Friday, April 25, 2008

Βίλα Κομπρέ


Ο ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΒΙΛΑ ΚΟΜΠΡΕ

Το βιβλίο αυτό άρχισε κάπως περίεργα. Από μια εμμονή… για κάτι άλλο. Η εμμονή μου είχε να κανει με το θέμα της εκδίκησης. Όχι δεν είμαι ούτε εκδικητικός τύπος, ούτε κάποιος μου χει κάνει τόσο κακό ώστε να θέλω να ανταποδώσω. Ανεξήγητα, όπως αναδύονται κάποια θέματα στη λογοτεχνία, η ιδέα αυτή με κατέκλυσε. Μέσα από την ανάγκη μου λοιπόν να γράψω κάτι για την εκδίκηση, ξαναδιαβάζοντας το εμβληματικό κείμενο επί του θέματος, τον “Άμλετ” στην συγκλονιστική μετάφραση – απόδοση του Γιώργου Χειμωνά, έπεσα πανω στη φραση «Τίποτα από μενα δε φαίνεται». Τρομερή φραση, περισσότερο κατασκευασμένη από τον Γ.Χ. παρά από τον Σαίξπηρ. Από τότε άρχισε να συμβαίνει κάτι παράξενο. Το θέμα της εκδίκησης σταδιακά να σβήνει και μέσα από τη φράση να αναδύεται ένας χαρακτήρας. Ο χαρακτήρας αυτός εξελίχθηκε και ανέλαβε το βιβλίο: λέγεται Θάνος και είναι ο ήρωας της Βίλας Κομπρε. Το κοινό που εχει με τον Άμλετ; Ο Θάνος, είναι ένας άνθρωπος που όπως ο Άμλετ κάνει delay στην εκδίκηση, αυτός κανει delay στη ζωή.
Όμως εχει σοβαρές αιτίες για αυτό. Ο Θάνος είναι ο γιος του Πολύβιου, του νεκροθάφτη ενός χωριού, ενός αγαθού ανθρώπου με ένα ιδιότυπο «χόμπι». Να απαθανατίζει τους νεκρούς, αφού πρώτα τους έχει περιποιηθεί για την κατάκλιση, φωτογραφίζοντας τους με μια παλιά Πολαροιντ. Το ότι ο Θάνος είναι γιος νεκροθάφτη, ίσως, δεν είμαι σίγουρος, να οφείλεται και πάλι στον «Άμλετ», μέσα από την περίφημη σκηνή του νεκροταφείου με το κρανίο του Γιόρικ.
Ο Θάνος λοιπόν, έχοντας ζήσει καθημερινά με το θάνατο λόγω της ιδιότητας του πατέρα του - ο οποίος μάλιστα προσπαθούσε να τον μυήσει στο επάγγελμα-, κάποια στιγμή, στα δεκαεπτά του, δεν αντέχει και φεύγει για την Αθήνα με σκοπό να πραγματοποιήσει το όνειρο του. Να ζήσει αληθινά, να δημιουργήσει, να γινει «κάτι». Στην «χοάνη» όμως την παγκοσμιοποιημένης πρωτεύουσας, ασυμβίβαστος όπως είναι, σπάει τα μούτρα του. Οι ρυθμοί της πόλης, η αποξένωση, το κάλπικο των πάσης φύσεως συναλλαγών τον απομονώνουν, αρχίζει να ζει σχεδόν λαθραία, περίπου κρυμμένος... Χωρίς σταθερή δουλειά, χαμένος σε εφήμερες σχέσεις του ενός μηνός, μένει σε ένα άθλιο υπόγειο στη Χαριλάου Τρικούπη με μόνο φίλο ένα γείτονα του Ρουμάνο. Ουσιαστικά «τίποτα από εκείνον δεν φαίνεται»…
Αυτό όμως είναι απλά το backround. Η ιστορία λοιπόν αρχίζει τη στιγμή που ο Θάνος μαθαίνει ότι ο πατέρας του εχει πεθάνει. Αυτό σημαινει ότι πρέπει ύστερα από 11 χρόνια να ξαναπάει στο χωριό του για την κηδεία. Πράγμα που κανει, με όλες τις ζοφερές αναμνήσεις να τον κατακλύζουν. Όμως ταυτόχρονα δεν μπορεί να πενθήσει. Νιώθει τόσο αποξενωμένος από τον πατέρα του και από τον τόπο καταγωγής του, τόσο «έξω από το παρελθόν του», που ακόμα και η απώλεια αυτή δεν είναι ικανή να κινητοποιήσει κάτι μέσα του.
Και τότε συμβαίνει το απροσδόκητο. Εκεί, ανάμεσα στις Πολαρόιντ που είχε βγάλει ο πατέρας του, ανακαλύπτει μια που εικονίζει κάτι πάρα πολύ παράξενο σχεδόν τρομακτικό, που μοιάζει με ανορθογραφία στην φαινομενικά τακτοποιημένη και προβλέψιμη ζωή του Πολυβίου. Μήπως τελικά ο πατέρας του ήταν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος; Ποια ήταν η αληθινή «κληρονομιά» που περνάει στο γιο του; Ποια είναι αληθινή ιστορία του πατέρα; Το σκηνικό εχει στηθεί για τον Θάνο μια αγρία κατάδυση μεσα του αλλα και σε νέους παράξενου κόσμους….
Τι σημαινει όμως ο τίτλος; Η «Βίλα Κομπρε» είναι ουσιαστικά το κέντρο του βιβλίου. Στην προσπάθεια του να εξιχνιάσει το αίνιγμα της Πολαρόιντ, ο Θάνος ακολουθώντας τα ίχνη που εχει, εισδύει στον μικρόκοσμο ενός μισοδιαλυμενου αρχοντικού στα Μελίσσια το οποίο κατοικούν η Άλμα, μια παράξενη εκκεντρική ηλικιωμένη και η Εσθαλία, μια όμορφη εικοσάχρονη.
Η Βίλα Κομπρέ κρύβει μερικά φοβερά μυστικά που ανάγονται σε μια γενιά πριν. Στην προσπάθεια του να καταλάβει τι συνέβη τελικά με το πατέρα του, ο Θάνος, ερευνώντας για τον άλλον ουσιαστικά ερευνά τον εαυτό του. Η αναζήτηση αυτή θα τον οδηγήσει σε έναν ακόμα αναπάντεχο προορισμό όπου τελικά θα παιχτεί όλο το παιχνίδι…
.
Ωστόσο με το βιβλίο αυτό αισθάνομαι ότι ουσιαστικά κλείνει ένας κύκλος. Μια «τετραλογία» που άρχισε με το «Μπαρ Φλωμπέρ» και φτάνει ως εδώ. Μπορώ να πω ότι είναι μια σειρά βιβλίων οπού ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί να ανιχνεύσει ένα κοινό ζητούμενο, εκείνο της αναζήτησης του εαυτού στον κεντρικό ηρωα. Όπως θα διαπιστώσουν και οι αναγνώστες της Βίλας Κομπρε, αυτός ο κύκλος φτάνει σε ένα τέλος. Το επόμενο βιβλίο μου που γράφω τώρα είναι εντελώς διαφορετικό. Ένα ρίσκο. Αλλά πάντα θα θυμάμαι τη «Βίλα Κομπρέ» γιατί η συγγραφή αυτού ακριβώς του βιβλίου με οδήγησε εκεί…

8 comments:

Eva Stamou said...

Αλέξη, μού άρεσε πολύ η αναφορά στον Shakespeare κι ο τρόπος που συνδέεις τον Άμλετ με την πηγή της έμπνευσής σου. Αν θυμάμαι σωστά στο συγκεκριμένο έργο ο Shakespeare φέρνει στο προσκήνιο το θέμα της κρυμμένης ουσίας του εαυτού, της αίσθησης ότι η προσωπική εμπειρία είναι κάτι στο οποίο οι άλλοι δεν έχουν πρόσβαση και που υποχρεωτικά παρατηρούν από απόσταση - όπως τόσο εύστοχα αναφέρεται στο απόσπασμα που σε ενέπνευσε: «Τίποτα από μένα δε φαίνεται.»

ΠΑΡΑ.Λ.Ι.Α said...

Καλότάξιδο!

yb said...

Αγαπητέ Αλέξη,
Μόλις τελείωσα το «Βίλα Κομπρέ» και κάθομαι να σου γράψω κατευθείαν χωρίς τη μεσολάβηση χρόνου επεξεργασίας και κατασταλάγματος, αισθάνομαι οτι δεν χρειάζεται.

Δεν είναι απλώς ένα βιβλίο που άρεσε σ’ εμένα πολύ, είμαι σίγουρη οτι είναι ένα βιβλίο για το οποίο δεν έχουν σημασία τα όποια προσωπικά, ιδιαίτερα και δικά μου κριτήρια, πιστεύω οτι είναι ένα σπουδαίο βιβλίο, έτσι καθαρά και ξάστερα.

Με ρούφηξε πραγματικά. Με άρπαξε και βυθίστηκα μέσα στην υπέροχα μυστηριώδη, παράξενη και εξωτική ατμόσφαιρά του απο την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα. Κάθε παράγραφος, κάθε σελίδα κέντημα, λεπτοδουλειά. Ενας κόσμος ολοζώντανος, αληθινός που αποκαλύπτεται λίγο-λίγο. Και όταν λέω ολοζώντανος εννοώ και με τα όλα του: τους ήχους, τις φωνές, τον ήλιο, το σκοτάδι, τα χρώματα, τα βλέμματα, τις σκιές, τις μυρωδιές, την υγρασία, τη ζέστη, τον ιδρώτα....

Το ενδιαφέρον ξυπνάει απο την αρχή και κεντρίζεται συνεχώς, η πλοκή είναι ιδιαίτερα σφιχτή, ο ρυθμός του λόγου έντονος, οι χαρακτήρες γερά δομημένοι, οι διάλογοι απολύτως φυσικοί, το χιούμορ, τόσο λεπτό και κάποτε μόνο υπαινικτικό. Οι αναφορές στη σημερινή Αθήνα με τόπους, ανθρώπους, περιστατικά, καθημερινές σκηνές στους δρόμους της του δίνουν φρεσκάδα και στίγμα αλλά εκεί που η ένταση ανεβαίνει κατακόρυφα είναι στο κομμάτι της Αφρικής. Είναι απλώς μαγικό. Αισθάνομαι σαν να ήμουν κι εγώ εκεί!

Και όλα, όσο μικρά στοιχεία ή περιστατικά και να είναι, παίζουν και κάπου αλλού, δένουν παρακάτω. Δεν περισσεύει τίποτε, εξαιρετική δεξιοτεχνία.

Σε προηγούμενα βιβλία σου υπήρξαν φορές που είχα χαθεί μες την λεπτομέρεια των περιγραφών. Τώρα είναι πολύ αλλιώς. Τα πάντα και οι πάντες παίρνουν μονοκοντυλιά μορφή και εικόνα.

Οσο για τον ψυχολογικό κόσμο των ηρώων, εκεί κι αν η δουλειά είναι περίφημη. Καμιά ασυνέπεια, το κάθε βήμα, η κάθε κίνηση υποστηρίζεται από αυτό που είναι ο καθένας, απο τον χαρακτήρα του όπως τον σκιαγραφείς. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του Θάνου που αρχικά υπάρχει συσκότιση και «τίποτε απο εκείνον δεν φαίνεται» και φαινομενικά δεν είναι αναμενόμενη τόση δύναμη και αποφασιστικότητα από κάποιον που ως τότε έχει δείξει τα αντίθετα σημάδια όντας σχεδόν θεατής της ζωής του.

Τα αγαπημένα μου κομμάτια είναι εκείνα που με συχνά παράδοξο τρόπο αποτυπώνεις τα αισθήματα ή την συναίσθηση του Θάνου για το τι του συμβαίνει.

Για όλα τα παραπάνω βέβαια μεγάλο μέρος των συγχαρητηρίων πάνε στο εργαλείο σου, στη γλώσσα που χρησιμοποιείς. Σημερινή, φρέσκια, ρέουσα και παλλόμενη, τόσο πλούσια και τόσο ακριβής, ακουμπάει συχνά σε λογιότερες μορφές ή λέξεις του παρελθόντος καθώς βέβαια και σε μη ελληνικές (κάπου κάπου βέβαια και σε τεχνικούς όρους ιδιαίτερα οικείους σε μας του... Πολυτεχνείου).

Πιθανόν να ήθελες ή να χρειαζόσουν να ακούσεις και κάτι αρνητικό, αλλά πραγματικά δεν έχω, τα ελάχιστα τυπογραφικά λαθάκια υπάρχουν σε όλες τις εκδόσεις και είναι βέβαια άνευ σημασίας.

Εχω άγνοια των μηχανισμών του χώρου του βιβλίου, αλλά αισθάνομαι σίγουρη οτι θα βρει γρήγορα τον δρόμο της μετάφρασης και του εξωτερικού, γιατί είναι απλά και καθαρά ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα και σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, μπορεί;

Τι να πω! Εύγε νεαρέ, που θα’λεγε και ο πατέρας μου. Σ΄ ευχαριστώ πολύ, να είσαι καλά και πάντοτε να έχεις όπως τώρα πολλές ιδέες και πολύ χρόνο (αυτό το τελευταίο ομολογώ με πόνεσε όταν το άκουσα και σε ζηλεύω...).

Πάλι πλατείασα και δεν τα καταφέρνω με τα λόγια, πάντως η κεντρική ιδέα βγαίνει νομίζω,

Με την καληνύχτα μου,
γιωλίτα

ΥΓ Η μόνη παρηγοριά τώρα που το τελείωσα, εκτός του οτι μπορώ να το ξαναδιαβάσω απολαμβάνοντάς την κάθε λέξη μια και το «τι θα γίνει παρακάτω» έχει εκλείψει, είναι οτι έχεις ήδη μπει στο επόμενο βιβλίο σου.

evi said...

Αλέξη, σήμερα τελείωσα το βιβλίο σου, πολύ δυνατό, έκανα πάλη να μην το τελειώσω, γιατί τι θα διαβάσω τώρα πια, μέχρι το επόμενό σου!
Λίγο το τέλος με απογοήτευσε, κάπως διαφορετικό το περίμενα, κάτι παραπάνω ας κέρδιζε από αυτή του την περιπλάνηση ο Θάνος...
Καλοτάξιδο να είναι, καλή επιτυχία του!
Ακόμη ζω και αναπνέω μέσα στο mood της Βίλας Κομπρέ. Τι μαγεία!
Μπράβο!

Κ. said...

Αλέξη συγχαρητήρια! Άψογο το βιβλίο.

Νομίζω πως πέτυχες τις ιδανικές αναλογίες μυστηρίου - γρήγορης πλοκής, κοινωνικού σχολιασμού - προσωπικής εμβάθυνσης ηρώων, ερωτισμού - προσωπικής αναζήτησης, ρεαλιστικού - φανταστικού, αστικού - φυσικού τοπίου. Τα νοήματα πυκνά, αλλά σε προτάσεις ρευστές, έκαναν τις σελίδες να γύρνανε σχεδόν από μόνες τους. Οι δε θέσεις σου περί μετάθεσης και χιμαιρικών αναζητήσεων πολύ ενδιαφέρουσες.

Keep up the good work γιατί υπάρχουν πολλοί αναγνώστες που σαν τον Θάνο "ζουν σε αντιπαράθεση με την πραγματικότητα" και με βιβλία σαν κι αυτό "βουτάνε σε μια ευτυχία που δεν υπάρχει"

Alexis Stamatis said...

giolita, yb, olga,evi, k. sas efharisto para poli!!!!

γιωργος said...

Διάβασα το βιβλίο σου, μια πρώτη ανάγνωση, επιστρέφοντας με καράβι απο Χανιά, -μέσω bookcrossing- Πειραιά, και θέλω να σταθώ σε δύο σημεία. Μου θύμισε έντονα το "Μεγάλες Προσδοκίες", -η βίλα και τα πρόσωπα και κατά κάποιο τρόπο οι σχέσεις τους ως ένα σημείο- και συζητώντας το με μια φίλη συμφωνήσαμε πως είναι θεμιτό όταν αξιοποιούνται έτσι όμορφα κάποια παλαιότερα μοτίβα, -μήπως και με το Οδός Θησέως,δεν αξιοποίησες θαυμάσια το μύθο του Θησέα και Μινώταυρου;
Το δεύτερο είναι η περιγραφή σου για το Καμερούν. Επειδή έχω ζήσει ανά διαστήματα Νιγηρία, ήταν τόσο ζωντανή που σοκαρίστηκα απο την αληθοφάνεια της. Σε αυτό το κομμάτι κυριολεκτικά αισθάνθηκα πως είχα επιστρέψει ξανά και ζούσα τις ίδιες εμπειρίες.
Τώρα που το απέκτησα και "νόμιμα", το βιβλίο σου θα ξεκινήσω μια δεύτερη πιο προσεχτική ανάγνωση.
Οφείλω να πω ότι το απόλαυσα.
Καλοτάξιδο λοιπόν και απο εμένα...

Alexis Stamatis said...

agapite giorgo kat arxin elpizo na pige kala i sinantisi sta hania. sti sinexia se efharisto poli gia ta kala su logia! i anafora stis "megales prosdokies" tah ides, ine omologimeni. Thinisou to onoma tou kanariniou tou Thanou -Pip. To poli siginitiko pou mou grafeis ine gia tin afriki. To zitima einai oti ego stoi Kameroun den ppiga apla sizitisa me ena filo to Petro Bovali o opoios exei zisei ekei kai mou eipe polla kai endiaferonta. To oti enioses pos isoun ekei me xaropii poli! na sai kala