
Ο ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΙΛΑ ΚΟΜΠΡΕ
Το βιβλίο αυτό άρχισε κάπως περίεργα. Από μια εμμονή… για κάτι άλλο. Η εμμονή μου είχε να κανει με το θέμα της εκδίκησης. Όχι δεν είμαι ούτε εκδικητικός τύπος, ούτε κάποιος μου χει κάνει τόσο κακό ώστε να θέλω να ανταποδώσω. Ανεξήγητα, όπως αναδύονται κάποια θέματα στη λογοτεχνία, η ιδέα αυτή με κατέκλυσε. Μέσα από την ανάγκη μου λοιπόν να γράψω κάτι για την εκδίκηση, ξαναδιαβάζοντας το εμβληματικό κείμενο επί του θέματος, τον “Άμλετ” στην συγκλονιστική μετάφραση – απόδοση του Γιώργου Χειμωνά, έπεσα πανω στη φραση «Τίποτα από μενα δε φαίνεται». Τρομερή φραση, περισσότερο κατασκευασμένη από τον Γ.Χ. παρά από τον Σαίξπηρ. Από τότε άρχισε να συμβαίνει κάτι παράξενο. Το θέμα της εκδίκησης σταδιακά να σβήνει και μέσα από τη φράση να αναδύεται ένας χαρακτήρας. Ο χαρακτήρας αυτός εξελίχθηκε και ανέλαβε το βιβλίο: λέγεται Θάνος και είναι ο ήρωας της Βίλας Κομπρε. Το κοινό που εχει με τον Άμλετ; Ο Θάνος, είναι ένας άνθρωπος που όπως ο Άμλετ κάνει delay στην εκδίκηση, αυτός κανει delay στη ζωή.
Όμως εχει σοβαρές αιτίες για αυτό. Ο Θάνος είναι ο γιος του Πολύβιου, του νεκροθάφτη ενός χωριού, ενός αγαθού ανθρώπου με ένα ιδιότυπο «χόμπι». Να απαθανατίζει τους νεκρούς, αφού πρώτα τους έχει περιποιηθεί για την κατάκλιση, φωτογραφίζοντας τους με μια παλιά Πολαροιντ. Το ότι ο Θάνος είναι γιος νεκροθάφτη, ίσως, δεν είμαι σίγουρος, να οφείλεται και πάλι στον «Άμλετ», μέσα από την περίφημη σκηνή του νεκροταφείου με το κρανίο του Γιόρικ.
Ο Θάνος λοιπόν, έχοντας ζήσει καθημερινά με το θάνατο λόγω της ιδιότητας του πατέρα του - ο οποίος μάλιστα προσπαθούσε να τον μυήσει στο επάγγελμα-, κάποια στιγμή, στα δεκαεπτά του, δεν αντέχει και φεύγει για την Αθήνα με σκοπό να πραγματοποιήσει το όνειρο του. Να ζήσει αληθινά, να δημιουργήσει, να γινει «κάτι». Στην «χοάνη» όμως την παγκοσμιοποιημένης πρωτεύουσας, ασυμβίβαστος όπως είναι, σπάει τα μούτρα του. Οι ρυθμοί της πόλης, η αποξένωση, το κάλπικο των πάσης φύσεως συναλλαγών τον απομονώνουν, αρχίζει να ζει σχεδόν λαθραία, περίπου κρυμμένος... Χωρίς σταθερή δουλειά, χαμένος σε εφήμερες σχέσεις του ενός μηνός, μένει σε ένα άθλιο υπόγειο στη Χαριλάου Τρικούπη με μόνο φίλο ένα γείτονα του Ρουμάνο. Ουσιαστικά «τίποτα από εκείνον δεν φαίνεται»…
Αυτό όμως είναι απλά το backround. Η ιστορία λοιπόν αρχίζει τη στιγμή που ο Θάνος μαθαίνει ότι ο πατέρας του εχει πεθάνει. Αυτό σημαινει ότι πρέπει ύστερα από 11 χρόνια να ξαναπάει στο χωριό του για την κηδεία. Πράγμα που κανει, με όλες τις ζοφερές αναμνήσεις να τον κατακλύζουν. Όμως ταυτόχρονα δεν μπορεί να πενθήσει. Νιώθει τόσο αποξενωμένος από τον πατέρα του και από τον τόπο καταγωγής του, τόσο «έξω από το παρελθόν του», που ακόμα και η απώλεια αυτή δεν είναι ικανή να κινητοποιήσει κάτι μέσα του.
Και τότε συμβαίνει το απροσδόκητο. Εκεί, ανάμεσα στις Πολαρόιντ που είχε βγάλει ο πατέρας του, ανακαλύπτει μια που εικονίζει κάτι πάρα πολύ παράξενο σχεδόν τρομακτικό, που μοιάζει με ανορθογραφία στην φαινομενικά τακτοποιημένη και προβλέψιμη ζωή του Πολυβίου. Μήπως τελικά ο πατέρας του ήταν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος; Ποια ήταν η αληθινή «κληρονομιά» που περνάει στο γιο του; Ποια είναι αληθινή ιστορία του πατέρα; Το σκηνικό εχει στηθεί για τον Θάνο μια αγρία κατάδυση μεσα του αλλα και σε νέους παράξενου κόσμους….
Τι σημαινει όμως ο τίτλος; Η «Βίλα Κομπρε» είναι ουσιαστικά το κέντρο του βιβλίου. Στην προσπάθεια του να εξιχνιάσει το αίνιγμα της Πολαρόιντ, ο Θάνος ακολουθώντας τα ίχνη που εχει, εισδύει στον μικρόκοσμο ενός μισοδιαλυμενου αρχοντικού στα Μελίσσια το οποίο κατοικούν η Άλμα, μια παράξενη εκκεντρική ηλικιωμένη και η Εσθαλία, μια όμορφη εικοσάχρονη.
Η Βίλα Κομπρέ κρύβει μερικά φοβερά μυστικά που ανάγονται σε μια γενιά πριν. Στην προσπάθεια του να καταλάβει τι συνέβη τελικά με το πατέρα του, ο Θάνος, ερευνώντας για τον άλλον ουσιαστικά ερευνά τον εαυτό του. Η αναζήτηση αυτή θα τον οδηγήσει σε έναν ακόμα αναπάντεχο προορισμό όπου τελικά θα παιχτεί όλο το παιχνίδι…
.
Ωστόσο με το βιβλίο αυτό αισθάνομαι ότι ουσιαστικά κλείνει ένας κύκλος. Μια «τετραλογία» που άρχισε με το «Μπαρ Φλωμπέρ» και φτάνει ως εδώ. Μπορώ να πω ότι είναι μια σειρά βιβλίων οπού ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί να ανιχνεύσει ένα κοινό ζητούμενο, εκείνο της αναζήτησης του εαυτού στον κεντρικό ηρωα. Όπως θα διαπιστώσουν και οι αναγνώστες της Βίλας Κομπρε, αυτός ο κύκλος φτάνει σε ένα τέλος. Το επόμενο βιβλίο μου που γράφω τώρα είναι εντελώς διαφορετικό. Ένα ρίσκο. Αλλά πάντα θα θυμάμαι τη «Βίλα Κομπρέ» γιατί η συγγραφή αυτού ακριβώς του βιβλίου με οδήγησε εκεί…