Στην καθημερινότητα ενός συγγραφέα - κι όχι μόνο την "επαγγελματική" - φαντασία και πραγματικότητα μπλέκονται συχνά με ένα πολλές φορές αναπάντεχο τρόπο. «Όλα τα μυθιστορήματα είναι μεταφορές της πραγματικότητας» είχε πει ο Τζον Φόουλς. Προσωπικά πιστεύω ότι το να γράφεις βιβλία δεν ειναι μια απόδραση από την πραγματικότητα, αλλα μια βουτιά στο κέντρο της. Αληθινό δεν είναι μόνο εκείνο που συμβαίνει, αλλά και εκείνο που «μπορεί» να συμβεί. Είτε στην ζωή είτε στο μυαλό. Και πολλές φορές εκείνα που συμβαίνουν στο νου μπορεί να αποδειχθούν ακόμα πιο ερεθιστικά και πολύ πιο διδακτικά από όσα συμβαίνουν στη ζωή.Το γεγονός συνέβη την εποχή που έγραφα το δεύτερο μου μυθιστόρημα το οποίο είχε τίτλο «Μπαρ Φλωμπερ».
Εκείνο που πρέπει να συγκρατήστε στην συγκεκριμένη διήγηση είναι ότι η ουσία του βιβλίου, ο κινητήριος μοχλός της δράσης, είναι η αναζήτηση του πατέρα. Ο ήρωας, ο σαραντάχρονος Γιάννης Λουκας, μετεωρίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια του μυθιστορηματος, ανάμεσα σε δυο πατρικές φιγούρες προσπαθώντας να βρει ουσιαστικά από πού «κατάγεται» - βιολογικά αλλα και πνευματικά. Πατέρας λοιπόν και καταγωγή είναι οι δυο θεμέλιοι λίθοι του βιβλίου. Ιδου λοιπόν τι συνέβη, ειπωμένο ολίγον… κινηματογραφικά.
ΣΚΗΝΗ 1
Kυριακή απόγευμα, 26 Απριλίου 1998. Σ’ ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου στην Δεινοκράτους. Η Ελευθερία, καλή φίλη, έχει γενέθλια. Κλείνει τα 27 και κάνει μία μικρή συγκέντρωση στο σπίτι της. Είμαστε καμιά δεκαριά άτομα, όλοι γνωστοί μου, εκτός από έναν. Έχω περάσει μόνο για ένα μισάωρο να της δώσω ένα δωράκι, να πω δυο κουβέντες και να φύγω - έχω μία ανειλημμένη υποχρέωση. Ακούω την παρέα να συζητά. Το μυαλό μου όμως περί άλλων τυρβάζει. Εκείνη την εποχή έχω τελειώσει τα τέσσερα από τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου μου, του «Μπαρ Φλωμπέρ». Εχω φτάσει στην τελική, σημαντική σκηνή. Πρέπει να βρω ένα τόπο, ένα συγκεκριμένο μέρος, με ειδικά χαρακτηριστικά για αυτή την καίρια σκηνή. Κι έχω κολλήσει εδώ και καιρό. Το πρώτο ντραφτ του μυθιστορήματος δεν προχωρά με τίποτα.
Τα λόγια μου βγαίνουν από μόνα τους.. Η ομήγυρη στρέφει το βλέμμα πάνω μου. «Εδώ και δυο βδομάδες ψάχνω ένα μέρος. Ένα ορεινό χωριό στην Ελλάδα, έναν τόπο που πρέπει να είναι έτσι κι έτσι. Πρέπει να το βρω οπωσδήποτε, το βιβλίο μου πρέπει να τελειώσει σε αυτό το χωριό, εκεί όπου ο ήρωας ξεκαθαρίζει τα της καταγωγής του….»
Ακούω διάφορες προτάσεις για γνωστές τοποθεσίες. Καμία δεν μου κάνει κλικ. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας ο μοναδικός άνθρωπος που δεν ξέρω από την παρέα κάθεται στην άκρη δεξιά του σαλονιού, αμίλητος. Είναι ένας χλωμός νεαρός με μακρύ πρόσωπο και ρωμαϊκή κατατομή που φοράει ένα γαλάζιο πουκάμισο κι ένα γκρι παντελόνι, ο οποίος αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι ήταν φίλος φίλου. Η Ελευθερία που το συζητήσαμε αργότερα δεν θυμόταν καν το όνομα του. Μόλις τέλειωσα τον παθιασμένο μου μονόλογο, ο νεαρός είπε αποφασιστικά. ‘Ξέρω πιο είναι το μέρος που ψάχνεις. Λέγεται Λαγκάδια και είναι στην Ορεινή Αρκαδία’ και μου το περιγράφει. Ένα φως αστράφτει μέσα μου ξαφνικά, η περιγραφή είναι σαν ένα διαφημιστικό τρέιλερ του τόπου που έψαχνα...
ΣΚΗΝΗ 1
Kυριακή απόγευμα, 26 Απριλίου 1998. Σ’ ένα διαμέρισμα πρώτου ορόφου στην Δεινοκράτους. Η Ελευθερία, καλή φίλη, έχει γενέθλια. Κλείνει τα 27 και κάνει μία μικρή συγκέντρωση στο σπίτι της. Είμαστε καμιά δεκαριά άτομα, όλοι γνωστοί μου, εκτός από έναν. Έχω περάσει μόνο για ένα μισάωρο να της δώσω ένα δωράκι, να πω δυο κουβέντες και να φύγω - έχω μία ανειλημμένη υποχρέωση. Ακούω την παρέα να συζητά. Το μυαλό μου όμως περί άλλων τυρβάζει. Εκείνη την εποχή έχω τελειώσει τα τέσσερα από τα πέντε κεφάλαια του βιβλίου μου, του «Μπαρ Φλωμπέρ». Εχω φτάσει στην τελική, σημαντική σκηνή. Πρέπει να βρω ένα τόπο, ένα συγκεκριμένο μέρος, με ειδικά χαρακτηριστικά για αυτή την καίρια σκηνή. Κι έχω κολλήσει εδώ και καιρό. Το πρώτο ντραφτ του μυθιστορήματος δεν προχωρά με τίποτα.
Τα λόγια μου βγαίνουν από μόνα τους.. Η ομήγυρη στρέφει το βλέμμα πάνω μου. «Εδώ και δυο βδομάδες ψάχνω ένα μέρος. Ένα ορεινό χωριό στην Ελλάδα, έναν τόπο που πρέπει να είναι έτσι κι έτσι. Πρέπει να το βρω οπωσδήποτε, το βιβλίο μου πρέπει να τελειώσει σε αυτό το χωριό, εκεί όπου ο ήρωας ξεκαθαρίζει τα της καταγωγής του….»
Ακούω διάφορες προτάσεις για γνωστές τοποθεσίες. Καμία δεν μου κάνει κλικ. Καθ’ όλη τη διάρκεια της κουβέντας ο μοναδικός άνθρωπος που δεν ξέρω από την παρέα κάθεται στην άκρη δεξιά του σαλονιού, αμίλητος. Είναι ένας χλωμός νεαρός με μακρύ πρόσωπο και ρωμαϊκή κατατομή που φοράει ένα γαλάζιο πουκάμισο κι ένα γκρι παντελόνι, ο οποίος αποδεικνύεται εκ των υστέρων ότι ήταν φίλος φίλου. Η Ελευθερία που το συζητήσαμε αργότερα δεν θυμόταν καν το όνομα του. Μόλις τέλειωσα τον παθιασμένο μου μονόλογο, ο νεαρός είπε αποφασιστικά. ‘Ξέρω πιο είναι το μέρος που ψάχνεις. Λέγεται Λαγκάδια και είναι στην Ορεινή Αρκαδία’ και μου το περιγράφει. Ένα φως αστράφτει μέσα μου ξαφνικά, η περιγραφή είναι σαν ένα διαφημιστικό τρέιλερ του τόπου που έψαχνα...
Τις επόμενες μέρες διαβάζω για τα Λαγκάδια και την Ορεινή Αρκαδία, κατεβάζω σελίδες από το Ίντερνετ, βλέπω φωτογραφίες, ρωτάω ανθρώπους που τα έχουν επισκεφθεί και τελικά πείθομαι απόλυτα πως αυτός πρέπει να είναι ο τόπος στον οποίο θα τελειώσω το βιβλίο. Ο τόπος όπου θα γίνει η συνάντηση του ήρωα με τον πατερα του. Ο τόπος όπου θα λυθεί οριστικά το θέμα της «καταγωγής» του. Η επιλογή ήταν αποτέλεσμα μιας τυχαίας συνάντησης. Ε, και ! Όλα τα ωραία στη ζωή τυχαία δε γίνονται;
Τέλη Αυγούστου του 98 λοιπόν, το αποφασίζω. Παίρνω το λαπ τοπ και φεύγω προς Ορεινή Αρκαδία περνώντας διαδοχικά από τα χώρια Στεμνίτσα, Καρύταινα , Δημητσάνα μέχρι στο τέλος να φτάσω στα Λαγκάδια. Ταυτόχρονα γράφω. Το βιβλίο τελειώνει με την σκηνή που ήθελα ακριβώς. Τα Λαγκαδιά αποδεικνύονται το ιδανικό σκηνικό για την τελική αναμέτρηση πατέρα - γιου. Κι όχι μόνον. Σε μια βιβλιοθήκη της περιοχής, συγκεκριμένα στη Δημητσάνα, βρίσκω ένα κείμενο που μου λύνει ένα τεράστιο πρόβλημα της αφήγησης, συνδέοντας οργανικά το φινάλε με τον κορμό του έργου. Ένα κείμενο - κλειδί που εμφανίζεται ως μάννα εξ ουρανού. Τελειώνω λοιπόν βιβλίο, χαρούμενος, πλήρως ικανοποιημένος με το φινάλε του, μακαρίζοντας τον άγνωστο νεαρό που έτυχε να συναντήσω. Κι ως εδώ θα έλεγε κανείς ότι στο σπίτι της Ελευθερίας είχα απλά μια τυχερή συνάντηση.
ΣΚΗΝΗ 2
Μέσα Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς πίνουμε καφέ με τον πατέρα μου στο σαλόνι μου. Έχω την μελαγχολία του τέλους εποχής, μαζί με τη εγρήγορση της συγγραφής. Συζητάμε τα του καλοκαιριού. Του λέω πως πήγα στην Λευκάδα, στην καθιερωμένη Πάρο και στον τόπο που τελειώνει το βιβλίο: τα Λαγκάδια.
Εδώ μια παρένθεση για κάποιες πληροφορίες: Ο πατέρας μου είναι αρχιτέκτονας, κι εκείνη την εποχή έπαιρνε την σύνταξή του. Είχε ανέκαθεν μία έμμονη να ανακαλύψει τον επακριβή τόπο της καταγωγής μας. Με πληροφορεί λοιπόν με καμάρι, πως το καλοκαίρι είχε μισθώσει έναν ειδικό, ένα είδος ανθρωπογεωγράφου - ερευνητή, για να αναδιφήσει στα αρχεία και να ανακαλύψει από πιο μέρος καταγόταν ο πρεσβύτερος πρόγονός μας, ο Σταμάτης Χρήστου ή Παπασταματόπουλος. Πράγμα που έγινε. ‘Ξέρεις ποιο ήταν αυτό το μέρος Αλέξη; Το Λαγκάδια.’ μου λέει γελώντας.
Εκείνη την στιγμή ένιωσα κάτι πρωτόγνωρο. Μια δύναμη πέρα κι από την οικειότητα. Μια ευλογία και μια κατακύρωση. Κι ένα άγνωστο χέρι να υπογράφει το βιβλίο. Τον άγνωστο αυτό, την δύναμη αυτή, την ονόμασα «Άγγελο της Αφήγησης». Εκείνη την εποχή, η φράση αυτή μου φαινόταν ότι απέδιδε ακριβώς αυτό που ένιωθα. Αυτός όμως τελικά δεν ήταν ίσως και ο πιο σωστός ορισμός.
ΣΚΗΝΗ 3
Έξι χρόνια αργότερα, βρέθηκα καλεσμένος στο σπίτι ενός μεγάλου αμερικανού συγγραφέα, του Πολ Οστερ. Έχοντας διαβάσει αυτοβιογραφικά του κείμενα ήξερα ότι αντίστοιχα γεγονότα είχαν συμβεί και στη δική του ζωή. Κάποια στιγμή λοιπόν του διηγήθηκα τη δική μου μικρή ιστορία περί του Μπαρ Φλωμπέρ και την ονομασία που έδωσα σε αυτή τη δύναμη. Ο Πολ με κοίταξε μισοχαμογελώντας και μου είπε : «Ωραία φράση ο ‘Άγγελος της αφήγησης’, αλλα δεν νομίζω ότι είναι αυτό. Αυτό που ονομάζεις έτσι εγώ το λέω ‘η Μηχανική της Ζωής’.(The Mechanics of Life)».
Είχε απόλυτο δίκιο. Γιατί; Γιατί εδώ δεν μιλάμε για μια θεια παρέμβαση αλλα για μια δύναμη, μια ενέργεια που προκαλούμε, μια δύναμη δεν μας παρακολουθεί από κάποιο ύψος, αλλα που υπάρχει εδώ δίπλα μας στη γη. Μια δύναμη που την αφυπνίζουμε όταν πιστεύουμε σε αυτό που κάνουμε, κι όταν ακολουθούμε το ένστικτό μας.
10 comments:
Το πιστεύω κι εγώ αυτό, γιατί μου έχει συμβεί με άλλους τρόπους, να νιώσω τη "Μηχανική της Ζωής" αποκαλυπτικά να με οδηγεί, κατά πως την οδηγούσα κι εγώ βέβαια και τη συνελάμβανα να το κάνει... Αντιγράφω από την Εισαγωγή του έργου "Η πορνογραφία" του Βίτολντ Γκόμπροβιτς, Εκδόσεις Νεφέλη, σε μετάφραση Δημήτρη Δημητιράδη, αυτό που διάβαζα χθες βράδυ: "...Ο ανθρώπινος λόγος έχει αυτή την παρηγορητική ιδιότητα ότι βρίσκεται κοντά στην ειλικρίνεια όχι με αυτό που εξομολογείται αλλά με αυτό που έχει βάλει στόχο του, με αυτό που επιδιώκει...Η τέχνη είναι μια λεπτή υπόθεση που πραγματοποιείται στο ημίφως..."Και όπως μου είπε προσφάτως ένας λογοτέχνης που εκτιμώ αφάνταστα : "Το στόχο τον πετυχαίνεις, όταν γίνεις εσύ ο στόχος"
Με κάποιο τρόπο, λοιπόν, γινόμαστε ο στόχος μας, όταν όλο μας το είναι συγκεντρώνει τις δυνάμεις μας γι' αυτό που επιδιώκουμε και τις αξιοποιεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
Χα-χα! Αλέξη καλωσήλθες στο club των κρυπτοϋπερβατικών :-) (δικός μου ο όρος, συγχωρέστε τον ερασιτέχνη λεξιπλάστη).
Λοιπόν, εγώ πιστεύω ότι υπάρχει ένα τμήμα της πραγματικότητας που η Επιστήμη δεν έχει αγγίξει ακόμη, αλλά το αγγίζει η ανθρώπινη εμπειρία. Το ίδιο συνέβαινε και με την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που χιλιάδες χρόνια μέχρι να φτιάξουμε ΗΜ πομπούς και δέκτες, είχαμε επαφή μαζί της (με ένα ελάχιστο τμήμα της) με την εμπειρία της όρασης.
Επειδή "αυτό" το θεωρώ κομμάτι της πραγματικότητας ΔΕΝ το ονομάζω υπερ-φυσικό, αλλά συνήθως εμφανίζεται δίπλα σε "υπέρ", "παρά" και άλλα τέτοια διαζευκτικά από την πραγματικότητα.
Λοιπόν, η παρατήρηση αυτών των συμπτώσεων θεωρώ ότι είναι το αποτέλεσμα διεργασιών σε αυτόν τον επιστημονικά ανεξερεύνητο χώρο. Το κακό είναι πως η ύπαρξή του είναι ασύμβατη με το τρέχον επιστημονικό παράδειγμα (με όρους μπαρμπακούν) για αυτό συνήθως διστάζουμε να μιλήσουμε για αυτό, παρά τη βεβαιότητά μας μερικές φορές ότι "κάτι παίζει εκεί έξω". Εδώ κολλάει και το καλωσήλθες στους "κρυπτοϋπερβατικούς".
Ένα άλλο θέμα είναι που το "μάτι" που κοιτάει σε αυτό το "άλλο" μέρος της πραγματικότητας είναι το ίδιο "μάτι" που βλέπει στην φαντασία και θέλει εκγύμναση για να μπορεί κανείς να ξεχωρίζει τι έρχεται από την φαντασία και τι από "εκεί". Προσωπικά πίστεψα στα παραπάνω (γιατί οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι πρόκειται για πίστη, δεν υπάρχει ακόμα απόδειξη για αυτά τα πράγματα που να αντέχει σε επιστημονικό έλεγχο με βάση το τρέχον Παράδειγμα), πίστεψα λοιπόν όταν προσπάθησα να υπολογίσω τις πιθανότητες να έχουν συμβεί τυχαία κάποιες από τις πιο "καραμπινάτες" και "απίστευτες" συμπτώσεις που έχω ζήσει μέσα σε τόσο λίγα χρόνια. Μοιάζει παράλογο να έχουν συμβεί "τυχαία". Συνδάζοντας αυτή την ένδειξη με την αίσθηση βεβαιότητας ότι "κάτι παίζει" κατέληξα να πιστέψω στηριζόμενος σε ενδείξεις.
Ένα άλλο θέμα που μπορεί να απασχολήσει όποιον αρχίσει να σκέφτεται για αυτές τις "συμπτώσεις" και την αίσθηση για ύπαρξη του "κάτι άλλου", είναι ότι με το θέμα ασχολούνται δυστυχώς και άπειροι τσαρλατάνοι, απατεωνίσκοι, αλλοπαρμένοι κλπ,κλπ που είτε σκόπιμα είτε άθελά τους προσπαθούν το μάταιο, δηλαδή να φτιάξουν "πλήρεις" θεωρίες που να "εξηγούν" αυτές τις εμπειρίες, δανειζόμενοι το τρέχον επιστημονικό λεξιλόγιο και κατασκευάζοντας στην καλύτερη περίπτωση μια επιστημονικοφανή κουρελού.
Τώρα που το διαβάζω το μακρυνάρι, στεναχωριέμαι που δεν το έβαλα στο blog μου, προλογισμένο με πράσινα ανθρωπάκια, αλλά χαλάλι σου, είσαι ελλειματικός σε σχόλια αυτές τις μέρες :-)
Αλέξη, ο δικός σου όρος μου φαίνεται πιο πετυχημένος από του Όστερ. Γιατί η "μηχανική" παραπέμπει σε μια απρόσωπη επαναληπτικότητα, ενώ ο "άγγελος" σε (κρυπτό μεν αλλά ενεργό) υποκείμενο. Και ΣΙΓΟΥΡΑ εκπλήξεις, όπως αυτές που περιγράφεις, δεν μπορεί να προκαλέσει κάποια "μηχανική" αλλά μόνο ένα (παιχνιδιάρικο ασφαλώς!) υποκείμενο.
σταυρουλα ευχαριστω
"Το στόχο τον πετυχαίνεις, όταν γίνεις εσύ ο στόχος"
Πολυ καλο.
χρακερ. Ωραιος ο ορος σου, "κρυπτοϋπερβατικος".
Φυσικα και η Επιστημη δεν εχει αγγιξει ολο το κομματι της πραγματικότητας. Υπαρχουν μέρη της ανθρώπινης εμπειρίας δυσεξήγητα αν οχι ανεξηγητα. Φυσικα καμια σχεση με "ειδικους" και τηλεοπτκοιυς μαγους. Εκει την πατανε στην αμερικη με τον εσοτερισμο, που οπως ολα που αγγιζουν κατι στον ανθρωπο, εχει εμπορευματοποιηθεί(ασυστολα δε) .
Το "μάτι" που κοιτάει το "άλλο" μέρος της πραγματικότητας (όπως και το συγγραφικο) όντως ειναι θέμα εκγυμνασης και οχι θειας φωτισης.
γιαννη μου χολοσκαι μου, Αλέξη,εισαι των "αγγελων", το ξερω. Σωστο αυτό που λες για το υποκειμενο που αποκρυπτεται, εστω και τη μορφη "αγγέλου". Που ωστοσο κρυβεται αυτό το "παιχνιδιαρικο" υποκειμενο; Εδω σε θέλω!
...γιατι πιστεύω ότι το υποκείμενο κρύβεται κάπου κοντά "Στα φετερα του ερωτα" του Βεντερς?
Κύριε Σταμάτη συγνώμη που ενοχλώ την λογοτεχνική γαλήνη του μπλογκ σας με τα ανορθόγραφα σχόλια μου αλλά με έχει ανυσηχίσει το γεγονός ότι μεταφέρετε το μπλογκ σας μέσα σε άλλα μπλογκ και μάλιστα απροειδοποίητα!
Μέχρι τώρα έχω πετύχει σχόλια σας σε 3 μπλογκ όπου ανακοινώνετε αυτή τη μετακόμιση!
Θέλω να σας παρακαλέσω απλως, αν αποφασίσετε να μετακομίσετε το μπλογκ σας ΚΑΙ μέσα στο δικό μου να με ειδοποιήσετε λίγες μέρες πιο πριν, να κάνω λίγο χώρο, να μην είμαστε ο ένας πάνω στον άλλο και μπερδεύουμε τα ποστ μας.
Ευχαριστώ.
Ουρφ
ουρφσλαγκ σου απαντησα. Νουαντα λες να ναι ετσι;
Αυτό το κείμενο πολύ μου άρεσε. Νομίζω στο έχω ξαναπεί, το Μπαρ Φλωμπέρ είναι από τα αγαπημένα μου βιβλία. Ήθελα πολύ να μάθω κάτι για το πως το έγραψες, αλλά δεν ήθελα να φανώ αδιάκριτη.
Χαίρομαι λοιπόν που το μοιράστηκες μαζί μας.
Post a Comment