Κεφάλαιο 5: Μπαίνοντας ξανά στη Νέα Υόρκη (East Village)
Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του "Αμερικάνικη Φούγκα", το οποίο απέσπασε το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας του Αμερικανικού Ομοσπονδιακού Ιδρύματος Τεχνών, ο συγγραφέας Αλέξης Σταμάτης διέσχισε την Αμερική απ’ άκρη σε άκρη το 2008. Φανατικός ταξιδιώτης και όχι τουρίστας, κάθε εβδομάδα καταγράφει στο thea τις εμπειρίες του από εκείνο το «ταξίδι ζωής»- και παίρνει και εμάς μαζί του.
20.9.2008
Στο τρένο από Ουάσιγκτον προς Νέα Υόρκη. Amtrak. Ο ΟΣΕ της Αμερικής. Έχει ένα δίκτυο 34.000χλμ., που ενώνουν 5.000 προορισμούς σε 46 πολιτείες, εξυπηρετώντας περίπου 30 εκατομμύρια επιβάτες. Ωραία βαγόνια, αλλά αν τα συγκρίνεις με τα γαλλικά, ωχριούν.
Στ’ ακουστικά ο Ντίλαν. My heart’s at the highlands. Absolutely. Κοιτάζω από τα παράθυρα. Πάντοτε μια κινηματογραφική εμπειρία. Πόσα καρέ άραγε το δευτερόλεπτο; Η αλήθεια 24 φορές έλεγε ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ για το σινεμά. Όμως τελικά είμαστε εμείς που περνάμε μπροστά απ’ τα τοπία ή τα τοπία περνούν από μπροστά μας; Τέτοια τριπάκια σε ταξίδια με το τρένο πάντα καταλήγουν στη θεωρία τη σχετικότητας ή στην εφεύρεση των αδερφών Λιμιέρ.
Ένα άρθρο για το μεγάλο Πολωνό ποιητή Ζεσλάβ Μίλοζ. Μου έρχεται στο νου ένας στίχος του. «Η αγία λέξη: Είναι». Ναι. Είναι. Αγία η λέξη: Είναι.
Κατά τόπους κάτι αδέσποτα τρέχουν για λίγο δίπλα απ’ το βαγόνι. Ας τα σκυλιά να γαβγίζουν, το καραβάνι περνάει. Το τοπίο αλλάζει, αστικοποιείται.
Έμπαινα πια στη Νέα Υόρκη, στο νησί του Μανχάταν, στην πρωτεύουσα του κόσμου, αυτής της γυάλινης κιβωτού του μεταμοντέρνου χρόνου, με τις οκτώ εκατομμύρια ψυχές της να στοιβάζονται στην πρύμνη, στην πλώρη και στ’ αμπάρια.
Το τρένο έφτασε στις 2.13 στην Penn Station. Κάναμε ακριβώς 3 ώρες και 11 λεπτά. Έπρεπε να πάω σ’ ένα εστιατόριο στο Μπάντιγουερ να πάρω τα κλειδιά της συγκάτοικου της φίλης μου Λένικας που μου έκανε τη χάρη να με φιλοξενήσει αυτές τις λίγες κενές μέρες που έχω στην πόλη. Βγαίνοντας από το σταθμό πήρα ταξί. Το τέμπο, ο ρυθμός της πόλης, μου επιβλήθηκε αμέσως. Έτσι είναι η Νέα Υόρκη. Live now reflect later. Είναι σα να μπαίνω σε μια ταινία που έχω αφήσει στο pause επί τέσσερα χρόνια και να συνεχίζω από το σημείο που την είχα αφήσει. Τα κλειδιά λοιπόν. Το Craft bar είναι ένα συμπαθητικό εστιατόριο στην 900 Broadway μεταξύ 19ης και 20ης οδού.
Η κοπέλα μου τα δίνει και παίρνω δεύτερο ταξί για να πάω σε μια περιοχή της Νέας Υόρκης που δεν έχω ξαναδεί και στην οποία πρόκειται να μείνω... East Village. Έχει κι αυτό το θρύλο του.
| Το κλασικό yellow cab στο Μανχάταν | East Village |
Nuyorican Poets Cafe
Το East Village θεωρείτο κάποτε ως μέρος της Lower East Side, αλλά κατά τη διάρκεια των 60’s άρχισε να δημιουργεί τη δική του ταυτότητα. Καλλιτέχνες, μουσικοί, χίπις άρχισαν να μετακομίζουν στην περιοχή. Ο λόγος: Τα φτηνά νοίκια και η «καλλιτεχνική αίγλη» που είχε ο χώρος από τη προηγουμένη δεκαετία όταν ήταν το κέντρο των Μπίτνικς. Η γειτονιά αποτελούσε το κέντρο της αντικουλτούρας της πόλης. Εδώ γεννήθηκαν σημαντικά κινήματα και τάσεις, όπως η Νεοϋρκέζικη πανκ ροκ σκηνή και η κουλτούρα Nuyorican που προέρχεται από μείξη των όρων «New York» και «Puerto Rican» και αναφέρεται στα μέλη της Πουερτορικάνικης διασποράς που εγκαταστάθηκαν στη Νέα Υόρκη. Στην πόλη μένουν 1.8εκ. Nuyoricans που αποτελούν την μεγαλύτερη πουερτορικάνικη κοινότητα έξω από το ίδιο το Πουέρτο Ρίκο. Ο όρος απέκτησε και λογοτεχνική σημασία από τις πρώτες συναντήσεις Πουερτορικάνικη συγγραφέων στο Nuyorican Poets Cafe.
East Village | Αστυνομικός στο East Village |
Είμαι μπροστά στο σπίτι. Βρίσκεται ανάμεσα σ’ ένα παράξενο πρασινογκρί μαγαζί μ’ ένα τεράστιο δορυφορικό πιάτο σα σημαία που μοιάζει να πουλάει τα πάντα, και σε μια μικρή πιτσαρία με ξύλινο υπαίθριο πάγκο για τους περαστικούς. Η πρόσοψη του στο δρόμο είναι μόλις τρία - τέσσερα μέτρα. Ξεκλειδώνω και ανεβαίνω τους δυο ορόφους μια παλιάς σκάλας που τρίζει. Διασταυρώνομαι με μια γριά –μοιάζει με τη μάνα του Τόνι Σοπράνο με μπικουτί- η οποία δε μου δίνει καμία σημασία. Πάει να πετάξει τα σκουπίδια – όλο κονσερβοκούτια από γατοτροφές.
Το διαμέρισμα δεν έχει αριθμό αλλά ένα γράμμα. Ανοίγω. Είναι ένα μικρό σπιτάκι τριών δωματίων, με ένα παράθυρο στο δρόμο. Το δωματιάκι με το παράθυρο είναι το δικό μου.
Αφήνω τα πράγματα και ξαναβγαίνω έξω για τα απαραίτητα, καφέ, κρουασάν, γάλα, χάρτη και international phone card. Ο ράστα μαύρος που μου τα πουλάει με ρωτάει από πού είμαι. Πίσω του μια μικρή φλατ σκριν. «Ελλάδα» απαντώ, χαμογελάει. «Soccer Soccer», λέει. Φαίνεται πως είναι φαν του Ζαγοράκη.
No comments:
Post a Comment