ των οποίων κι εγώ - επιμένουμε ότι πλέον υπάρχει κι ένας προσθετός λόγος να πάμε. Ταυτόχρονα πολλοί αρχίζουν και ανησυχούν για τις πτήσεις τους της επομένης. Ακούγεται πως το αεροδρόμιο της Ρίγα θα μείνει κλειστό. Η πρόξενος της Σουηδίας προσφέρεται να μας φιλοξενήσει σπίτι της! Με τα πολλά αποφασίζουμε, όχι μόνο να πάμε στην εκδήλωση, αλλά να βγάλουμε και ψήφισμα. Το γράφουμε στο πόδι και στο νου μου έρχονται εποχές μεταπολίτευσης.
Φτάνοντας καθυστερημένοι στο Δημαρχείο, μας περιμένει ένα ακόμα σοκ. Η αίθουσα είναι φίσκα από κοστουμαρισμενους Λετονούς, η οποίοι, τουλάχιστον στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν έχουν πάρει χαμπάρι τι έχει συμβεί στην πρώην αντίπαλη υπερδύναμη. Ο πρόεδρος μας τους εξηγεί με δυο λόγια. Στην αίθουσα γίνεται το έλα να δεις. Ακούγονται μέχρι και χειροκρότήματα, προφανώς από κάποιους νοσταλγούς του Ψυχρού Πολέμου. Όταν όμως αρχίζει η ανάγνωση, τα πράγματα αλλάζουν. Οτιδήποτε ποίημα ακούγεται - ερωτικό, ιστορικό, υπαρξιακό - εν μέσω αυτών των εξελίξεων, παίρνει μία άλλη χροιά, αναβαπτίζεται. Λίγο πριν έρθει η ώρα μου να διαβάσω, είμαι πραγματικά συγκινημένος. Μέσα σε μια ώρα έχω ακούσει ποίηση σχεδόν από κάθε χώρα της Ευρώπης, την ίδια στιγμή, που, από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, ο αυτοκράτορας του σύγχρονου κόσμου δέχεται το πρώτο και μοναδικό έως τότε μεγάλο πλήγμα μέσα στο σπίτι του. Σκέφτομαι πως το ποίημα που κρατάω στα χέρια μου το έγραψα ένα βράδυ μετά από έναν φοβερό βομβαρδισμό, όταν οι Αμερικάνοι είχαν ανατινάξει μία γέφυρα την οποία διέσχιζαν λεωφορεία με αμάχους. Δεν είχαν σκοτωθεί τρεισήμισι χιλιάδες άνθρωποι όπως στους Πύργους, αλλά οι εικόνες από τα καμένα παιδάκια ήταν κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ... Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή, εκείνο το μεσημέρι του Σεπτεμβρίου στη Ρίγα της Λετονίας, σ’ αυτή τη συγκεκριμένη συγκυρία, το ίδιο ποίημα, μπορεί να λειτουργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Μόνο που αυτή τη φορά τα θύματα είναι από την άλλη πλευρά...
Έχω λάβει μέρος σε πολλές ποιητικές εκδηλώσεις. Είναι η πρώτη φορά που αισθάνομαι στην πράξη πως η ποίηση δεν είναι μόνο μια ‘στιγμιαία μεταφυσική’ , μια υπόθεση για ολίγους, ένα αποκλειστικά προσωπικό πεδίο έκφρασης... Κάποια στιγμή ακούω από το πάνελ: Alexis Stamatis Greece. Σηκώνομαι, αφιερώνω το ποίημα στην Ευρώπη και στον πολιτισμό της κι αρχίζω να διαβάζω:
Το μαύρο μέσα στον ύπνο
Από τη χούφτα μας γλύφει ο χρόνος την δύναμη του
κι η γλώσσα σιωπά
Σιωπά η γλώσσα - δε βρίσκει λέξεις
Ούτε λέξη - ούτε υπαινιγμό
Κρύβεται το μαύρο μέσα στον ύπνο
στο λήθαργο κρύβεται
νίπτει ο χρόνος τις στιγμές του
κι αποκοιμιέται στη μικρή μας επιθυμία
Κοιμάται ο χρόνος μές τη συνήθεια
στα αχανή παλάτια της μνήμης
όσο η σβούρα καταπίνει το καινουργιομένο αίμα
Το χέρι άνοιξε τυχαία το βιβλίο.
Πάρε, διάβασε :
Τίποτα
η γλώσσα είχε φύγει
κι έμενε το μαύρο
στενό σαν την λήθη
αδίστακτο
10 comments:
oraio tropo vrhkes gia na "giortaseis" thn shmerinh hmera. gi afto exallou legesai poihths! bravo Alexh!
Παπα με τσάκισες πρωινιάτικα!:))
Τέσπα καλημέρα!
Πόσο να ενδυθεί το ανόσιο με λέξεις? Ωραίο κείμενο Αλέξη. Μήπως οι λέξεις είναι πλέον μετοχές, αμέτοχες? Η καινούργια οικονομία αναδύεται. Ας επενδύσουμε σε λέξεις. Χαρτοφυλάκια χαμηλού κινδύνου..
katen efharisto poli
ellinida ti na kanoume..
flinafe thanks, oi lexeis exoun ki aftes tin iperaxia tous..
Ο Τσέλαν δεν ήταν ο αγαπημένος ποιητής της μητέρας του Γιάννη Λουκά; Πριν λίγο τελείωσα το Μπαρ Φλωμπέρ αλλά είχα αρκετά άγνωστα ονόματα και ίσως τον μπερδεύω με κάποιον άλλο :)
Και μια δεύτερη σκέψη: έχω την εντύπωση οτι έχω πέσει σε ενα άτυπο αφιέρωμα στις ειδικότητες των μηχανικών. Ηλεκτρολόγοι και αρχιτέκτονες μπλέκονται αντίστοιχα στα δυο βιβλία που έχω διαβάσει(Οδός Θησέως και Μπαρ Φλωμπέρ). Λέω το επόμενο που θα δοκιμάσω να είναι το Αμερικανικη Φούγκα, τί θα βρώ άραγε εκει; :D
Η ποίηση είναι βάλσαμο για τις πληγές μας, είναι παρηγοριά για τον πόνο μας, είναι ελπίδα στην απελπισία μας. Μόνο που αν δεν υπήρχε ο πόνος, δεν θα υπήρχε ανάγκη για το φάρμακο. Κρίμα που πρέπει αυτά τα δύο να συνδέονται.
Πόσο διαφορετικό νόημα απέκτησε, όμως, το ποίημά σου μετά από αυτήν την τεράστια καταστροφή...
Πολύ πολύ ομορφο και τρυφερό. Ασχολείσαι με την ποιηση σε ερασιτεχνικό επίπεδο;
Θα σε περάσω στα λινκ μου
ευχαριστώ
agapiti ritsa, eho bgalei 6 piitikes silloges. tha su steilo.
Ανέκαθεν η ποίηση ήταν πράξη αντιστασιακή και ηρωική. Και το ανάποδο: η αντίσταση και ο ηρωισμός εμπεριέχουν ποίηση. Όχι κατ' ανάγκη απέναντι σε φυσικό εχθρό...
Είμαι σίγουρος πως θα ένιωσες την υπόγεια σύνδεση τη μαγική εκείνη στιγμή που απάγγειλες.
Για τους ποιητές και αυτό το απόσπασμα:
"...Kαι ο δρόμος εξακολουθεί, σκληρός, σκληρότερος παρά ποτέ, σκυρόστρωτος ή με άσφαλτο ντυμένος, και μαλακώνει μόνο, όποια και αν είναι η χώρα, όποιο και αν είναι το τοπίον, κάτω από σέλας αγλαόν αθανασίας, μόνον στα βήματα των ποιητών εκείνων, που οι ψυχές των ένα με τα κορμιά των είναι, των ποιητών εκείνων των ακραιφνών και των αχράντων, καθώς και των αδελφών αυτών Aγίων Πάντων." Ανδρέας Εμπειρίκος
Post a Comment